Ο Σι Τζινπίνγκ τρώει απλό φαγητό, αποφεύγει τα κομματικά δόγματα και παίρνει τη γυναίκα του μαζί του στα ταξίδια. Πρόσφατα λέγεται πως πήρε και ταξί. Την πληροφορία την έδωσε ο ίδιος ο ταξιτζής σε μια ιστοσελίδα. «Σας έχει πει κανείς πως μοιάζετε με τον Γενικό Γραμματέα Σι;» ρώτησε ο ταξιτζής τον ανυποψίαστο επιβάτη.
Η πληροφορία διαψεύστηκε επισήμως στη συνέχεια, γεγονός, όμως, παραμένει ότι το στιλ του Σι είναι πολύ διαφορετικό από εκείνο των προκατόχων του. Ο ηγέτης της Κίνας έχει καταλάβει ότι η κοινή γνώμη είναι εξοργισμένη με τη διεφθαρμένη ζωή που κάνουν πολλά κομματικά στελέχη και είναι διατεθειμένος να λάβει μέτρα. Αντί να χρησιμοποιεί τα κλισέ άλλων ηγετών, μιλά με αμερικανικούς σχεδόν όρους για το «Κινεζικό Όνειρο».
Καθώς η οικονομία της Κίνας αρχίζει να επιβραδύνεται ύστερα από τρεις δεκαετίες φρενήρους ανάπτυξης, λίγοι είναι εκείνοι που αμφιβάλλουν ότι επίκεινται μεγάλες αλλαγές. Με τον Σι να εποπτεύει αυτή τη μεταβατική περίοδο, το μεγάλο ερώτημα είναι κατά πόσον το διαφορετικό του στιλ μεταφράζεται και σε ουσιαστικές διαφορές. Με άλλα λόγια, είναι ο Σι μεταρρυθμιστής; Και στην περίπτωση που η απάντηση είναι καταφατική, θα μπορέσει σε μια περίοδο συλλογικής ηγεσίας να λειτουργήσει με βάση τις αρχές του;
Οι ειδικοί που παρακολουθούν την Κίνα εδώ και χρόνια προειδοποιούν ότι δεν πρέπει να παρασυρόμαστε από τα επιφανειακά χαρακτηριστικά.
Ο Ουέν Τζιαμπάο, που παραιτήθηκε πρόσφατα από την πρωθυπουργία, ήθελε να τον φωτογραφίζουν μαζί με ανθρακωρύχους, αγρότες και θύματα καταστροφών. Τόσο ο Ουέν όσο και ο προηγούμενος πρόεδρος Χου Τζιντάο, όμως, είναι υπεύθυνοι για την αύξηση των ανισοτήτων, όσο κι αν προσπάθησαν να βελτιώσουν τις συνθήκες διαβίωσης στην ύπαιθρο.
Άνθρωποι που γνωρίζουν πρόσωπα και πράγματα λένε ότι στην Κίνα οι ηγέτες πρώτα «επιλέγονται» κι ύστερα θέτουν υποψηφιότητα.
Παρ’ όλα αυτά, δεν πρέπει να υποβαθμίζει κανείς τον τρόπο με τον οποίο κινείται ένας ηγέτης. Αρκεί να σκεφτεί κανείς τον Μιχαήλ Γκορμπατσόφ ή τον Ντενγκ Σιαοπίνγκ για να συμπεράνει ότι το στιλ μπορεί να αποτελεί διακήρυξη προθέσεων.
Είναι ασφαλώς δύσκολο να «διαβάσει» κανείς τον Σι. Φαίνεται όμως ότι διαθέτει βάθος και αρχές, που απορρέουν πιθανότατα από την εμπειρία του στην ύπαιθρο την περίοδο της Πολιτιστικής Επανάστασης. Οι αισιόδοξοι πιστεύουν επίσης ότι ο πατέρας του, που ήταν μετριοπαθής, έχει ασκήσει επιρροή πάνω του.
Ακόμη κι αν έχει όμως ο Σι «μεταρρυθμιστικά» ένστικτα, είναι άγνωστο αν θα μπορέσει να λειτουργήσει με βάση αυτά.
«Φοβάμαι ότι δεν βρισκόμαστε πλέον στην εποχή του μεγάλου ηγέτη», λέει ο Όρβιλ Σελ από το ίδρυμα Asia Society.
Ο Σι πλαισιώνεται από μια επταμελή διαρκή επιτροπή που δεν μοιάζει ακριβώς πεφωτισμένη (ένα από τα μέλη της είναι υπεύθυνος προπαγάνδας και ένας άλλος έχει σπουδάσει στη Βόρεια Κορέα).
Για πρώτη φορά από το 1949, ο πρόεδρος της Κίνας δεν «παρακολουθείται» από έναν, αλλά από δύο πρώην γραμματείς του κόμματος, τον Χου και τον Τζιανγκ Ζεμίν.
Αυτό δεν σημαίνει ότι ο Σι δεν διαθέτει και κάποια ανεξαρτησία. Προέρχεται από μια οικογένεια με επαναστατικά διαπιστευτήρια και κατέχει τα τρία ανώτατα αξιώματα: γραμματέας του κόμματος, πρόεδρος και επικεφαλής της κεντρικής στρατιωτικής επιτροπής.
Ακόμη πάντως κι αν ο Σι προετοιμάζεται για ριζικές μεταρρυθμίσεις, το πιθανότερο είναι ότι δεν θα το μάθουμε ακόμη. Ο Τζιανγκ χρειάστηκε οκτώ χρόνια προτού ο ίδιος και ο πρωθυπουργός του, ο Τσου Ρονγκτζί, μπορέσουν να εφαρμόσουν σαρωτικές οικονομικές αλλαγές το 1997. Ίσως λοιπόν να χρειαστούν χρόνια προτού ο Σι εδραιώσει την εξουσία του.
Τι μπορεί να αποκομίσει κανείς από τους πέντε πρώτους μήνες διακυβέρνησης του Σι; Ο πόλεμος κατά της διαφθοράς έχει προχωρήσει περισσότερο του αναμενομένου. Ο Σι κραδαίνει επίσης τα πατριωτικά του διαπιστευτήρια. Το Κινέζικο Όνειρο περιλαμβάνει την αποκατάσταση της εθνικής υπερηφάνειας και επιθετικές εδαφικές διεκδικήσεις. Η σημαντικότερη μεταρρύθμιση όμως είναι η υπόσχεση ότι θα δοθούν άδειες κατοικίας σε 220 εκατομμύρια μετανάστες εργάτες και θα επιτραπεί σε αγρότες να πωλούν γη σε τιμές της αγοράς.
Όλα αυτά βέβαια γίνονται όχι για να ενταφιαστεί το Κομμουνιστικό Κόμμα, αλλά για να σωθεί. Οπότε οι πολιτικές μεταρρυθμίσεις θα αργήσουν.