Ο επόμενος πρωθυπουργός της Βρετανίας θα βρεθεί αντιμέτωπος με ένα βαρύ κατάλογο υποχρεώσεων όταν αναλάβει τα καθήκοντά του στις 24 Ιουλίου: να φέρει εις πέρας το Brexit, να χτίσει μια σχέση με τον Ντόναλντ Τραμπ, να αποφασίσει τι θα γίνει με το Ιράν — και να κυβερνήσει χωρίς πλειοψηφία στη Βουλή.
Ο νικητής της μάχης για την ηγεσία των Συντηρητικών θα ανακοινωθεί αύριο και θα αναλάβει τα καθήκοντά του την Τετάρτη.
Ο Μπόρις Τζόνσον, επικεφαλής της καμπάνιας του 2016 υπέρ της αποχώρησης από την Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι το φαβορί για να διαδεχθεί την Τερέζα Μέι. Αντίπαλός του είναι ο υπουργός Εξωτερικών Τζέρεμι Χαντ, που τάχθηκε υπέρ της παραμονής στο δημοψήφισμα για το Brexit αλλά έχει κατ’ επανάληψη υποσχεθεί να οδηγήσει τη Βρετανία εκτός της ΕΕ.
Ακολουθούν τα πιο φλέγοντα ζητήματα τα οποία θα κληθεί να αντιμετωπίσει ο νέος πρωθυπουργός.
Διακυβέρνηση
Προκειμένου να φέρει σε πέρας το Brexit, μια από τις πιο διχαστικές πολιτικές εδώ και δεκαετίες, ο νέος πρωθυπουργός θα πρέπει να δείξει ότι μπορεί να κερδίσει τη στήριξη του κοινοβουλίου και να κυβερνήσει ύστερα από τρία χρόνια πολιτικής κρίσης.
Αλλά θα μπορούσε να βρεθεί αντιμέτωπος με κατάθεση πρότασης μομφής στην 650μελή βουλή ακόμα και τη δεύτερη ημέρα της θητείας του από το αντιπολιτευόμενο Εργατικό Κόμμα.
Από μόνο του, το κυβερνών Συντηρητικό Κόμμα δεν έχει την πλειοψηφία που απαιτείται προκειμένου ο νέος πρωθυπουργός να επιβιώσει σε μια ψηφοφορία εμπιστοσύνης και βασίζεται στην υποστήριξη των 10 βουλευτών του Δημοκρατικού Ενωτικού Κόμματος (DUP) για να κυβερνήσει.
Ακόμα κι αν το DUP στήριζε τον νέο πρωθυπουργό σε μια ψήφο εμπιστοσύνης, μια σειρά από Συντηρητικούς βουλευτές έχουν απειλήσει να καταψηφίσουν το δικό τους κόμμα, εάν η Βρετανία φανεί να οδεύει προς ένα Brexit χωρίς συμφωνία.
Η αποτυχία να ξεπεραστεί αυτό το πρώτο εμπόδιο θα έχει ως αποτέλεσμα την κατάρρευση της κυβέρνησης και τη διεξαγωγή πρόωρων εκλογών.
BREXIT
Τόσο ο Χαντ όσο και ο Τζόνσον θέλουν να επαναδιαπραγματευθούν μια νέα συμφωνία με την ΕΕ, εγκαταλείποντας τμήματα της συμφωνίας που πέτυχε η Μέι πέρυσι με τις Βρυξέλλες, την οποία απέρριψε το κοινοβούλιο τρεις φορές.
Η ΕΕ έχει κατ’ επανάληψη ανακοινώσει ότι δεν θα επαναδιαπραγματευθεί το νομικά δεσμευτικό κομμάτι αυτής της συμφωνίας, της «Συμφωνίας Αποχώρησης» που ορίζει μια μεταβατική περίοδο για να καταστήσει ομαλή την έξοδο της Βρετανίας.
Το πρόβλημα για τον επόμενο πρωθυπουργό είναι ότι η συμφωνία αποχώρησης περιλαμβάνει το πιο διαφιλονικούμενο κομμάτι της συμφωνίας εξόδου –μια ρύθμιση ασφαλείας προκειμένου να αποτραπούν οι συνοριακοί έλεγχοι μεταξύ της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας και της Βόρειας Ιρλανδίας, το λεγόμενο backstop.
Οι διαπραγματευτές της ΕΕ δηλώνουν έτοιμοι να διερευνήσουν μια σειρά από εναλλακτικές με τον νέο πρωθυπουργό, αλλά αυτές δεν έχουν τις προϋθέσεις για να ικανοποιήσουν τις επιθυμίες του Τζόνσον και του Χαντ.
Οι δύο υποψήφιοι πρωθυπουργοί θέλουν να εγκαταλειφθεί το backstop. Η ΕΕ υποστηρίζει ότι πρέπει να διατηρηθεί.
Εάν η Βρετανία δεν μπορέσει να διαπραγματευτεί μια νέα συμφωνία, ή εάν το κοινοβούλιο απορρίψει ό,τι και να φέρει πίσω από τις Βρυξέλλες ο νέος ηγέτης, η χώρα θα κινηθεί προς μια άτακτη αποχώρηση από την ΕΕ –το λεγόμενο Brexit χωρίς συμφωνία– στις 31 Οκτωβρίου.
