Τα κατασχεθέντα έργα της συλλογής του ιδιοκτήτης της Parmalat, Καλίστο Τάντσι, μεταξύ των οποίων βρίσκονται διεθνή αριστουργήματα, θα βγει σε δημοπρασία.
Την εποχή του ομώνυμου σκανδάλου και της ηχηρής κατάρρευσης της αυτοκρατορίας της γαλακτοβιομηχανίας Parmalat, ο ιδιοκτήτης της διερρήγνυε τα ιμάτιά του πως «στο σπίτι μου δεν υπάρχουν κελάρια με πολύτιμους πίνακες». Όμως, άρκεσαν λίγες ημέρες για να έλθει η διάψευση, όταν η οικονομική αστυνομία ανακάλυψε έναν μικρό θησαυρό από 19 πίνακες, που ο Τάντσι, ναι μεν δεν έκρυβε στο σπιτικό του, αλλά τους φύλαγε στις κατοικίες τριών έμπιστών του φίλων—δύο στην γενέτειρά του Πάρμα, κι ενός άλλου σε κοντινή πόλη. Κι ακολούθησαν κι άλλα. Σήμερα, μία δεκαετία αργότερα, ο «θησαυρός του Τάντσι», αποτελούμενος από πίνακες, σχέδια, χαρακτικά και γλυπτά, βγαίνει σε δημοπρασία.
Στη συλλογή του Τάντσι περιλαμβάνονται δημιουργίες διάσημων εικαστικών, όπως οι Μονέ, Βαν Γκογκ, Πικάσο, Μιρό, Μαγκρίτ, Μοντριάν, Τουλούζ-Λοτρέκ, Πικαμπιά και Τζάκομο Μπάλα. Όλα τούτα τα χρόνια φυλασσόταν σε εγκαταστάσεις της ιταλικής δικαιοσύνης στην Πάρμα κι εν τέλει δόθηκαν στον οίκο Παντολφίνι της Φλωρεντίας για να δημοπρατηθούν.
Όπως αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ Προκειμένου να πωληθούν, τα έργα της συλλογής Τάντσι χωρίσθηκαν σε δύο κατηγορίες. Η πρώτη αφορά έργα τοπικού χαρακτήρα, της Πάρμας και της περιφέρειας της Εμίλια –Ρομάνια, και η δεύτερη περιλαμβάνει έργα διεθνούς ενδιαφέροντος.
Το πιο ενδιαφέρον κομμάτι, φυσικά, αφορά τη δημοπράτηση στις 29 Οκτωβρίου στο Ελβετικό Κέντρο του Μιλάνου των 55 έργων από τους πιο διάσημους δημιουργούς, που αναμένεται να αποφέρουν έσοδα πολλών εκατ. Ευρώ —καθώς η αρχική αξία τους υπολογίζεται μεταξύ 6 και 8 εκατ. ευρώ.
Ανάμεσα στα έργα τούτα ξεχωρίζει ο πίνακας του Τζάκομο Μπάλα «Παράθυρο του Ντίσελντορφ», που φιλοτέχνησε ο διάσημος φουτουριστής ζωγράφος το 1912, κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού του στη γερμανική πόλη.
Ξεχωριστή θέση έχουν επίσης και τα δύο έργα του Βαν Γκογκ, το σχέδιο «Ιτιά» (Pollard Willow, του 1881-82) και ο πίνακας «Νεκρή Φύση» (1885). Επίσης δύο έργα του Βασίλι Καντίνσκι «Dunn und flecking souple» και «Sestre-Abends». Το πρώτο φιλοτεχνήθηκε το 1931 και το δεύτερο το 1905. Μάλιστα το δεύτερο ο Καντίνσκι το ζωγράφισε στην Ιταλία, όταν μετά από ένα ταξίδι του στην Τυνησία, διέμεινε για λίγο στην Λιγουρία.
Σύμφωνα με τον φλωρεντινό οίκο δημοπρασίας, το γεγονός αυτό θα είναι «το μεγαλύτερο των τελευταίων 50 χρόνων, καθώς δεν υπάρχει κάποιο άλλο που να συγκρίνεται μαζί του».
Σύμφωνα με τον ίδιο οίκο, ο κατάλογος «είναι ένας πυρήνας έργων που στην Ιταλία δεν είναι συνηθισμένος, γιατί περιλαμβάνει έργα τέχνης διεθνούς εμβέλειας συλλέκτη, που δεν καταγράφεται πουθενά αλλού στη χώρα».
Όπως τονίζεται, ήδη υπάρχει διεθνές ενδιαφέρον για την απόκτηση των σημαντικών αυτών έργων. Ο οίκος Παντολφίνι προβλέπει πως τα σημαντικότερα από αυτά θα αποκτηθούν από διεθνείς συλλέκτες, καθώς –χωρίς να αποκλείονται και οι Ιταλοί συλλέκτες—«αυτές οι δημιουργίες προορίζονται περισσότερο στην ευρύτερη ευρωπαϊκή κουλτούρα, ανήκουν περισσότερο στην διεθνή ευρωπαϊκή αγορά τέχνης, και λίγα από τα έργα έχουν ενδιαφέρον για τους Ιταλούς συλλέκτες».
Μεταξύ των μεγάλων Ιταλών ζωγράφων υπάρχουν έργα του Τζαντομενέγκι, του Τζοβάνι Σεγκατίνι, του Τζουζέπε ντε Νίτις και του Ουμπέρτο Μποτσόνι (ένα αριστουργηματικό έργο του 1909 με τίτλο «Γυναίκα που διαβάζει»).
Το ίδιο το ιταλικό υπουργείο Πολιτισμού έχει ενδιαφερθεί για τη δημοπρασία, ιδίως για τα έργα που χαρακτηρίζονται ως «εθνικού ενδιαφέροντος» και θα μπορούσαν να κοσμήσουν ένα μουσείο της χώρας. Μάλιστα, τρία από τα έργα έχουν χαρακτηρισθεί εθνικός θησαυρός και σε αντίστοιχο αίτημα του Παντολφίνι, η αρμόδια ιταλική επιτροπή έργων είχε αρνηθεί να ταξιδεύσουν στο εξωτερικό: πρόκειται για το έργο του Μπάλα «Παράθυρο του Ντίσελντορφ», το «Κοτέτσι» του Φρανσίς Πικαμπιά και το «Γυναίκα με Σκύλο» του Βιτόριο Ματέο Κόρκος. Τα τρία αυτά έργα θα μπορέσουν να τα «χτυπήσουν» μόνον Ιταλοί συλλέκτες, μουσεία και γκαλερί.