Σωστές αποδείχθηκαν οι μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα, την Πορτογαλία, την Ιρλανδία και την Ισπανία, δηλώνει η Καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ, η οποία ωστόσο παραδέχεται ότι το βάρος για τον λαό ήταν «τεράστιο».
Σε ό,τι αφορά την προσφυγική κρίση, υπερασπίζεται την πολιτική της και υποστηρίζει ότι «αν δεν είχαμε δράσει ή είχαμε δράσει διαφορετικά, οι συνέπειες θα ήταν σήμερα πολύ χειρότερες».
«Η κρίση χρέους στην Ευρωζώνη μας έδειξε ότι σε ορισμένες χώρες έπρεπε και πρέπει να διορθωθούν μερικές δυσλειτουργίες», τονίζει η κυρία Μέρκελ σε εφ’ όλης της ύλης συνέντευξή της στη Sueddeutsche Zeitung και αναγνωρίζει μεν ότι η οικονομική σύγκλιση είναι απαραίτητη, ειδικά ενόψει του παγκόσμιου ανταγωνισμού με την Κίνα, τις ΗΠΑ ή τη Νότια Κορέα, αλλά διευκρινίζει «αν όμως επρόκειτο απλώς για εξομοίωση προς την κατεύθυνση του ευρωπαϊκού μέσου όρου, τότε οι επόμενες κρίσεις ενδεχομένως θα μας έπλητταν σκληρά».
Η ίδια, απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με τους τίτλους «Καγκελάριος της λιτότητας και των προσφύγων», δηλώνει ότι δεν ασχολείται με αυτά και προσθέτει: «Εκείνο που μετράει είναι ότι η Νομισματική Ένωση και το ευρώ παρέμειναν», αλλά και το γεγονός ότι «βοηθήσαμε ανθρώπους που είχαν ανάγκη».
Ερωτώμενη δε αν δίχασε έτσι την Ευρώπη δύο φορές, απαντά: «Μπορεί κανείς να κρίνει τις αποφάσεις σε όλο το εύρος τους μόνον αν λάβει υπόψη του τι επίδραση θα είχε η αντίθετη πολιτική. Αν στην ευρω-κρίση και στη μεταναστευτική κρίση δεν είχαμε δράσει ή είχαμε δράσει διαφορετικά, αυτό, κατά τη γνώμη μου, θα είχε πολύ χειρότερες συνέπειες από ό,τι ορισμένα προβλήματα σήμερα. Αυτές δεν είναι αποφάσεις που λαμβάνονται ως σχέδια επί χάρτου, αλλά απαντήσεις στην πραγματική ζωή. Όταν 70 εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο είναι πρόσφυγες, τότε είναι κατανοητό ότι η Ευρώπη έπρεπε να ασχοληθεί με ένα εκατομμύριο εξ αυτών. Καταλαβαίνω ότι αυτό μπορεί να οδηγήσει σε κοινωνικές αντιπαραθέσεις, αλλά πρέπει να τις αντέξουμε.
Και άλλωστε μάθαμε και κάτι από αυτήν την κατάσταση (…) Στο μεταξύ υπάρχει συναίνεση: προστασία των ευρωπαϊκών εξωτερικών συνόρων, ευθύνη για την Αφρική, αναπτυξιακή πολιτική, ακόμα και στήριξη σε θέματα ασφάλειας και στη μάχη κατά της τρομοκρατίας – όλα αυτά είναι αδιαμφισβήτητα μεταξύ όλων των κρατών-μελών.
Συνεχίζουμε να διαφωνούμε στο ζήτημα του αν πρέπει όλα τα κράτη μέλη να δεχτούν ορισμένο αριθμό προσφύγων ή πρέπει να αφήσουμε μόνα τους τα κράτη μέλη της Μεσογείου και μερικά άλλα, που πλήττονται περισσότερο. Πρέπει να συνεχίσουμε να εργαζόμαστε για αυτά».