Οι ολλανδικές αρχές ερευνούν την δραστηριότητα τριών εταιρειών για πιθανή ανάμειξή τους σε «παράνομο εμπορικό δίκτυο» μέσω του οποίου κρέας αλόγου αναμειγνυόταν με βοδινό, αναφέρουν σε ανακοίνωσή τους που εκδόθηκε σήμερα τα υπουργεία Υγείας και Γεωργίας.
Μία από αυτές είναι η εταιρεία χονδρικής Willy Selten, η οποία ήρθε στη δημοσιότητα όταν ανακάλεσε, από 16 ευρωπαϊκές χώρες, 50.000 τόνους μοσχαρίσιου κρέατος που εμπορεύτηκε από το 2011, καθώς δεν μπορούσε να επιβεβαιωθεί η προέλευσή του. Επίσης η εταιρεία πούλησε 4.000 τόνους προϊόντων περισσότερους απ’ ό,τι καταχώρησε, αναφέρει η επιστολή των υπουργείων που εστάλη στο κοινοβούλιο.
Σε μία άλλη εταιρεία στα ανατολικά της χώρας, οι ελεγκτές ανακάλυψαν οκτώ φορτία κρέατος από την Πολωνία που περιείχαν κρέας αλόγου. Σε δύο από τα δείγματα που ελήφθησαν εντοπίστηκαν υπολείμματα αντιβιοτικών για άλογα.
Η τρίτη εταιρεία, που βρίσκεται στην πόλη Μπρέντα στο Νότο, είναι ύποπτη ότι χαρακτήρισε ως βοδινό, κρέας που είχε αναμειχθεί με αλόγου. Η υπόθεση αυτή, αναφέρει η επιστολή, συνδέεται με το σκάνδαλο με το κρέας αλόγου που ξέσπασε στη Γαλλία.
Όπως δήλωσε στην ολλανδική τηλεόραση ο γενικός επιθεωρητής της ολλανδικής υγειονομικής υπηρεσίας, κρέας αλόγου βρέθηκε στο 20% των δειγμάτων που εξετάστηκαν από την Willy Selten, η οποία είναι ύποπτη ότι προώθησε σε άλλες χώρες κρέας χαρακτηρισμένο ως μοσχαρίσιο που είχε αναμιχθεί με εκείνο από χιλιάδες άλογα.
Ο Φρανκ Πέτερς, δικηγόρος του ιδιοκτήτη της εταιρείας, Βίλι Σέλτεν, διέψευσε τις κατηγορίες λέγοντας ότι μόνο μία φορά, από λάθος, αναμείχθηκε κρέας αλόγου με μοσχαρίσιο.
Έχει ζητήσει προσωρινή διαταγή κατά της απόφασης ανάκλησης και ζητεί από τις αρχές αποζημίωση 5,8 εκατομμυρίων ευρώ.