Οι σημερινοί ηγέτες της Κίνας διαμόρφωσαν την προσωπικότητά τους σε μεγάλο βαθμό μέσα από τα γεγονότα της πλατείας Τιενανμέν. Για τέσσερις ημέρες, γύρω στους 400 από τους λαμπρότερους πολιτικούς εγκεφάλους της Κίνας συγκεντρώθηκαν σε ένα ξενοδοχείο του Πεκίνου γα να εξετάσουν το μέλλον της χώρας.
Ήταν Απρίλιος του 1989 και ύστερα από μια δεκαετία οικονομικών αλλαγών η Κίνα αντιμετώπιζε το αίτημα για πολιτική φιλελευθεροποίηση. Λίγες ημέρες μετά ξέσπασαν οι ταραχές στην πλατεία Τιενανμέν και οι ζωές των ανθρώπων που έλαβαν μέρος σ’ εκείνη τη συνάντηση χώρισαν. Ορισμένοι από εκείνους είναι σήμερα ηγετικά στελέχη της χώρας, όπως ο πρωθυπουργός Λι Κετσιάνγκ. Άλλοι κατέληξαν στη φυλακή ή στην εξορία, με την κατηγορία ότι υποστήριξαν τους διαδηλωτές.
«Η ατμόσφαιρα στη συνάντηση ήταν να επιτραπεί σε εκατοντάδες λουλούδια να ανθίσουν και σε εκατοντάδες σχολές σκέψης να ανταγωνιστούν μεταξύ τους», λέει ο Τσεν Γιζί, που συνέβαλε στην προετοιμασία της συνδιάσκεψης. «Μετά τα γεγονότα της πλατείας Τιενανμέν, ήταν πια αδύνατο να οργανωθεί μια παρόμοια ανοιχτή συζήτηση».
Σήμερα συμπληρώνονται 24 χρόνια από εκείνη την αιματοχυσία και λίγοι περιμένουν από τη νέα ηγεσία της χώρας να ανατρέψει τον επίσημο χαρακτηρισμό των ταραχών ως μιας αντεπαναστατικής εξέγερσης που έπρεπε να συντριβεί. Όπως επισημαίνουν όμως οι Άντριου Τζέικομπς και Κρις Μπάκλεϊ στην εφημερίδα Νιου Γιορκ Τάιμς, η ανάμιξη των σημερινών ηγετών στους πολιτικούς πειραματισμούς της δεκαετίας του ’80 γεννά το ερώτημα κατά πόσον θα είναι πιο ανοιχτοί σε νέες ιδέες από τους προκατόχους τους.
«Γι’ αυτούς που ασκούν σήμερα την εξουσία, τα γεγονότα εκείνα εξακολουθούν να αποτελούν ένα βαρύ πολιτικό φορτίο, όσο κι αν δεν μπορούν να το συζητήσουν ανοιχτά», λέει ο Γου Γουέι, πρώην σύμβουλος του μεταρρυθμιστή ηγέτη του κόμματος Ζάο Ζιγιάνγκ που είχε αποπεμφθεί λίγο πριν από την εξέγερση.
Ο πρωθυπουργός Λι, που είναι σήμερα 57 ετών, ήταν ένα από τα 6 μέλη του 25μελούς Πολιτικού Γραφείου που είχε παρευρεθεί στη συνάντηση του Απριλίου του 1989. Μεταξύ των παρισταμένων ήταν επίσης ο αντιπρόεδρος Λι Γιουαντσάο, ο επικεφαλής της εκστρατείας κατά της διαφθοράς Ουανγκ Τσισάν και ο υπεύθυνος για τις θρησκευτικές οργανώσεις και τις εθνικές μειονότητες Γιου Ζενγκσένγκ.
Στη διάρκεια της αναταραχής του 1989, ο σημερινός πρόεδρος Σι ήταν ένας κομματικός αξιωματούχος στην επαρχία Φουτζιάν της νοτιοανατολικής Κίνας, μακριά από τα γεγονότα. Ο πατέρας του όμως, ο Σι Ζονγκσούν, ήταν φίλος του Χου Γιαομπάνγκ, που είχε αποπεμφθεί το 1987 από την ηγεσία του κόμματος για τις φιλελεύθερες αρχές του. Ο θάνατος του Χου το 1989 έστειλε χιλιάδες Κινέζους στην πλατεία Τιενανμέν για να εκφράσουν τη λύπη τους και να ζητήσουν περισσότερη δημοκρατία.
Σύμφωνα με τον Ουόρεν Σαν, έναν ιστορικό στο Πανεπιστήμιο Μόνας της Αυστραλίας, ο πατέρας Σι ήταν αρχικά αντίθετος στην επιβολή του στρατιωτικού νόμου, αλλά επέστρεψε στην επίσημη γραμμή μετά την καταστολή της εξέγερσης.
Εκείνη την εποχή, η Κίνα είχε εγκαταλείψει τον ιδεολογικό δογματισμό της εποχής του Μάο και είχε ξεκινήσει μεταρρυθμίσεις που επέτρεπαν στους αγρότες, τους εμπόρους και τα εργοστάσια να γλιτώνουν από τα κρατικά δεσμά. Οι οικονομικές αλλαγές συνοδεύονταν από νέες ιδέες και φωνές για πολιτικά ανοίγματα και πολιτιστικές καινοτομίες.
«Όλοι συμμεριζόμασταν την άποψη ότι η Κίνα έπρεπε να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις, και μάλιστα γρήγορα», λέει ο συγγραφέας Τσεν Ζιμίνγκ. «Η μόνη διαφορά ανάμεσα στους φοιτητές και τους καθηγητές ήταν αν έπρεπε πρώτα να μεταρρυθμιστεί η οικονομία ή να προηγηθούν οι πολιτικές μεταρρυθμίσεις, ή να γίνουν και τα δύο ταυτοχρόνως».
Πολλοί από τους σημερινούς ηγέτες άρχισαν να ανεβαίνουν την πολιτική ιεραρχία σε αυτή τη ρευστή ατμόσφαιρα. Ο Ουανγκ Τσισάν ήταν στις αρχές της δεκαετίας του 1980 ένας από τους τέσσερις νεαρούς μεταρρυθμιστές που πίστευαν ότι η χώρα έπρεπε να απομακρυνθεί από τον οικονομικό συγκεντρωτισμό.
«Η γενιά αυτή πρέπει να είναι πιο φωτισμένη από τον Χου Τζιντάο, τον Ουέν Τζιαμπάο και τη δική τους γενιά», συμπεραίνει ο Τσεν Γιζί, που είχε βοηθήσει στην οργάνωση της συνάντησης του 1989.