Το 2016 ο Μοχάμεντ Μπάντραν βρισκόταν στο βήμα του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη. Σήμερα ο νεαρός Παλαιστίνιος εξακολουθεί να εκπροσωπεί τους εκτοπισμένους στο Παγκόσμιο Φόρουμ για τους Πρόσφυγες που διεξάγεται στη Γενεύη, όμως προειδοποιεί: «Χρειαζόμαστε πράξεις, όχι στείρα λόγια».
Αντίθετα με το 2016 ο 25χρονος άνδρας δεν είναι μόνος: συμμετέχει σε μια αποστολή εξήντα προσφύγων που πήγαν στη Γενεύη για να προσφέρουν τη ματιά τους στο Φόρουμ αυτό, που διεξάγεται για πρώτη φορά.
Το Φόρουμ, στο οποίο συμμετέχουν σήμερα και αύριο ηγέτες κρατών, υπουργοί και εκπρόσωποι της κοινωνίας των πολιτών, έχει στόχο να πετύχει καλύτερο καταμερισμό των προσφύγων, ο αριθμός των οποίων έφτασε το 2018 τα 26 εκατομμύρια.
Ο Παλαιστίνιος, που έφυγε το 2013 από τη Συρία για να γλιτώσει από τον πόλεμο, εξέφρασε την ικανοποίησή του για τη μεγαλύτερη συμμετοχή προσφύγων στο Φόρουμ, το οποίο τους αφορά άμεσα. Ο Μπάντραν έχει πλέον εγκατασταθεί στην Ολλανδία όπου έχει δημιουργήσει ένα δίκτυο από εθελοντές πρόσφυγες που βοηθούν τον τοπικό πληθυσμό.
Όμως 60 πρόσφυγες «είναι λιγότερο από το 2% των συμμετεχόντων», υπενθύμισε. «Δεν έχουμε πετύχει επαρκές ποσοστό εκπροσώπησης για τους πρόσφυγες», κατήγγειλε, εξηγώντας ότι οι ίδιοι μπορούν καλύτερα να εξηγήσουν τις ανάγκες τους. Αντί να έχουν λόγο, τόνισε ο Μπάντραν, οι πρόσφυγες και οι μετανάστες συχνά χρησιμοποιούνται ως αποδιοπομπαίοι τράγοι. Ένα είναι βέβαιο για εκείνον: «οι πρόσφυγες χρησιμοποιούνται σαν πιόνια για πολιτικούς και εκλογικούς σκοπούς».
«Όλα τα χρήματα» στους διακινητές
Για να ανατρέψει αυτή την τάση η οργάνωση του Μπάντραν πρότεινε σε περίπου 600 πρόσφυγες να ασχοληθούν με παιδιά με αναπηρία, να βοηθήσουν ηλικιωμένους ή να κάνουν μαθήματα αραβικών μεταδίδει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, επικαλούμενο το AFP. Μια περίπλοκη διαδρομή ενσωμάτωσης που αντανακλά συχνά τη διαδρομή που ακολούθησαν οι εκτοπισμένοι προτού φτάσουν στην Ευρώπη, ή συχνότερα σε κάποια φτωχή, γειτονική χώρα της πατρίδας τους.
Για τον ίδιο το ταξίδι διήρκησε πολλούς μήνες: Λίβανος, Αίγυπτος, Γκάνα, Τόγκο και τελικά Ολλανδία χάρη στους διακινητές που του κόστισαν 15.000 ευρώ, όπως και σε κάθε μέλος της οικογένειάς του.
«Χονδρικά όλα μας τα χρήματα πάνε στους διακινητές. Φτάσαμε χωρίς τίποτα», διηγήθηκε και γι΄αυτό χρειάστηκε να ξεκινήσει από το μηδέν στην Ολλανδία προτού τελικά πάρει το πτυχίο Ανθρωπολογίας φέτος.
«Θα ήταν όμως πολύ πιο αποτελεσματικό αν χρησιμοποιούσαμε τα χρήματα αυτά για να συμβάλουμε (στην κοινωνία) και να στήσουμε μια επιχείρηση, αντί να τα ξοδεύουμε στους διακινητές», κατήγγειλε ο Μπάντραν.
Αν οι δυτικές χώρες άνοιγαν τα σύνορά τους σε αυτούς που φοβούνται για τη ζωή τους, οι πρόσφυγες θα έφταναν εκεί «με αρκετά χρήματα για να ανοικοδομήσουν (τη ζωή τους) χωρίς καμία βοήθεια», εξήγησε.
Προκειμένου να ενσωματωθούν καλύτερα, θα πρέπει να επιτραπεί στους πρόσφυγες να βρουν δουλειά, να αναγνωριστούν τα πτυχία τους και να τους προσφερθεί καλύτερη πρόσβαση στα πανεπιστήμια.
Αν γίνει αυτό, εκτίμησε ο Μπάντραν, οι πρόσφυγες «θα μπορούσαν να δείξουν ότι δεν είναι απλώς θύματα, αλλά άνθρωποι που μπορούν να συνεισφέρουν πραγματικά στην κοινωνία».