Στο βήμα της 74η Σύνοδο Κορυφής του ΟΗΕ για το Κλίμα ανέβηκε ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης.
Σύμφωνα με το κυπριακό philenews.com, ο Νίκος Αναστασιάδης υπογράμμισε ότι ενώ «οι προσπάθειες επανέναρξης των διαπραγματεύσεων βρίσκονται σε εξέλιξη, οι πρόσφατες ενέργειες της Τουρκίας, όχι μόνο παραβιάζουν το Διεθνές Δίκαιο, αλλά υπονομεύουν σοβαρά τον στόχο της δημιουργίας ενός ευνοϊκού περιβάλλοντος, για ουσιαστικές διαπραγματεύσεις. Ακόμη απάντησε με αποφασιστικότητα στους «παραπλανητικούς ισχυρισμούς» του Τούρκου Προέδρου, Ταγίπ Ερντογάν.
Ο Πρόεδρος Αναστασιάδης επεσήμανε καταρχάς ότι η Κύπρος βρίσκεται στην πρώτη γραμμή των πρωτοβουλιών, που στοχεύουν στη δημιουργία συνθηκών ειρήνης και σταθερότητας στην περιοχή μας, μεταξύ άλλων μέσω της δημιουργίας συνεργειών και ενίσχυσης των σχέσεων με τις γειτονικές χώρες, ενώ υπογράμμισε ότι «αυτή η προηγμένη συνεργασία αποτελεί ένα πολλά υποσχόμενο βήμα προς την εγκαθίδρυση εταιρικών σχέσεων στην Ανατολική Μεσόγειο».
Πρόσθεσε ότι «τα τελευταία 45 χρόνια αναλαμβάνουμε τις ίδιες θετικές πρωτοβουλίες, για να τερματίσουμε το απαράδεκτο status quo και να επιτύχουμε μόνιμη ειρήνη και σταθερότητα στην πατρίδα μου», τονίζοντας ότι «το status quo είναι το αποτέλεσμα της παράνομης τουρκικής εισβολής του 1974, της παραβίασης της κυριαρχίας της Κυπριακής Δημοκρατίας, της επακόλουθης στρατιωτικής Κατοχής πάνω από του ενός τρίτου της χώρας και του βίαιου εκτοπισμού του 40% του πληθυσμού της. Από τότε, παρά τις ειλικρινείς προσπάθειες και την εποικοδομητική εμπλοκή μου, όπως και των προκατόχων μου προς μια διευθέτηση, η Κύπρος παραμένει η τελευταία ευρωπαϊκή διαιρεμένη χώρα»
Στη συνέχεια ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας έκανε εκτενή αναφορά στην προσπάθεια συνομολόγησης των «Όρων Αναφοράς», επισημαίνοντας ότι: «Βρισκόμαστε τώρα στη μέση μιας νέας προσπάθειας, η οποία παρέχει μια αίσθηση ελπίδας. Θα ήθελα να τονίσω με τον ισχυρότερο τρόπο την πλήρη αφοσίωσή μου και την υποστήριξή μου σε αυτή τη νέα προσπάθεια του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, να επαναλάβει τη διαδικασία, από τη στιγμή που σταμάτησε στο Crans Montana.
Στο πλαίσιο αυτό και μετά από πρόσκληση του Γενικού Γραμματέα για μια συμφωνημένη βάση, για τη επανάληψη των διαπραγματεύσεων, οι ηγέτες των δύο κοινοτήτων κατανοούν ότι οι σχετικοί «Όροι Αναφοράς» πρέπει να περιλαμβάνουν τα ακόλουθα στοιχεία:
- τη κοινή δήλωση της 11ης Φεβρουαρίου 2014, η οποία καθορίζει τις βασικές κατευθυντήριες γραμμές και αρχές για το πλαίσιο της επιδιωκόμενης λύσης, καθώς και τη μεθοδολογία της διαπραγματευτικής διαδικασίας.
