Λίγο μετά την αυγή του νέου έτους, το διεθνές στερέωμα της τέχνης θρηνεί τον θάνατο του εικαστικού και δασκάλου Τζον Μπαλντεσάρι, σε ηλικία 88 ετών στην κατοικία του στη Βένις του Λος Άντζελες. «Ο ευγενικός γίγαντας της εννοιολογικής τέχνης», όπως τον χαρακτήρισαν οι Los Angeles Times, μπόλιασε με χιούμορ τους αυστηρούς κανόνες και τον φορμαλισμό του καλλιτεχνικού αυτού ρεύματος, ενώ ανέδειξε με το έργο του και τη διδασκαλία του και παγίωσε στην ιστορία της τέχνης τη «Σχολή του Λος Άντζελες».
Γεννημένος το 1931 από μετανάστες γονείς (Αυστριακό πατέρα και Δανή μητέρα) στην μεθοριακή πόλη Νάσιοναλ Σίτι της Καλιφόρνιας, στις κοντά επτά δεκαετίες της σταδιοδρομίας του, ο Μπαλντεσάρι κέρδισε σχεδόν κάθε επίζηλη διάκριση στον χώρο της τέχνης, από συμμετοχές στις μεγαλύτερες εικαστικές διοργανώσεις –Documenta, Μπιενάλε Βενετίας και Whitney— έως και εκθέσεις στα πιο διάσημα μουσεία –Met, Tate Modern, Βαρκελώνης και Λος Άντζελες. Επίσης τιμήθηκε με το ανώτατο Εθνικό Μετάλλιο των Τεχνών το 2014 από τον Πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα, ενώ έκανε κι ένα «πέρασμα» από την τηλεοπτική σειρά The Simpsons το 2018.
Η καριέρα του Μπαλντεσάρι απογειώθηκε στις αρχές του ’70 όταν άφησε πίσω του την καθ’ εαυτό ζωγραφική πράξη των έργων του «αφηρημένου εξπρεσιονισμού» των δεκαετιών ’50 και ’60 και στράφηκε στο εννοιολογικό πεδίο. Τότε που συγκέντρωσε την προηγούμενη παραγωγή του από το 1953 ίσαμε το 1966 και τελετουργικά τα αποτέφρωσε στο δρώμενο Cremation Project (1970). Έκτοτε αφιερώθηκε στην αναζήτηση άλλων εικαστικών δρόμων, χρησιμοποιώντας ένα ευρύτερο φάσμα από εκφραστικά μέσα, όπως το βίντεο, η φωτογραφία, τα τυπώματα, η γλυπτική και οι εγκαταστάσεις. Χωρίς ωστόσο να εγκαταλείπει και την συμβατική ζωγραφική, την οποία όμως εμπλούτιζε με μία θεματογραφία ποπ, με χαρακτηριστικό την πλούσια και θεαματική παλέτα.
Όπως τόνιζε ο ίδιος, αντιλήφθηκε πως εφόσον τον ενδιέφερε η ανθρώπινη γλώσσα, γιατί να μην ζωγραφίζει λέξεις στον καμβά, κι αφού του άρεσε η φωτογραφία, γιατί να μην την ενσωματώσει στο έργο του. Ο Μπαλντεσάρι δεν κατανοούσε γιατί τα δύο τούτα εκφραστικά μέσα της τέχνης, η ζωγραφική και η φωτογραφία, έπρεπε να έχουν ξεχωριστές ιστορίες κι αποφάσισε να τις συνδυάσει σε μία κοινή χειρονομία, που αργότερα έμελλε να χαρακτηρισθεί ως «εννοιολογική τέχνη».
Η εξερεύνηση τούτη ενός νέου καλλιτεχνικού ιδιώματος οδήγησε τον Μπαλντεσάρι σε ορισμένες εμβληματικές δράσεις: όπως εκείνη του 1971, όταν μη μπορώντας για οικονομικούς λόγους να ταξιδεύσει για την έκθεσή του στο Nova Scotia College of Art and Design, ο Μπαλντεσάρι ανέθεσε στους εκεί σπουδαστές να γράψουν στους τοίχους της αίθουσας τη φράση «Δεν θα ξανακάνω βαρετή τέχνη» (I will not make any more boring art). Ενώ το 1972 απήγγειλε τραγουδιστά, στο βίντεό του «Ο Μπαλντεσάρι τραγουδά Λιούιτ», το γνωστό μανιφέστο με τις 35 θέσεις του Σολ Λιούιτ «Προτάσεις για την Εννοιολογική Τέχνη, Sentences on Conceptual Art»(1968), σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Στις δεκαετίες του ‘70 και ‘80, τα έργα του Μπαλντεσάρι συνδύαζαν φωτογραφίες με άλλα υλικά κι εγκαταστάσεις, με αποκορύφωμα την έκθεση του 1984 Φιλί/Πανικός (Kiss / Panic), όπου κοινό και κριτικοί βρέθηκαν έξαφνα περικυκλωμένοι από φωτογραφίες με χέρια που κρατούσαν όπλα.
Η τεχνική της χρήσης έτοιμων φωτογραφιών, των οποίων τμήματα ή ολάκερη η επιφάνεια επικαλυπτόταν με ενιαίες στρώσεις ενός έντονου χρώματος και η επιστροφή του στη ζωγραφική, αλλά με μία έντονη χρωματική παλέτα, χαρακτήρισαν την επόμενη φάση της δημιουργίας του, ενώ στο τέλος το ενδιαφέρον του κέντρισαν οι συνδυασμοί λέξεων με εικονίδια emoji. Το ότι τα τελευταία ήταν δημοφιλή, παρ’ όλο που ήταν κατά τον ίδιο «ηλίθια», όπως τόνιζε το 2017 στους Los Angeles Times, αποτελούσε κίνητρο για την κοινωνική κι αισθητική κριτική, στην οποία στόχευε το έργο του.
Η επιρροή του Μπαλντεσάρι δεν περιοριζόταν μόνο στο πλαίσιο του έργου του, αλλά εξακτινώθηκε και μέσα από τη διδασκαλία του πρώτα στο California Institute of the Arts (1970-1988) και κατόπιν στο University of California, Los Angeles (1996- 2005). Μεταξύ των μαθητών του περιλαμβάνονται μεγάλα ονόματα στο σύγχρονο εικαστικό στερέωμα, όπως οι Μάιλ Κέλι, Μπάρμπαρα Μπλουμ, και ο πολύς Τόνι Ούρσλερ. Ο ίδιος μάλιστα απέδιδε μεγάλη σημασία στη συμβολή της διδακτικής εμπειρίας στη διαμόρφωση του καλλιτεχνικού χαρακτήρα του κάθε δημιουργού. Όπως έλεγε το 2013 στους Financial Times, «οι μαθητές είναι οι πρώτοι που σου λένε πως είσαι γεμάτος σκ… Μου αρέσει αυτού του είδους η αλληλεπίδραση».