Τα ξεσπάσματα νεοναζισμού ή αντισημιτισμού πρέπει να τιμωρούνται σκληρά, δήλωσε χθες ο Ιταλός πρόεδρος Τζόρτζιο Ναπολιτάνο, δύο ημέρες μετά τον έπαινο του πρώην πρωθυπουργού της χώρας Σίλβιο Μπερλουσκόνι προς τον φασίστα δικτάτορα Μπενίτο Μουσολίνι, ο οποίος προκάλεσε την κατακραυγή της εβραϊκής κοινότητας της χώρας.
Ο Ναπολιτάνο σημείωσε ότι μεταξύ του ιταλικού πληθυσμού υπάρχει μια «ευρύτερη από ποτέ επίγνωση του γεγονότος ότι ο διωγμός των Εβραίων ήταν μια διαστροφή και μια αθλιότητα».
Ωστόσο, ο Ιταλός πρόεδρος, υπογράμμισε ότι του προκαλεί ανησυχία η «ανοιχτά νεοναζιστική άθλια ιδεολογία-σκουπίδι»και ο ρατσισμός, για άλλη μια φορά κυρίως αντιεβραϊκός, ο οποίος κυκλοφορεί ανάμεσα σε ορισμένες ομάδες της νεολαίας και των χούλιγκαν».
«Αυτά είναι τερατουργήματα που ακόμη κι αν απλώς εκστομίζονται απαιτούν την σκληρότερη απάντηση από το κράτος», υπογράμμισε.
Την περασμένη εβδομάδα δύο μέλη της ακροδεξιάς οργάνωσης Casa Pound φυλακίστηκαν και πέντε τέθηκαν σε κατ’ οίκον περιορισμό για τον ξυλοδαρμό πολεμίων τους, την παράνομη κατοχή όπλων και εκρηκτικών και την συμμετοχή τους σε ανατρεπτική οργάνωση.
Η προσοχή των μέσων ενημέρωσης επικεντρώθηκε στις μαγνητοσκοπημένες συνομιλίες τους, στις οποίες έκαναν λόγο για το βιασμό μιας εβραίας κοπέλας και την πυρπόληση του καταστήματος ενός εβραίου κοσμηματοπώλη.
Μιλώντας την Κυριακή κατά την διεθνή ημέρα που είναι αφιερωμένη στη μνήμη των θυμάτων του Ολοκαυτώματος, ο Μπερλουσκόνι προκάλεσε κύμα αντιδράσεων αφήνοντας να εννοηθεί ότι ο Μουσολίνι πιέστηκε να υιοθετήσει ρατσιστικούς νόμους από την ναζιστική Γερμανία. Εκτός από αυτό το σοβαρό λάθος, το φασιστικό καθεστώς του «είχε δράσει ορθά σε πολλούς άλλους τομείς», είχε σημειώσει ο Μπερλουσκόνι.
Ο πρώην πρωθυπουργός κατέβασε αργότερα τους τόνους όσον αφορά τα σχόλιά του, υπογραμμίζοντας ότι καταδικάζει τις δικτατορίες και ότι δηλώνει «ακλόνητος φίλος του Ισραήλ».
Σύμφωνα με τον Τζέιμς Ουόλστον, πολιτικό αναλυτή και καθηγητή στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο της Ρώμης, ο Μπερλουσκόνι σκόπιμα έκανε τις δηλώσεις αυτές και «έκανε μια πολύ δυσάρεστη κίνηση για αποκτήσει έρεισμα στην ψήφο της άκρας δεξιάς ενόψει των εκλογών στις 24-25 Φεβρουαρίου».