- τις συγκλίσεις που επιτεύχθηκαν και οι οποίες οδήγησαν στη διοργάνωση της διάσκεψης για την Κύπρο στο Crans Montana και
- το πλαίσιο των έξι σημείων του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ για την Ασφάλεια και τις Εγγυήσεις, τα Στρατεύματα, την Αποτελεσματική Συμμετοχή, τις Εδαφικές Προσαρμογές, την Ακίνητη Περιουσία και την Ισότιμη Μεταχείριση, όπως παρουσιάστηκε στις 30 Ιουνίου 2017 στο Crans Montana».
Eξέφρασε την πεποίθηση ότι «μια τέτοια συναντίληψη θα μπορούσε να ανοίξει τον δρόμο, για την επανάληψη των συνομιλιών, με μοναδικό στόχο την επίτευξη συνολικής διευθέτησης, βάσει των όσων συμφωνήθηκαν ως ιστορικός συμβιβασμός από την πλευρά μας: την εξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας σε Διζωνική, Δικοινοτική Ομοσπονδία με πολιτική ισότητα, όπως ορίζεται στα σχετικά Ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας και στις Συμφωνίες Υψηλού Επιπέδου, με ενιαία κυριαρχία, ενιαία διεθνή νομική προσωπικότητα και ενιαία ιθαγένεια.
Μια διευθέτηση που θα δημιουργήσει ένα βιώσιμο, λειτουργικό και σταθερό ομοσπονδιακό κράτος, απαλλαγμένο από ξένες εξαρτήσεις, ξένα στρατεύματα και δικαιώματα παρέμβασης τρίτων χωρών. Μια διευθέτηση που δεν θα αποκλίνει από τα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας και τις αξίες και τις αρχές της ΕΕ».
«Και θέλω να στείλω ένα σαφές μήνυμα: Τα Ηνωμένα Έθνη και η αποστολή καλών υπηρεσιών του Γενικού Γραμματέα είναι ο μόνος τρόπος για μας» τόνισε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
Στη συνέχεια έθιξε το γεγονός ότι «ενώ οι προσπάθειες επανέναρξης της διαπραγματευτικής διαδικασίας βρίσκονται σε εξέλιξη, οι πρόσφατες ενέργειες της Τουρκίας ,όχι μόνο παραβιάζουν το διεθνές δίκαιο, αλλά υπονομεύουν σοβαρά τον στόχο της δημιουργίας ενός ευνοϊκού περιβάλλοντος για ουσιαστικές διαπραγματεύσεις».
Τόνισε κατηγορηματικά ότι «αν και δεν προτίθεμαι να ξεκινήσω ένα παιχνίδι κατηγορίας, δεν επιτρέπεται και η αξιοπρέπεια του λαού μας προτάσσει, να μην αποδεχτούμε τη διπλωματία των κανονιοφόρων, τις τακτικές εκβιασμού και τις προσπάθειες εξαναγκασμού της πλευράς μας να διαπραγματευτεί υπό πίεση».
Έθεσε ακόμη τα ρητορικά ερωτήματα «είναι δυνατόν οι προσπάθειες του Γενικού Γραμματέα να επιτύχουν, ενώ η Τουρκία παραβιάζει τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας στη διεθνώς αναγνωρισμένη Αποκλειστική Οικονομική της Ζώνη και στην υφαλοκρηπίδα; Ή όταν η Τουρκία απειλεί την Κύπρο ότι θα υπάρξουν σοβαρές συνέπειες εάν συνεχίσουμε το ενεργειακό μας πρόγραμμα; Ή όταν η Τουρκία απειλεί τα γειτονικά κράτη και τις ενεργειακές εταιρείες, με τις οποίες συνεργαζόμαστε και έχουμε καθιερώσει συμβατικές υποχρεώσεις;
Είναι δυνατόν οι προσπάθειες του Γενικού Γραμματέα να επιτύχουν όταν πρόσφατες δημόσιες δηλώσεις και πράξεις των Τούρκων αξιωματούχων σηματοδοτούν σχέδια για τη διευθέτηση της περιφραγμένης περιοχής της Βαρωσίων, το ακατοίκητο τμήμα της Αμμοχώστου, υπό την παράνομη τουρκική στρατιωτική κατοχή;».
