Στη Ντόχα επέστρεψε χθες ο Αμερικανός ειδικός απεσταλμένος για το Αφγανιστάν Ζαλμάι Χαλιλζάντ, για να ξαναρχίσει συνομιλίες με τους Ταλιμπάν με σκοπό τη σύναψη της συμφωνίας που η Ουάσινγκτον ελπίζει ότι θα της επιτρέψει να αποσύρει τα αμερικανικά στρατεύματα από τη χώρα της νοτιοανατολικής Ασίας.
Ο επικεφαλής διαπραγματευτής ανακοίνωσε την Κυριακή ότι ολοκλήρωσε τον ένατο κύκλο των συνομιλιών με τους ισλαμιστές αντάρτες στο Κατάρ και ότι πήγαινε στην Καμπούλ για να παρουσιάσει στην αφγανική κυβέρνηση την «καταρχήν συμφωνία» με τους Ταλιμπάν. Αλλά, αφού βρέθηκε αντιμέτωπος με τις ενστάσεις και τις αντιστάσεις της κυβέρνησης του προέδρου Ασράφ Γάνι, καλείται να ξαναρχίσει διαπραγματεύσεις.
Η επίσημη ανακοίνωση της συμφωνίας, που παρουσιαζόταν ως άμεσα επικείμενη τις τελευταίες εβδομάδες από Αμερικανούς αξιωματούχους, μοιάζει να αναβλήθηκε για άλλη μια φορά, όπως σημειώνει το ΑΜΠΕ.
Ο επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας Μάικ Πομπέο έλεγε για καιρό πως ήλπιζε να συναφθεί συμφωνία με τους Ταλιμπάν πριν από την 1η Σεπτεμβρίου, προκειμένου οι διαπραγματεύσεις ανάμεσα στους αντάρτες και την αφγανική κυβέρνηση να αρχίσουν πριν από τις προεδρικές εκλογές της 28ης.
Αλλά ένδειξη του βαθμού δυσκολίας της διαδικασίας είναι το ότι τουλάχιστον 10 άνθρωποι, ανάμεσά τους δύο μέλη της αποστολής του NATO, ένας Ρουμάνος κι ένας Αμερικανός, σκοτώθηκαν χθες Πέμπτη στη δεύτερη επίθεση στην Καμπούλ την ευθύνη για την οποία ανέλαβαν οι Ταλιμπάν μέσα σε μία εβδομάδα.
Σύμφωνα με αναλυτές, η στρατηγική των ανταρτών είναι να κλιμακώσουν την πίεση στην Ουάσινγκτον όσο πλησιάζει η αναγγελία της συμφωνίας, με δεδομένο εξάλλου ότι ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έχει καταστήσει σαφές πως θέλει η αποχώρηση των στρατευμάτων της χώρας του από το Αφγανιστάν να έχει ξεκινήσει πριν διεκδικήσει δεύτερη θητεία στην προεδρία των ΗΠΑ τον Νοέμβριο του 2020.
Η αφγανική κυβέρνηση εξέφρασε την «ανησυχία» της αυτή την εβδομάδα και πρόσθεσε πως θέλει «διευκρινίσεις» από την Ουάσινγκτον για τη συμφωνία και τους «κινδύνους» που μπορεί να ενέχει.
Το σχέδιο συμφωνίας, με βάση όσα έχουν γίνει γνωστά, προβλέπει αποχώρηση των αμερικανικών ένοπλων δυνάμεων κατά φάσεις: Αρχικά, μέσα στις πρώτες 135 ημέρες, ο στρατός των ΗΠΑ θα εγκαταλείψει πέντε βάσεις και οι δυνάμεις του θα μειωθούν από τα 13.000 ως 14.000 στελέχη σε 8.600. Το χρονοδιάγραμμα των μεταγενέστερων αποχωρήσεων, εάν εκπληρωθούν οι προϋποθέσεις, πιστεύεται ότι θα συμπεριλαμβάνεται επίσης στο κείμενο.
Σε αντάλλαγμα για την αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων, οι ισλαμιστές αντάρτες υπόσχονται τη «μείωση της βίας» σε συγκεκριμένες ζώνες — όχι κατάπαυση του πυρός — και εγγυώνται ότι τα εδάφη υπό τον έλεγχό τους δεν θα γίνουν ορμητήριο ή ασφαλές καταφύγιο «τρομοκρατικών» οργανώσεων, ενώ δεσμεύονται ότι θα αρχίσουν για πρώτη φορά άμεσες διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση στην Καμπούλ.