Όταν από τις Βρυξέλλες βγήκε χθες λευκός καπνός για την πολυπόθητη συμφωνία για το Brexit μεταξύ ΕΕ και Βρετανίας, μιας μικρή υπενθύμιση από τη Βόρεια Ιρλανδία ήταν αρκετή για να «γειώσει» το πανηγυρικό κλίμα όσων πίστευαν πως το θέμα είναι πλέον λήξαν. Το μικρό κόμμα DUP αντέδρασε άμεσα, υπενθυμίζοντας πως εμμένει σε προηγούμενη δήλωσή του, στην οποία ξεκαθάριζε πως δεν μπορεί να στηρίξει τη συμφωνία στην οποία κατέληξαν Μπόρις Τζόνσον και Ευρωπαϊκή Ένωση.
Και μπορεί το βορειοϊρλανδικό κόμμα με τις δέκα έδρες να μην γεμίζει το μάτι, όμως στο βρετανικό Κοινοβούλιο η τοποθέτησή του θα είναι καίρια. Διότι το κείμενο της συμφωνίας πρέπει να εγκριθεί και από τη Βουλή, όπου το κόμμα της Φόστερ, με τους 10 βουλευτές του, είναι ο απαραίτητος σύμμαχος των Συντηρητικών του πρωθυπουργού Μπόρις Τζόνσον. Ειδικά με δεδομένο ότι οι πιο ευρωφοβικοί βουλευτές του αναμένεται να ευθυγραμμισθούν με τη θέση του DUP.
Έτσι η τύχη του Brexit βρίσκεται στα χέρια της 49χρονης Αρλίν Φόστερ, επικεφαλής του ενωτικού DUP, η οποία εμπέδωσε τις ισχυρές πολιτικές πεποιθήσεις της στη διάρκεια των Ταραχών που αιματοκύλισαν τη Βόρεια Ιρλανδία και υπερασπίζεται επίμονα την ένωση της επαρχίας της με το Ηνωμένο Βασίλειο.
Ουσιαστικά με την ξεκάθαρη έκφραση των επιφυλάξεων του DUP για τη συμφωνία που συνήφθη, καθίσταται σχεδόν απίθανη- με τα μέχρι στιγμής δεδομένα- η υιοθέτησή του από το κοινοβούλιο.
Τούτο διότι η Αρλίν Φόστερ, πεπεισμένη ενωτική, είναι αμετακίνητη στις αρχές της και ό,τι πηγαίνει προς την κατεύθυνση ενός διαφορετικού καθεστώτος για την επαρχία της Βόρειας Ιρλανδίας από εκείνο του υπόλοιπου Ηνωμένου Βασιλείου είναι γι’ αυτήν απαράδεκτο.
Οι πεποιθήσεις της σφυρηλατήθηκαν μέσα στο αίμα, όπως περιγράφει το ΑΜΠΕ. Ήταν 8 ετών το 1979, όταν άνδρες του Ιρλανδικού Δημοκρατικού Στρατού (IRA) πυροβόλησαν στο κεφάλι τον πατέρα της, έναν αστυνομικό μερικής απασχόλησης, μέσα στο αγρόκτημα της οικογένειάς της κοντά στα σύνορα με τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας, που ήταν τότε πολύ στρατιωτικοποιημένα. Ο πατέρας της επέζησε της επίθεσης.
Στα 16 της, γλίτωσε από επίθεση του IRA εναντίον του σχολικού λεωφορείου της, που είχε στόχο τον οδηγό του λεωφορείου, ο οποίος ήταν μέλος των ενόπλων δυνάμεων.
Η γυναίκα με τα κοντά μαλλιά και το επιβλητικό παρουσιαστικό είναι δικηγόρος με πείρα στις διαπραγματεύσεις. Είχε πετύχει να λάβει πάνω από ένα δισεκατομμύριο στερλίνες για την επαρχία της ως αντάλλαγμα για να υποστηρίξει την πρώην πρωθυπουργό Τερέζα Μέι.
Παντρεμένη και μητέρα τριών παιδιών, ήταν μέχρι πρόσφατα πρωθυπουργός της Βόρειας Ιρλανδίας, πριν χρειαστεί να εγκαταλείψει τη θέση της, καθώς ενεπλάκη σ’ ένα σκάνδαλο στη διαχείριση επιδοτήσεων που προορίζονταν για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Υποστηρίζει τις υπερσυντηρητικές ιδέες του κόμματός της σε ζητήματα ηθών, τάσσεται εναντίον των αμβλώσεων και του γάμου μεταξύ ομοφυλοφίλων, που άλλωστε απαγορεύονται στην επαρχία.
«Οι επιθέσεις αποτελούν μέρος αυτού που είμαι, δεν μπορούν να μου το πάρουν»
Η Αρλίν Φόστερ εξήγησε σε συνέντευξή της στην εφημερίδα Belfast Telegraph πως οι επιθέσεις των οποίων υπήρξε μάρτυρας κατά την παιδική της ηλικία διαμόρφωσαν τον τρόπο που βλέπει τη ζώη. «Αυτό αποτελεί μέρος αυτού που είμαι, δεν μπορούν να μου το πάρουν. Διαμόρφωσε την εφηβεία μου, τις πολιτικές επιλογές μου, όμως ταυτόχρονα δεν πιστεύω πως πρέπει να αφήνουμε το παρελθόν να αποφασίζει για το μέλλον».
Σπούδασε νομικά στο Queen’s University του Μπέλφαστ πριν ενταχθεί στην Ένωση Νέων Ενωτικών, την οργάνωση νεολαίας του Ενωτικού Κόμματος του Όλστερ (UUP), του κύριου προτεσταντικού σχηματισμού που κυβέρνησε σχεδόν χωρίς αντίπαλο τη Βόρεια Ιρλανδία από τη δημιουργία της επαρχίας το 1922, όταν η Ιρλανδία απέκτησε την ανεξαρτησία της.
Εξελέγη στη νέα βορειοϊρλανδική συνέλευση το 2003 και την επόμενη χρονιά αποχώρησε από το UUP για να ενταχθεί στο DUP, επειδή διαφώνησε με τους όρους της ειρηνευτικής συμφωνίας για τη Βόρεια Ιρλανδία η οποία έβαλε το 1998 τέλος σε τρεις δεκαετίας βίας και την οποία είχε διαπραγματευθεί το UUP.
Η άνοδός της στην ιεραρχία του DUP ήταν ταχεία, μέχρι που τον Ιανουάριο 2016 έγινε πρωθυπουργός της Βόρειας Ιρλανδίας. Είχε μια δύσκολη σχέση με τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησής της, τον Μάρτιν Μακγκίνες, έναν ηγέτη του κόμματος Σιν Φέιν που τάσσεται υπέρ της εθνικής αυτοδιάθεσης. Ο Μακγκίνες ασθένησε και παραιτήθηκε τον Ιανουάριο 2017, ενώ απεβίωσε μερικές εβδομάδες αργότερα. Τα δύο κόμματα είναι υποχρεωμένα να κυβερνούν μαζί βάσει της ειρηνευτικής συμφωνίας του 1998.
Έκτοτε όμως η Φόστερ και το Σιν Φέιν δεν έχουν καταφέρει να συμφωνήσουν και το Λονδίνο είναι αυτό που διαχειρίζεται τις τρέχουσες υποθέσεις της επαρχίας.