Οι τρεις αρχηγοί των βρετανικών υπηρεσιών πληροφοριών υποστήριξαν σήμερα ότι οι αποκαλύψεις του Έντουαρντ Σνόουντεν ευνόησαν την Αλ Κάιντα, διαψεύδοντας ότι έκαναν μαζικές παρακολουθήσεις, καταθέτοντας, για πρώτη φορά δημοσίως, σε μια κοινοβουλευτική επιτροπή.
Επί μιάμιση ώρα, οι αρχηγοί της MI5 (υπηρεσία εσωτερικής ασφάλειας), της MI6 (υπηρεσία πληροφοριών εξωτερικού) και της GCHQ, που αντιστοιχεί στην αμερικανική NSA (Υπηρεσία Εθνικής Ασφάλειας) υπερασπίστηκαν τις ενέργειές τους απέναντι στις απειλές που δέχεται η ασφάλεια της χώρας.
Η κατάθεσή τους μεταδόθηκε, επίσης για πρώτη φορά, από την τηλεόραση αλλά με καθυστέρηση 10 λεπτών, ούτως ώστε να προληφθεί εγκαίρως μια ενδεχόμενη αποκάλυψη απόρρητων πληροφοριών που μπορεί να έκαναν.
«Οι διαρροές του Σνόουντεν ήταν επιζήμιες, έθεσαν σε κίνδυνο τις επιχειρήσεις μας», τόνισε ο αρχηγός της MI6 Τζον Σόγερς. «Οι αντίπαλοι και οι εχθροί μας τρίβουν τα χέρια από χαρά. Η Αλ Κάιντα το ευχαριστήθηκε», πρόσθεσε.
Στο πλευρό του, ο επικεφαλής της GCHQ Ίαν Λόμπαν εξήγησε ότι οι υπηρεσίες υποκλέπτουν «σχεδόν καθημερινά συνομιλίε» μεταξύ τρομοκρατών «από τη Μέση Ανατολή, το Αφγανιστάν και αλλού» που αναφέρονται στις αποκαλύψεις του Έντουαρντ Σνόουντεν και την έκταση που έχουν λάβει οι παρακολουθήσεις από τις ΗΠΑ και τη Βρετανία. Αυτές οι οργανώσεις εξετάζουν το ενδεχόμενο να εγκαταλείψουν τα μέσα επικοινωνίας που χρησιμοποιούν μέχρι σήμερα καθώς τα θεωρούν «ευπρόσβλητα», σημείωσε.
Ο Λόμπαν διέψευσε ωστόσο ότι γίνονταν παρακολουθήσεις σε μεγάλη κλίμακα σε βάρος Βρετανών πολιτών. «Δεν περνάμε τον χρόνο μας ακούγοντας τηλεφωνήματα ή διαβάζοντας τα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου της πλειονότητας του πληθυσμού, κάτι τέτοιο θα ήταν δυσανάλογο, δεν θα ήταν νόμιμο, δεν το κάνουμε» επέμεινε.
Ο Άντριου Πάρκερ, γενικός διευθυντής της MI5, απέρριψε επίσης την ιδέα ότι οι υπηρεσίες «μπορεί να υπονομεύουν, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, την ελευθερία και τη δημοκρατία».
Ο Πάρκερ επισήμανε ότι η «τουριστική τρομοκρατία», δηλαδή οι Βρετανοί που φεύγουν σε άλλες χώρες για να εκπαιδευτούν και να επιστρέψουν στη Βρετανία για να σχεδιάσουν επιθέσεις, είναι μια τάση που παρουσιάζει ανησυχητική κλιμάκωση, κυρίως λόγω του πολέμου στη Συρία. Σύμφωνα με τις δικές του εκτιμήσεις, «μερικές εκατοντάδες» άνθρωποι που ζούσαν στη Βρετανία έχουν πάει στη Συρία για να πολεμήσουν.
Ο Πάρκερ υπενθύμισε ότι μετά τις πολύνεκρες επιθέσεις της 7ης Ιουλίου 2005 στο Λονδίνο, οι υπηρεσίες έχουν αποτρέψει «34 τρομοκρατικές συνωμοσίες» στη χώρα.
Ο αρχηγός της MI6, από την πλευρά του, διέψευσε ότι οι Βρετανοί πράκτορες χρησιμοποιούν βασανιστήρια για να αποσπάσουν πληροφορίες. «Δηλώνουμε με σαφήνεια ότι δρούμε εντός του πλαισίου του νόμου. Δεν συμμετέχουμε, δεν ενθαρρύνουμε και δεν ανεχόμαστε κακομεταχείριση ή βασανιστήρια, αυτό είναι μια αρχή μα», διαβεβαίωσε. Επιπροσθέτως, οι Βρετανοί πράκτορες δεν δρουν ποτέ μόνοι «στο στυλ του Τζέιμς Μποντ», συνέχισε.
Η υπόθεση Σνόουντεν, του πρώην πράκτορα της NSA ο οποίος έδωσε στη δημοσιότητα πολλά απόρρητα έγγραφα της υπηρεσίας αυτής, αποκάλυψε επίσης τους στενούς δεσμούς που διατηρούν οι υπηρεσίες πληροφοριών των ΗΠΑ και της Βρετανίας, αλλά και άλλων χωρών—όπως της Αυστραλίας, του Καναδά και της Νέας Ζηλανδίας. Μεταξύ άλλων αποκαλύφθηκε ότι η GCHQ χρηματοδοτήθηκε με το ποσό των 100 εκατομμυρίων λιρών από τις ΗΠΑ τα τρία τελευταία χρόνια.