«Ρίσκο» για τη βρετανική, την ευρωπαϊκή και την παγκόσμια οικονομία, σε περίπτωση που η Βρετανία αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση χωρίς συμφωνία, αναγνωρίζει ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο.
Ωστόσο, κατά τη διάρκεια συνέντευξης που παραχώρησε στο ιταλικό τηλεοπτικό δίκτυο Sky TG24 με την ευκαιρία της επίσκεψης του στην Ιταλία, δήλωσε πεπεισμένος ότι η επιχειρηματικότητα και η καινοτομία στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ «θα συνεχίσουν να επιτρέπουν σε όλες τις οικονομίες να εξακολουθήσουν να αναπτύσσονται».
Ο Πομπέο ερωτήθηκε εάν η Ουάσινγκτον φοβάται πως το Brexit, το οποίο ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ και η κυβέρνησή του έχουν υποστηρίξει ανεπιφύλακτα, θα μπορούσε να υπονομεύσει όχι μόνο την οικονομία του Ηνωμένου Βασιλείου, αλλά και αυτήν της ΕΕ και την παγκόσμια οικονομία. «Το μελετάμε αυτό εδώ και πολύ καιρό. Έχω μιλήσει με φίλους σε όλη την Ευρώπη. Έχω μιλήσει με κόσμο στο Ηνωμένο Βασίλειο. Οι πάντες θέλουν να τελειώσει αυτό. Και πράγματι, ο βρετανικός λαός ψήφισε υπέρ του Brexit, και τώρα επαφίεται στη Βρετανία να ξεκαθαρίσει πώς θα γίνει» απάντησε ο Πομπέο.
«Είμαστε διατεθειμένοι να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να εξασφαλίσουμε πως οι αρνητικές επιπτώσεις που μόλις περιγράψατε δεν θα υπάρξουν» συμπλήρωσε ο Αμερικανός ΥΠΕΞ.
«Ασφαλώς και υπάρχει κάποιο ρίσκο πως αν προχωρήσει το Brexit χωρίς συμφωνία θα μπορούσε να συμβεί αυτό, αλλά είμαι πεπεισμένος πως το πνεύμα της επιχειρηματικότητας και της καινοτομίας σε όλη την Ευρώπη και στις ΗΠΑ θα συνεχίσει να επιτρέπει οι οικονομίες όλων μας να εξακολουθήσουν να αναπτύσσονται» συμπλήρωσε.
Υπενθύμισε πως η Ουάσινγκτον συζητά με το Λονδίνο το ενδεχόμενο να συναφθεί διμερής συμφωνία ελεύθερου εμπορίου αφού ολοκληρωθεί η αποχώρηση της χώρας από την ΕΕ διαβεβαιώνοντας παράλληλα πως η Ουάσινγκτον θέλει να έχει καλές εμπορικές σχέσεις με όλες τις ευρωπαϊκές χώρες.
Η «τελική προσφορά» που υπέβαλε στις Βρυξέλλες και παρουσίασε στο Μάντσεστερ, στο συνέδριο των Τόρις, ο συντηρητικός πρωθυπουργός της Βρετανίας Μπόρις Τζόνσον χθες Τετάρτη συνάντησε από επιφυλακτική ως ψυχρή υποδοχή στην ΕΕ. Οι θέσεις των δύο πλευρών θεωρείται πως απέχουν ακόμη πολύ.
Η πρόταση Τζόνσον για «λογικό συμβιβασμό» και οι αντιδράσεις
Ο Τζόνσον παρουσίασε έναν «λογικό συμβιβασμό», όπως τον αποκαλεί, σε επιστολή του προς τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ.
Ο τελευταίος έκανε λόγο για «θετική πρόοδο» αλλά και για «προβληματικά σημεία» του σχεδίου Τζόνσον. Ο επικεφαλής διαπραγματευτής της Ευρωπαϊκής Ένωσης Μισέλ Μπαρνιέ σημείωσε επίσης ότι σημειώνεται πρόοδος αλλά επέμεινε ότι «υπάρχει ακόμη πολλή δουλειά που πρέπει να γίνει».
Το σχέδιο επιτρέπει, σύμφωνα με τον Τζόνσον, να λυθεί η σπαζοκεφαλιά των συνόρων στην Ιρλανδία, καθώς απομένει λιγότερο από ένας μήνας μέχρι την καθορισμένη ημερομηνία αποχώρησης. Όπως υποστηρίζει, η Βόρεια Ιρλανδία θα παραμείνει στην ίδια τελωνειακή ζώνη με το υπόλοιπο Ηνωμένο Βασίλειο, χωρίς όμως να επανέλθουν οι τελωνειακοί έλεγχοι στα σύνορα με τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας. Το πώς ακριβώς θα γίνει αυτό δεν διευκρινίζεται και ο ίδιος ο Τζόνσον δεν έκρυψε ότι θα χρειαστεί οι δύο πλευρές να είναι «δημιουργικές» στις λύσεις που θα βρουν.
Η πρώτη αντίδραση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δεν είναι θετική, σχολίασε ο Φιλελεύθερος ευρωβουλευτής Γκι Φέρχοφστατ, επισημαίνοντας ότι δεν βλέπει να δίνονται οι αναγκαίες εγγυήσεις στην Ιρλανδία.
