Οι αιγυπτιακές αρχές επέτρεψαν να γίνει νεκροψία στη σορό ενός Παλαιστινίου που πέθανε μέσα σε φυλακή στην Τουρκία, η οικογένεια του οποίου υποψιάζεται ότι βασανίστηκε, ανακοίνωσε ένας από τους συγγενείς του εκλιπόντα.
Το πτώμα του 55χρονου Ζάκι Μουμπάρακ μεταφέρθηκε στην Αίγυπτο την περασμένη εβδομάδα και η οικογένειά του επιθυμεί τον επαναπατρισμό του στη Λωρίδα της Γάζας, στον τόπο καταγωγής του Παλαιστίνιου.
Οι τουρκικές αρχές είχαν ανακοινώσει τον Απρίλιο ότι ο Μουμπάρακ αυτοκτόνησε στη φυλακή αφότου κατηγορήθηκε για κατασκοπεία υπέρ των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων.
«Η γλώσσα του ξεριζώθηκε και είδαμε σημάδια βασανιστηρίων πάνω στο σώμα του», δήλωσε σήμερα ο εξάδελφος του Ζάκι, ο Αμπς Μουμπάρακ, που βρίσκεται στην αιγυπτιακή πρωτεύουσα. Ο ίδιος είπε στο Γαλλικό Πρακτορείο ότι η νεκροψία πρέπει να ολοκληρωθεί απόψε και ότι η σορός θα μεταφερθεί στη συνέχεια στη Γάζα εντός της εβδομάδας.
«Ο Ερντογάν είναι ο υπ΄αριθμόν ένα κατηγορούμενος σε αυτή την εξωδικαστική εκτέλεση», δήλωσε αναφερόμενος στον πρόεδρο της Τουρκίας.
Από την περασμένη εβδομάδα, αξιωματούχος του τουρκικού υπουργείου Δικαιοσύνης απέρριψε τις κατηγορίες περί βασανιστηρίων ή εκτέλεσης, δηλώνοντας ότι είναι «αβάσιμες».
Ο Ζάκι Μουμπάρακ ήταν απόστρατος των παλαιστινιακών υπηρεσιών πληροφοριών, σύμφωνα με την οικογένειά του. Είχε εγκαταλείψει τη Λωρίδα της Γάζας μετά την ανάληψη του ελέγχου του παλαιστινιακού θύλακα από τους ισλαμιστές της Χαμάς το 2007. Στη συνέχεια έζησε στη Βουλγαρία και στην Τουρκία.
Συνελήφθη στην Κωνσταντινούπολη μαζί με ένα ακόμη πρόσωπο τον περασμένο μήνα, καθώς θεωρείτο ύποπτος για «πολιτική και στρατιωτική κατασκοπεία» και «για διεθνή κατασκοπεία» υπέρ των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και σε βάρος της Τουρκίας, σύμφωνα με το τουρκικό πρακτορείο ειδήσεων Anadolu.
Οι τουρκικές αρχές ερευνούσαν τυχόν σχέσεις μεταξύ των δύο υπόπτων και της δολοφονίας στην Κωνσταντινούπολη τον περασμένο Οκτώβριο του σαουδάραβα δημοσιογράφου Τζαμάλ Κασόγκι, επικριτή της σαουδαραβικής μοναρχίας, σύμφωνα με το Anadolu.
Η οικογένεια του Ζάκι Μουμπάρακ απορρίπτει τους ισχυρισμούς για τυχόν σχέσεις μεταξύ του τελευταίου και της δολοφονίας.