Συνέχισε αναφέροντας ότι «Όσον αφορά τα Βαρώσια, θα ήθελα να τονίσω ότι το ξεχωριστό καθεστώς αναγνωρίστηκε σε όλες τις εκθέσεις του Γενικού Γραμματέα και των αποστολών του ΟΗΕ στην Κύπρο.
Πιο συγκεκριμένα, το πλαίσιο για την επανεγκατάσταση των Βαρωσίων από τους νόμιμους κατοίκους του υπό την αιγίδα του ΟΗΕ καθορίστηκε ως προτεραιότητα τόσο από τη συμφωνία υψηλού επιπέδου του 1979 μεταξύ των ηγετών των δύο κοινοτήτων όσο και από τα ψηφίσματα 550 και 789 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Από αυτή την άποψη, εκτιμούμε βαθύτατα την πρόσφατη επιβεβαίωση από τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ ότι η θέση των Ηνωμένων Εθνών επί του θέματος παραμένει αμετάβλητη και καθοδηγείται από τα εν λόγω ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας».
Υπογράμμισε ότι «καθώς μιλάμε, αντιμετωπίζουμε επίσης μια ολοένα και πιο επιθετική στάση του τουρκικού στρατού και μια κλιμάκωση των παραβιάσεων στη νεκρή ζώνη. Όλες αυτές οι εξελίξεις καθιστούν τον ρόλο της ειρηνευτικής δύναμης των Ηνωμένων Εθνών στην Κύπρο πιο αναγκαίο από ποτέ».
Έκανε ακόμη ιδιαίτερη αναφορά στην ομιλία του Τούρκου Προέδρου ενώπιον της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, επισημαίνοντας ότι «και σαν να μην αρκεί, το γεγονός ότι πρέπει να αντιμετωπίσουμε τις προαναφερθείσες προκλήσεις, ο Τούρκος Πρόεδρος, κ. Ερντογάν, πριν από δύο ημέρες σε αυτή τη Συνέλευση, ξεκίνησε με παραπλανητικούς ισχυρισμούς.
Αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, σε ασυμβίβαστη θέση της ελληνοκυπριακής πλευράς και ότι όσοι ισχυρίζονται ότι θα λύσουν το Κυπριακό πρόβλημα υπό την προϋπόθεση της “μηδενικής ασφάλειας, μηδενικών εγγυήσεων” έχουν κακές προθέσεις από την αρχή.
Και αναρωτιέμαι:
- Είναι ασυμβίβαστη και κακή η πρόθεση να δημιουργηθεί ένα ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος, ελεύθερο από τα στρατεύματα κατοχής;
- Είναι ασυμβίβαστη και κακή η πρόθεση να τερματιστεί μια αναχρονιστική Συνθήκη Εγγυήσεων και να θεσπιστεί ένα ισχυρό σύστημα ασφάλειας, βασισμένο στον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και στις Συνθήκες της ΕΕ;
- Ποια άλλα από τα 193 κράτη -μέλη του ΟΗΕ είναι κάτω υπό Εγγυήσεις από τρίτη χώρα;
- Είναι ασυμβίβαστη και κακή πρόθεση να επιδιωχθεί η καθιέρωση ενός κανονικού κράτους στο οποίο όλες οι αποφάσεις θα λαμβάνονται μόνο από τους Κύπριους, χωρίς εξωτερικές εξαρτήσεις;».
Ο Πρόεδρος Αναστασιάδης ανέφερε ακόμη ότι «Ο Τούρκος Πρόεδρος υποστήριξε επίσης ότι η ελληνοκυπριακή πλευρά αρνείται να μοιραστεί την πολιτική δύναμη και την ευημερία με τους Τουρκοκύπριους. Αρνούμαστε να μοιραστούμε την πολιτική δύναμη και την ευημερία με τους Τουρκοκύπριους ενώ:
- Αποδέχτηκαμε την πολιτική ισότητα όπως ορίζεται από τον Γενικό Γραμματέα και επιβεβαιώθηκε από τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας.
