«Με την επίλυση της διαμάχης για το όνομα, παρ’ όλες τις αντιδράσεις, η Βόρεια Μακεδονία και η Ελλάδα έγραψαν ιστορία» τονίζει ο Γερμανός υφυπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Μίκαελ Ροθ σε άρθρο του στη Frankfurter Allgemeine Zeitung με τίτλο «Η ΕΕ πρέπει να τηρήσει τις υποσχέσεις της στα Βαλκάνια».
«Ήδη το 2003, οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων της ΕΕ άνοιξαν την προοπτική της ένταξης σε ολόκληρη την περιοχή των Δυτικών Βαλκανίων. Αυτή την υπόσχεση ανανέωσαν για μια ακόμα φορά το 2018. Σήμερα Τετάρτη, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα δημοσιοποιήσει τις ετήσιες εκθέσεις της και για τα έξι κράτη των Δυτικών Βαλκανίων και θα εισηγηθεί την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Αλβανία και τη Βόρεια Μακεδονία.
Επιβεβαιώνει ότι και οι δύο χώρες έκαναν τα «μαθήματά» τους και εκπλήρωσαν τους όρους που τους επέβαλε πέρσι το Συμβούλιο. Τώρα είναι σειρά της ΕΕ «να φέρει αποτελέσματα». Εμμένουμε σε όσα είπαμε και πρέπει να τηρήσουμε τις υποσχέσεις μας. Γιατί για τα Δυτικά Βαλκάνια διακυβεύονται πολλά. Και για την ΕΕ πρόκειται για ζωτικά συμφέροντα ασφαλείας και για τη δική της αξιοπιστία.
Για πολλούς νέους της Αλβανίας και της Βόρειας Μακεδονίας, η ενωμένη Ευρώπη των κοινών αξιών δεν έχει χάσει τίποτα από τη λάμψη της. Η νέα γενιά, στην πλειονότητά της, επιθυμεί δημοκρατία, κράτος δικαίου, ευημερία, ασφάλεια και ελευθερία. Η ΕΕ διδάχτηκε από τις προηγούμενες εντάξεις και απαιτεί ορισμένα πράγματα από τα υποψήφια κράτη, ήδη πριν από την έναρξη διαπραγματεύσεων. Οι κυβερνήσεις της Αλβανίας και της Βόρειας Μακεδονίας απεργάζονται μια φιλόδοξη μεταρρυθμιστική ατζέντα και έχουν κάνει χειροπιαστά βήματα προόδου. Ο λαός και οι κυβερνήσεις των δύο χωρών αποδεικνύουν ότι είναι πρόθυμες να προβούν σε επώδυνους συμβιβασμούς για την προσέγγιση στην ΕΕ.
Με την επίλυση της διαμάχης για το όνομα, παρ’ όλες τις αντιδράσεις, η Βόρεια Μακεδονία και η Ελλάδα έγραψαν ιστορία. Έτσι, η έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων, που επανειλημμένα έχει συστήσει από το 2009 και μετά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, είναι δυνατή, γιατί η Ελλάδα δεν την μπλοκάρει πια. Επιπλέον, η κυβέρνηση έβαλε τις βάσεις όσον αφορά τις ορισθείσες από την ΕΕ μεταρρυθμιστικές προτεραιότητες, π.χ. στον τομέα της δημόσιας διοίκησης, του ελέγχου των μυστικών υπηρεσιών και της καταπολέμησης της διαφθοράς. Εν ολίγοις: Η Βόρεια Μακεδονία βρίσκεται σε συνεπή μεταρρυθμιστική τροχιά.
