Η φτώχεια πλήττει 14 εκατομμύρια ανθρώπους στη Βρετανία, με πρώτους τους εργάτες, τα παιδιά και τους συνταξιούχους, σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύθηκε την Παρασκευή.
Τα αποτελέσματα της έρευνας του ιδρύματος Joseph Rowntree έρχονται σε αντίθεση με τα επίσημα στοιχεία της βρετανικής κυβέρνησης, η οποία κάνει λόγο για ποσοστό ανεργίας κάτω του 4%, το χαμηλότερο εδώ και 45 χρόνια, παρά την επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας εξαιτίας του Brexit.
Η έκθεση δείχνει ότι πολλοί εργάτες αντιμετωπίζουν μεγάλες οικονομικές δυσκολίες καθώς οι μισθοί τους δεν επαρκούν. Εξάλλου η επισφαλής εργασία είναι το αντίτιμο της μείωσης του ποσοστού ανεργίας, όπως δείχνει η ολοένα και συχνότερη προσφυγή στις επισφαλείς συμβάσεις εργασίας, όπως είναι οι συμβάσεις «μηδενικών ωρών εργασίας» που δεν διασφαλίζουν ελάχιστο ωράριο εργασίας.
Συνολικά οι μισοί από όσους πλήττονται από τη φτώχεια ζουν σε οικογένειες εργατών, έναντι 39% πριν 20 χρόνια.
Εξάλλου περίπου 4 εκατομμύρια παιδιά και 2 εκατομμύρια συνταξιούχοι ζουν σε άθλιες συνθήκες, αύξηση κατά 400.000 και 300.000 άτομα αντίστοιχα σε σχέση με πέντε χρόνια πριν.
Τα πιο αυξημένα ποσοστά φτώχειας απαντώνται στο Λονδίνο, στη βόρεια και την κεντρική Αγγλία και την Ουαλία. Μικρότερα ποσοστά καταγράφονται στη νότια Αγγλία, τη Σκωτία και τη Βόρεια Ιρλανδία.
Σύμφωνα με τα κριτήρια της έρευνας, μια οικογένεια θεωρείται φτωχή όταν το εισόδημά της είναι κατά περισσότερο από 60% μικρότερο από το μέσο εισόδημα μιας αντίστοιχης οικογένειας.
Το ίδρυμα Joseph Rowntree καλεί την κυβέρνηση της Βρετανίας να δράσει για να βελτιώσει την ποιότητα και την ασφάλεια της εργασίας. Τονίζει μάλιστα ότι τα κοινωνικά επιδόματα είναι απολύτως απαραίτητα για την αντιμετώπιση της φτώχειας, όπως και η παροχή πιο οικονομικών κατοικιών.
Από την πλευρά της η εργατική συνομοσπονδία TUC ζητεί να σταματήσουν τα συμβόλαια επισφαλούς εργασίας.
«Τα συμβόλαια μηδενικών ωρών θα πρέπει να απαγορευθούν και ο κατώτατος μισθός θα πρέπει αμέσως να φτάσει τουλάχιστον τις 10 λίρες την ώρα», επεσήμανε η γενική γραμματέας του Φράνσις Ο’ Γκρέιντι.
Η κυβέρνηση του Βρετανού πρωθυπουργού Μπόρις Τζόνσον έχει ανακοινώσει ότι από τον Απρίλιο θα αυξήσει τον κατώτατο μισθό στις 8,72 λίρες την ώρα και υπογραμμίζει ότι η αντιμετώπιση της φτώχειας παραμένει προτεραιότητά της.