- Η ελληνοκυπριακή και τουρκοκυπριακή κοινότητα, στο πλαίσιο της διαπραγματευτικής διαδικασίας, κατέληξαν σε συμφωνία σχετικά με το θέμα των φυσικών πόρων, σύμφωνα με τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας.
- Έχουμε επίσης εκφράσει την ετοιμότητά μας, πάντα στο πλαίσιο σημαντικών διαπραγματεύσεων, να καταθέσουμε έσοδα από την εκμετάλλευση υδρογονανθράκων σε ανοικτό λογαριασμό για την τουρκοκυπριακή κοινότητα.
Συνέχισε ακόμη ότι «Ο Πρόεδρος Ερντογάν υποστήριξε επίσης ότι η Τουρκία έχει μια λογική προσέγγιση στο ζήτημα των ενεργειακών πόρων και ότι θα προστατεύσει τα νόμιμα δικαιώματα των Τουρκοκυπρίων μέχρι το τέλος.
- Είναι λογική προσέγγιση η μονομερής και παράνομη διεξαγωγή γεωτρήσεων εξερεύνησης υδρογονανθράκων στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη άλλης χώρας, μέσω της απειλής χρήσης βίας;
- Και αναρωτιέμαι: Ποια είναι τα συμφέροντα που προστατεύει η Τουρκία όταν οι αξιώσεις της περιορίζουν προς όφελός της την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της Κύπρου κατά 44% εις βάρος των δικαιωμάτων και των συμφερόντων των Ελλήνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων;».
«Όπως έχω δηλώσει, δεν ήταν και δεν είναι πρόθεσή μου να ξεκινήσω μια αντιπαράθεση. Αντίθετα, αποδίδω πλήρως τις συναισθηματικές τελικές παρατηρήσεις του κ. Ερντογάν, καθώς υποσκάπτουν την ουσία αυτού που προσπαθούμε να επιτύχουμε στην Κύπρο: «Ελευθερία, ειρήνη, ευημερία, δικαιοσύνη και ένα ειρηνικό και ασφαλές μέλλον για όλους» υπογράμμισε ακολούθως.
Καταληκτικά αναφέρθηκε στο όραμά του για επίλυση του Κυπριακού, αναφέροντας ότι «αυτό είναι το όραμά μου. Αυτό είναι το όραμα του λαού της Κύπρου: Να τερματίσει το απαράδεκτο status quo με ένα κράτος που θα εξασφαλίσει κοινό και ευημερούμενο μέλλον για τις επόμενες γενιές Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων.
Ένα μέλλον που θα τους επιτρέψει να ζουν ελεύθερα μαζί και να συνεργάζονται μαζί, υπό συνθήκες σταθερότητας, ασφάλειας και ειρηνικής συνύπαρξης. Μόνο τότε θα μπορέσουμε να αξιοποιήσουμε τις ακόμα ανεκπλήρωτες δυνατότητες και δυνατότητες της χώρας μας.
Δεν θα αποκλίνω από την επιδίωξη αυτού του οράματος και καλώ την αλληλεγγύη σας στην υποστήριξη των προσπαθειών για την επίλυση του Κυπριακού. Αυτό δεν είναι μόνο προς το συμφέρον του λαού της Κύπρου, αλλά και προς το συμφέρον της Τουρκίας, της περιοχής και της διεθνούς κοινότητας.
Θα μπορούσα να αφιερώσω ένα μεγάλο μέρος της ομιλίας μου στο Κυπριακό πρόβλημα. Δεν παραγνωρίζω όμως ή παραβλέπω την τεράστια σημασία των παγκόσμιων προκλήσεων, ιδιαίτερα της φτώχειας, της κλιματικής αλλαγής και της αειφόρου ανάπτυξης».