Αφού συνομίλησε τηλεφωνικά με τον Τζόνσον, ο πρωθυπουργός της Ιρλανδίας Λίο Βαράντκαρ εκτίμησε επίσης ότι οι προτάσεις του δεν καλύπτουν πλήρως τον στόχο αλλά δήλωσε πρόθυμος να συνεχίσει να εργάζεται για την επίτευξη συμφωνίας.
Αργά το βράδυ της Τετάρτης, ο Τζόνσον συνομίλησε επίσης με την καγκελάριο της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ και διευκρίνισε ότι θα συνεχίσει τις επαφές του με τους ομολόγους του τις επόμενες ημέρες. Οι χρηματαγορές δεν φάνηκαν να πείθονται από τις πιθανότητες επιτυχίας της πρότασης. Το Χρηματιστήριο του Λονδίνου έκλεισε με πτώση άνω του 3%, όπως μεταδίδει το ΑΜΠΕ.
Τι προβλέπει η πρόταση Τζόνσον
Η πρόταση της βρετανικής κυβέρνησης για τα σύνορα της Ιρλανδίας καταργεί το backstop –που προβλεπόταν από την προηγούμενη συμφωνία– χωρίς να επαναφέρει τους τελωνειακούς ελέγχους στα σύνορα μεταξύ Βόρειας Ιρλανδίας και Δημοκρατίας της Ιρλανδίας.
Με βάση το σχέδιο, που περιγράφει στην επτασέλιδη επιστολή του ο Τζόνσον, η Βόρεια Ιρλανδία θα ανήκει στην ίδια τελωνειακή ζώνη με τη Μεγάλη Βρετανία, όπως απαιτούσε το μικρό, ενωτικό κόμμα DUP. Ταυτόχρονα όμως, κατά τη μεταβατική περίοδο, στη βρετανική επαρχία θα διατηρηθούν οι κανονιστικές ρυθμίσεις που ισχύουν στην ΕΕ και στη Δημοκρατία της Ιρλανδίας, για όλα τα αγαθά και όχι μόνο για τα αγροτικά προϊόντα. Εφόσον το επιθυμούν οι αρχές της Βόρειας Ιρλανδίας, η μεταβατική περίοδος μπορεί να παραταθεί.
Ο Βρετανός πρωθυπουργός ανέφερε ότι οι νέες προτάσεις του «σημαίνουν ότι οι κανόνες της ΕΕ δεν μπορούν να διατηρηθούν επ’ αόριστον, εφόσον δεν είναι επιθυμητές, διορθώνοντας την παράλειψη του backstop». Μετά το Brexit, η βρετανική εμπορική πολιτική θα είναι υπό τον πλήρη βρετανικό έλεγχο, συμπλήρωσε. Όπως ανέφερε, με την πρότασή του, εξαλείφονται όλοι οι ρυθμιστικοί έλεγχοι για τις ανταλλαγές αγαθών μεταξύ Ιρλανδίας και Βόρειας Ιρλανδίας. Το κοινοβούλιο της Βόρειας Ιρλανδίας θα πρέπει να ψηφίζει κάθε τέσσερα χρόνια για να επικυρώνει αν θα παραμείνει η επαρχία σε αυτή τη μοναδική ζώνη.
Όσον αφορά την επαναφορά των φυσικών συνόρων, ο Τζόνσον διαβεβαίωσε ότι κάτι τέτοιο δεν θα γίνει, γιατί θα ήταν αντίθετο με τις ειρηνευτικές συμφωνίες της Μεγάλης Παρασκευής του 1998. Οι τελωνειακοί έλεγχοι θα γίνονται «αποκεντρωμένα», με ηλεκτρονικές δηλώσεις και επίσης με έναν πολύ περιορισμένο αριθμό ελέγχων στους χώρους των ενδιαφερόμενων επιχειρήσεων. Για τον λόγο αυτό, θα πρέπει να βρεθούν δημιουργικές λύσεις και να απλοποιηθούν οι τελωνειακές διαδικασίες κατά την μεταβατική περίοδο, ενώ και οι δύο πλευρές θα πρέπει να δεσμευτούν ότι δεν θα διενεργήσουν ποτέ ελέγχους στα σύνορα, πρόσθεσε.
Το μεσημέρι της Τετάρτης, μιλώντας στο συνέδριο του κόμματός του στο Μάντσεστερ, ο Τζόνσον επανέλαβε την πάγια θέση του, ότι η Βρετανία θα αποχωρήσει από την ΕΕ την 31η Οκτωβρίου «ό,τι κι αν γίνει», με ή χωρίς συμφωνία.
Ο ηγέτης της αντιπολίτευσης Τζέρεμι Κόρμπιν προέβλεψε ωστόσο ότι η πρόταση δεν θα γίνει δεκτή από τις άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Σημείωσε επίσης ότι δεν διευκρινίζεται πώς ακριβώς θα διαφυλαχθεί η Συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής του 1998.
Παράλληλα, ο Βρετανός πρωθυπουργός γνωστοποίησε πως θα ζητήσει και πάλι το κλείσιμο του βρετανικού κοινοβουλίου.