Στην Αλβανία η κατάσταση εμφανίζεται με την πρώτη ματιά πιο περίπλοκη. Αυτό οφείλεται κυρίως στο ότι η αντιπολίτευση καταφέρνει επανειλημμένα να δημιουργεί δραματικές εικόνες – αντί να αναμετρηθεί εποικοδομητικά στον πολιτικό ανταγωνισμό των ιδεών με την κυβέρνηση στη Βουλή, που σαμποτάρει η αντιπολίτευση προς το παρόν. Αυτή η ανεύθυνη παρελκυστική πολιτική όμως δεν πρέπει να ξεγελά για όλα όσα καταφέρνει η χώρα. Στο πλαίσιο της μεταρρύθμισης της δικαιοσύνης, σε μια μέχρι τώρα μοναδική παγκοσμίως διαδικασία, που την παρακολουθούν Ευρωπαίοι ειδικοί, ελέγχονται όλοι οι δικαστές και εισαγγελείς ως προς την ακεραιότητά τους. Περίπου 2/3 από τους ελεγχθέντες νομικούς των ανωτάτων δικαστηρίων και του συνταγματικού δικαστηρίου δεν πέρασαν τη δοκιμασία και κατά συνέπεια απομακρύνθηκαν από τις θέσεις τους και αντικαταστάθηκαν βήμα-βήμα. Οι αλβανικές υπηρεσίες ασφαλείας – αστυνομία και συνοριοφυλακή – συνεργάζονται στενά και καλά με γερμανικές, αυστριακές και ιταλικές υπηρεσίες, καθώς και πρόσφατα με την Frontex. Στην πορεία προς την ΕΕ η Αλβανία έχει ήδη διανύσει μεγάλη απόσταση. Κατά τα λοιπά, είναι ήδη από το 2009 μέλος του ΝΑΤΟ.
Όπως μετέδωσε το ΑΠΕ, η σταθεροποίηση και πρόσδεση της περιοχής είναι προς το ευρωπαϊκό, κυρίως όμως το γερμανικό συμφέρον. Εν τέλει, τα Δυτικά Βαλκάνια είναι η εσωτερική αυλή του ευρωπαϊκού οίκου. Η κατάσταση των χωρών με τη θέση τους στο κέντρο της Ευρώπης, περιβαλλόμενες από κράτη-μέλη της ΕΕ, μας αφορά άμεσα. Αν η ΕΕ γυρίσει την πλάτη της σ’ αυτήν την περιοχή, θα έθετε σε κίνδυνο τις θετικές εξελίξεις και θα άφηνε ελεύθερο το πεδίο σε άλλους δρώντες, όπως η Ρωσία, η Κίνα ή η Τουρκία. Και δεν μπορεί να μας ενδιαφέρει το να χάνει συνεχώς επιρροή η ΕΕ στα Δυτικά Βαλκάνια. Η επιτυχία της ΕΕ στην εξωτερική πολιτική αποφασίζεται κυρίως από το αν θα έχουμε συνεχώς ειρήνη, σταθερότητα και δημοκρατία σε ολόκληρη την Ευρώπη. Γι’ αυτό, πρέπει με διορατικότητα να δράσουμε έξυπνα και θαρραλέα.
Σαφώς, η πορεία προς την ένταξη στην ΕΕ είναι μακρά και συνδέεται με σαφείς όρους. Δεν πρόκειται λοιπόν με κανένα τρόπο για ενταξιακό αυτοματισμό, αλλά πολύ περισσότερο για το πρώτο στάδιο μιας εκ πείρας πολυετούς διαδικασίας. Άλλωστε, για τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων, η ενταξιακή προοπτική είναι μια τεράστια ευκαιρία – και για την ΕΕ επίσης. Στέλνουμε έτσι ένα σημαντικό μήνυμα σε ολόκληρη την περιοχή: Οι δύσκολες μεταρρυθμίσεις και η συμφιλίωση αξίζουν. Και η ΕΕ είναι αξιόπιστη. Τις επιτυχημένες προσπάθειες στις πρόθυμες για ένταξη χώρες πρέπει να ακολουθήσουν συγκεκριμένα βήματα προόδου στην ενταξιακή διαδικασία. Δεν αρκούν μόνον οι ένθερμοι λόγοι, αλλιώς η ενταξιακή υπόσχεση θα μεταβληθεί σε λόγο κενό περιεχομένου. Τα Δυτικά Βαλκάνια παραμένουν ένα τεστ με βάμμα του ηλιοτροπίου για τη διαρκή επιτυχία του ευρωπαϊκού μοντέλου, το οποίο συνδέει τη δημοκρατία, ελευθερία και το κράτος δικαίου με την ασφάλεια και ευημερία. Οι αξίες μας μπορεί να δοκιμάζονται, αλλά παραμένουν το σημαντικότερο εξαγώγιμο προϊόν μας» τονίζει ο Μίκαελ Ροθ.