Τουλάχιστον 43 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους και εκατοντάδες τραυματίστηκαν από τις δύο εκρήξεις που σημειώθηκαν σχεδόν ταυτόχρονα σήμερα σε τεμένη της Τρίπολης, στο βόρειο Λίβανο, όπως έγινε γνωστό από πηγές των υπηρεσιών ασφαλείας της χώρας.
Νωρίτερα, η Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού και της Ερυθράς Ημισελήνου του Λιβάνου ανέφερε ότι οι τραυματίες ξεπερνούν τους 500.
Οι δύο επιθέσεις, οι πιο αιματηρές που έχουν σημειωθεί στην Τρίπολη μετά τη λήξη του εμφυλίου πολέμου στο Λίβανο, σημειώθηκαν την ώρα που τελείωνε η προσευχή της Παρασκευής και οι πιστοί αναχωρούσαν για τα σπίτια τους. Οι κάτοικοι της Τρίπολης στη μεγάλη τους πλειονότητα είναι σουνίτες.
Η πρώτη έκρηξη έγινε στο σουνιτικό τέμενος Τάκουα και είχε ως αποτέλεσμα να σκοτωθούν τουλάχιστον 14 άνθρωποι. Ακολούθησε μια δεύτερη έκρηξη, έξω από το τέμενος Αλ Σαλάμ. Σύμφωνα με το υπουργείο Εσωτερικών του Λιβάνου, στην περίπτωση αυτή ανατινάχθηκε ένα αυτοκίνητο φορτωμένο με 100 κιλά εκρηκτικών.
Ένας δημοσιογράφος του πρακτορείου ειδήσεων Reuters που βρισκόταν στην περιοχή είπε ότι ο κρατήρας που δημιουργήθηκε είχε βάθος 2,5 μέτρα και διάμετρο 4 μέτρα. Το πάτωμα του τεμένους ήταν καλυμμένο με αίμα, ενώ ο δρόμος απ’ έξω είχε μαυρίσει από την έκρηξη.
«Σκύβαμε να προσευχηθούμε για δεύτερη φορά όταν εξερράγη η βόμβα. Όταν κατακάθισε η σκόνη κοίταξα τριγύρω και είδα πτώματα», είπε ένας 39χρονος, ο Σαμίρ Τζαντούλ.
Τα τοπικά τηλεοπτικά κανάλια μετέδωσαν εικόνες στις οποίες διακρίνονται άνθρωποι να τρέχουν πανικόβλητοι στους δρόμους ενώ κάποιοι από αυτούς μεταφέρουν αιμόφυρτα θύματα.
Κοντά στο τέμενος Τάκουα εξοργισμένοι άνδρες, οπλισμένοι με ΑΚ-47, βγήκαν στους δρόμους και άρχισαν να πυροβολούν στον αέρα ενώ άλλοι εκτόξευαν πέτρες εναντίον Λιβανέζων στρατιωτών.
Σε ένα βίντεο που μεταδόθηκε από το τοπικό ειδησεογραφικό κανάλι LBC παρουσιάζεται η στιγμή της έκρηξης στο τέμενος αλ Σαλάμ. Από την έκρηξη γκρεμίστηκε ένας τοίχος του κτιρίου και σύννεφα σκόνης κάλυψαν την ατμόσφαιρα και τους πιστούς που έτρεχαν αλλόφρονες να σωθούν.
Λιβανέζοι αξιωματούχοι κάλεσαν τους κατοίκους της πόλης να παραμείνουν ψύχραιμοι και ζήτησαν να επικρατήσει ηρεμία καθώς η ένταση στην πόλη κορυφώνεται, ως αποτέλεσμα της διάχυσης της συριακής κρίσης στο γειτονικό Λίβανο. Στο πρόσφατο παρελθόν σουνίτες ένοπλοι έχουν συγκρουστεί με ομάδες αλαουιτών μαχητών στην περιοχή.
Ο πρώην επικεφαλής των υπηρεσιών εσωτερικής ασφάλειας Ασράφ Ρίφι, το σπίτι του οποίου υπέστη ζημιές από τη δεύτερη έκρηξη, προειδοποίησε ότι μαζεύονται σύννεφα βίας στον Λίβανο. «Ακόμη είμαστε στην αρχή της θύελλας και πρέπει να παραμείνουμε σε επαγρύπνηση και να προσπαθήσουμε να προστατεύσουμε το έθνος. Η θύελλα αυτή έχει εξελιχθεί σε έναν τεράστιο, σοβαρό κίνδυνο», τόνισε.
Αυτόπτες μάρτυρες από τις περιοχές όπου σημειώθηκαν οι δύο επιθέσεις είπαν ότι οι ντόπιοι κατηγορούσαν την κυβέρνηση του Σύρου προέδρου Μπασάρ αλ Άσαντ και τη σιιτική οργάνωση Χεζμπολάχ για τις εκρήξεις. Η Χεζμπολάχ πάντως σε ανακοίνωσή που εξέδωσε καταδίκασε τις επιθέσεις και εξέφρασε την αλληλεγγύη της στα θύματα, λέγοντας ότι μπήκαν στο στόχαστρο στο πλαίσιο «μιας προσπάθειας να βυθιστεί ο Λίβανος στο χάος και την καταστροφή».
Ο ιμάμης του τεμένους Τάκουα, ο Σάλεμ αλ Ράφεϊ, έχει εκφράσει ξεκάθαρα την υποστήριξή του στους σουνίτες αντάρτες της Συρίας και στους Λιβανέζους σουνίτες που πολεμούν το καθεστώς του Άσαντ.
Από τις Βρυξέλλες, η επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας Κάθριν Άστον εξέφρασε τον αποτροπιασμό της για τη διπλή επίθεση και επανέλαβε ότι «η τρομοκρατία και η χρήση βίας εναντίον πολιτών είναι απολύτως απαράδεκτες». Σύμφωνα με ανακοίνωση που εξέδωσε ο εκπρόσωπός της η Άστον ζητά να ερευνηθεί το συντομότερο δυνατόν το θέμα και καλεί όλες τις πλευρές να επιδείξουν αυτοσυγκράτηση, τονίζοντας ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση στηρίζει την «ενότητα και τη σταθερότητα» στον Λίβανο.