Περισσότερα από 170 χρόνια μετά τη μυστηριώδη εξαφάνιση του βρετανικού πλοίου HMS Terror στο Αρκτικό Αρχιπέλαγος του Καναδά, οι πρώτες εικόνες από το κουφάρι του δόθηκαν χθες στη δημοσιότητα, αποκαλύπτοντας ένα καλοδιατηρημένο εσωτερικό που θα μπορούσε να ρίξει φως σ’ αυτή τη μυθική αποστολή.
Το Terror ήταν το ένα από τα δύο πλοία που μετείχαν στην αποστολή του Βρετανού εξερευνητή Τζον Φράνκλιν: απέπλευσαν από τη Βρετανία το 1845 αναζητώντας το Βορειοδυτικό Πέρασμα, το οποίο ενώνει τον Ατλαντικό με τον Ειρηνικό Ωκεανό μέσω της Αρκτικής.
Το τέλος ήταν τραγικό. Οι 129 ναυτικοί έμειναν αποκλεισμένοι επί ενάμιση χρόνο στους πάγους και στο τέλος πέθαναν από την πείνα ή από το κρύο.
Οι λεπτομέρειες της μεγαλύτερης τραγωδίας στην εξερεύνηση της Αρκτικής παραμένουν μέχρι και σήμερα αόριστες. Είναι άγνωστη ακόμη και η ακριβής ημερομηνία του τέλους. Το πρώτο πλοίο, το HMS Erebus βρέθηκε το 2014 στην ίδια ζώνη.
Οι εικόνες που τράβηξαν οι δύτες και ένα υποθαλάσσιο, τηλεχειριζόμενο ρομπότ αποκαλύπτουν ανέπαφα αντικείμενα από τη ζωή στο πλοίο, το κουφάρι του οποίου βρέθηκε το 2016 σε βάθος 24 μέτρων στα ανοιχτά του νησί του Βασιλιά Γουλιέλμου, στα ανατολικά του Κόλπου Κέμπριτζ.
“Μας δόθηκε η εντύπωση, εξερευνώντας το HMS Terror, ότι επρόκειτο για ένα πλοίο που εγκαταλείφθηκε πρόσφατα από το πλήρωμά του, φαινόταν σαν να είχε γλιτώσει από το πέρασμα του χρόνου”, ανέφερε ο Ράιαν Χάρις, ο διευθυντής της αρχαιολογικής αποστολής και κυβερνήτης του τηλεχειριζόμενου ρομπότ που χρησιμοποιήθηκε στις έρευνες.
Στις 48 καταδύσεις –οι επτά από τις οποίες με το ρομπότ– σε νερά όπου η θερμοκρασία κυμαινόταν γύρω στο μηδέν, η ομάδα τράβηξε βίντεο του 90% της κατώτερης γέφυρας του πλοίου. Ένα πηδάλιο καλυμμένο με άλγη, μια κουκέτα κρυμμένη κάτω από λάσπη και ανεμώνες, πιατικά και μπουκάλια: όλα έμειναν όπως ήταν, λες και το πλοίο εγκαταλείφθηκε βιαστικά πριν από το 170 χρόνια.
Τα ιζήματα που κάλυψαν το δωμάτιο του καπετάνιου, το Φράνσις Κρόζιερ, επέτρεψαν να διατηρηθεί το γραφείο του στο οποίο οι ερευνητές αναμένουν ότι θα βρουν επιστημονικά όργανα και χάρτες.
Οι έρευνες αυτές έγιναν σε συνεργασία με οργανώσεις ντόπιων Ινουίτ. Η προφορική παράδοση αυτών των ιθαγενών, με τις ιστορίες να μεταδίδονται από γενιά σε γενιά, επέτρεψε να εντοπιστούν τα δύο πλοία.
Μόνο το ιδιαίτερο διαμέρισμα του καπετάνιου παραμένει απροσπέλαστο, εξαιτίας μιας κλειστής πόρτας. Οι ερευνητές ελπίζουν ότι εκεί θα βρουν χειρόγραφα που ίσως διατηρήθηκαν χάρη στο ψύχος και τη λάσπη.