Ο Τζονσον και ο Χαντ υποστηρίζουν ότι θέλουν να σιγουρευτούν ότι η Βρετανία είναι απολύτως έτοιμη για μια τέτοια έκβαση διότι είναι ένα σημαντικό διαπραγματευτικό εργαλείο και δεν μπορούν να αποκλείσουν ότι μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο.
Η Βρετανία έχει κάνει σημαντική δουλειά για να προετοιμαστεί για μια μη συμφωνία ενόψει της αρχικής προθεσμίας του Brexit στις 29 Μαρτίου, αλλά ενώ πλησίαζε η ημερομηνία πολλοί εξέφρασαν ανησυχίες ότι αυτές οι προετοιμασίες ήταν ελλιπείς και είχαν βαλτώσει.
Τραμπ και ΗΠΑ
Ο νέος πρωθυπουργός θα χρειαστεί μια καλή σχέση με τις ΗΠΑ, το στενότερο στρατιωτικό σύμμαχο της Βρετανίας και σημαντική εξαγωγική αγορά, προκειμένου να καταφέρει να αποσοβήσει τον όποιο αντίκτυπο από την αποχώρηση από την ΕΕ –τον μεγαλύτερο εμπορικό της εταίρο.
Ωστόσο, οι σχέσεις μεταξύ της Βρετανίας και των ΗΠΑ τις τελευταίες εβδομάδες έχουν πληγεί ύστερα από τη διαρροή εμπιστευτικών εγγράφων του Βρετανού πρεσβευτή στην Ουάσινγκτον, που φέρεται να χαρακτήρισε ανίκανη την κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ.
Το πώς θα καταφέρει ο νέος ηγέτης να ξεπεράσει αυτή τη διαμάχη –με τον Τραμπ να απαντά οργισμένα και τον πρεσβευτή να παραιτείται– θα μπορούσε να καθορίσει το κλίμα για τις αμερικανο-βρετανικές σχέσεις σε μία κρίσιμη για την Βρετανία περίοδο.
Και οι δύο πλευρές υποστηρίζουν ότι θέλουν να καταλήξουν σε μια γρήγορη και ολοκληρωμένη συμφωνία ελεύθερου εμπορίου αφού η Βρετανία αποχωρήσει από την ΕΕ, αλλά η πολιτική βούληση είναι αυτή που μάλλον θα καθορίσει πόσο γρήγορα μπορεί να γίνει αυτό.
Ιράν και Κίνα
Οι ΗΠΑ και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι τραβούν προς διαφορετικές κατευθύνσεις σε ό,τι αφορά τη βέλτιστη προσέγγιση για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, αφήνοντας τη Βρετανία με τη δύσκολη επιλογή με ποια από τις δύο πλευρές να συνταχθεί.
Οι Ιρανοί Φρουροί της Επανάστασης συνέλαβαν το βρετανικής σημαίας δεξαμενόπλοιο Stena Impero στο Στενό του Χορμούζ την Παρασκευή, ως αντίποινα, προφανώς, για τη βρετανική σύλληψη ιρανικού τάνκερ δύο εβδομάδες νωρίτερα.
Οι σύμμαχοι παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις για να δουν εάν ο νέος Βρετανός πρωθυπουργός θα κινηθεί προς τις ΗΠΑ και μακριά από την ΕΕ για την πολιτική σχετικά με το Ιράν.
Ο νέος πρωθυπουργός θα πρέπει επίσης να αποφασίσει ποιος ρόλος θα δοθεί στην κινεζική τεχνολογική εταιρία Huawei στις βρετανικές τηλεπικοινωνιακές υποδομές, με τον Τραμπ να προειδοποιεί ότι οι κίνδυνοι για την ασφάλεια είναι υψηλοί και θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο τις σχέσεις στο επίπεδο μυστικών πληροφοριών.
Η απόφαση αυτή θα μπορούσε επίσης να καθορίσει την πορεία των σχέσεων με την Κίνα, έναν από τους βασικούς στόχους της Βρετανίας σε ό,τι αφορά την οικοδόμηση ισχυρότερων εμπορικών δεσμών έξω από την ΕΕ.
Πέρα από το BREXIT
Ενώ το πρώτο τεστ για τον επόμενο πρωθυπουργό θα είναι να φέρει εις πέρας το Brexit, ο νέος ηγέτης της χώρας θα πρέπει να παρουσιάσει ένα βιώσιμο, μακροπρόθεσμο όραμα για τη Βρετανία για την περίοδο μετά το Brexit που να μπορεί να πείσει τους ψηφοφόρους, τους επενδυτές και τους διεθνείς συμμάχους.
Εν τέλει, ο νέος πρωθυπουργός θα πρέπει να αποφασίσει τι είδους οικονομία επιθυμεί το Ηνωμένο Βασίλειο και πώς θα γίνει η μεταβίβαση σε αυτόν τον κόσμο, ενώ παράλληλα θα επιλέξει εάν θα ευθυγραμμιστεί με το ευρωπαϊκό ή το αμερικανικό ρυθμιστικό πλαίσιο.