Σαν σήμερα το 1899 γεννήθηκε ο Αλ «Σημαδεμένος» Καπόνε, που δεν χρειάζεται φυσικά συστάσεις.
Ο μύθος του πλέον διαβόητου γκάγκστερ της Αμερικής, που ανέβηκε στον θρόνο του οργανωμένου εγκλήματος κατά την εποχή της Ποτοαπαγόρευσης (1920-1933), προηγείται φυσικά της πραγματικής περσόνας που συνιστούσε ο Alphonso Caponi.
Όσο για την αιματοβαμμένη, βίαιη και φαύλη καριέρα του, συνοψίζει με τον καλύτερο τρόπο τη δύναμη και την επιρροή που ασκούσε το οργανωμένο έγκλημα στα πεπραγμένα μιας χώρας.
Ας δούμε τα έργα και τις ημέρες του Νο 1 «νονού» της Ιστορίας…
Ο Αλ γεννιέται – ο «Σημαδεμένος» γίνεται
Ο Alphonso Caponi γεννιέται στις 17 Ιανουαρίου 1899 στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης, ένα από τα 7 παιδιά των ιταλικής καταγωγής Gabriel και Teresa Caponi, οι οποίοι μετανάστευσαν από την Ιταλία στις ΗΠΑ το 1893.
Ο πατέρας του ήταν μπαρμπέρης. Η σχολική εκπαίδευση του Καπόνε θα ολοκληρωθεί βίαια -και απρόοπτα- στην 6η τάξη του Δημοτικού, όταν μια μέρα θα δείρει τον δάσκαλό του και θα τις φάει κατόπιν από τον διευθυντή του σχολείου. Τα σχολικά χρόνια τελειώνουν πριν καλά-καλά αρχίσουν.
Όπως και πολλά ακόμα παιδιά μεταναστών της εποχής, ο μικρός Καπόνε μεγαλώνει μαθαίνοντας ότι ο βασικός σκοπός της ζωής είναι η απόκτηση πλούτου, με τις ΗΠΑ να είναι η γη της επαγγελίας (και της τυχοδιωκτικής ευκαιρίας).
Ο Καπόνε ανακάλυψε νωρίς στη ζωή του ότι η προκατάληψη για την εθνική του ταυτότητα θα στεκόταν εμπόδιο στην επιδίωξη του «αμερικανικού ονείρου»: τα παιδιά των μεταναστών και των μελών της εργατικής τάξης δεν είχαν καμία ευκαιρία να πετύχουν στο εκπαιδευτικό σύστημα. Πόσο μάλλον διά της νόμιμης οδού! Μόνος δρόμος, η παρανομία.
Εξαγριωμένος λοιπόν από την κοινωνική ανισότητα και τη διάσταση μεταξύ του «αμερικανικού ονείρου» και της δικής του ζοφερής πραγματικότητας, ο νεαρός Αλ ξεκινά να επιδίδεται σε μικρο-εγκληματικές πράξεις, ως τρόπο να τα καταφέρει σε μια ούτως ή άλλως άδικη κοινωνία.
Ο Καπόνε απασχολήθηκε για λίγο σε μια σειρά από δουλειές του ποδαριού, βρήκε ωστόσο την πραγματική του κλίση όταν «προσλήφθηκε» να μαθητεύσει δίπλα σε έναν γκάγκστερ: ο Johnny Torrio (1882-1957) τον βάζει να δουλέψει σε ένα μπαρ φίλου του.
Ο Torrio γνώριζε ότι ο Καπόνε δεν είχε πρόβλημα με τη βία, θα τον έστελνε λοιπόν συστηματικά να συλλέγει δόσεις από κακοπληρωτές, επιδιδόμενος σε ό,τι απαιτούσε η δουλειά του «εισπράκτορα».
Καθώς περνούσε ο καιρός, ο νεαρός Καπόνε μάθαινε τα μυστικά του εγκληματικού κόσμου και της ζωής στο περιθώριο. Ήταν τότε λοιπόν και κατά τη διάρκεια ενός καυγά όταν θα αποκτήσει μια ουλή από μαχαιριά στο μάγουλό του, που θα του χάριζε το παρατσούκλι «Σημαδεμένος».
Την ίδια περίπου εποχή θα γνωρίσει μια κοπέλα, τη Mae Coughlin (1897-1986), με την οποία θα αποκτήσει έναν γιο, τον Albert Francis Capone (υποκοριστικό Sonny). Ο Αλ και η Mae θα παντρευτούν λίγο μετά τη γέννηση του παιδιού τους, στις 18 Μαρτίου 1918…
Επιτυχία στο Σικάγο
Ήταν το 1919 όταν η αμερικανική κυβέρνηση θα περάσει τροπολογία με την οποία απαγορευόταν η παρασκευή, η πώληση και η μεταφορά αλκοόλ. Την ίδια χρονιά ο Καπόνε θα εγκατέλειπε το Μπρούκλιν για το Σικάγο, όπου διέφυγε για να γλιτώσει από μια υπόθεση δολοφονίας που ήταν μπλεγμένος.
Στον νέο τόπο κατοικίας του, ο Καπόνε θα ενώσει τις δυνάμεις του με την περιβόητη συμμορία «Five Points Gang» και σύντομα θα ανέβει στην ιεραρχία: γίνεται το δεξί χέρι του αρχηγού της μαφιόζικης οργάνωσης, του παλιού του φίλου Johnny Torrio, ο οποίος είχε ξεκινήσει «επιχειρήσεις» στο Σικάγο. Ο Αλ θα δουλέψει ως μπάρμαν και «εφαρμοστής του νόμου» για λογαριασμό του Torrio και θα συλληφθεί πολυάριθμες φορές για επίθεση και βιαιοπραγίες, η επιρροή στην αστυνομία και οι διασυνδέσεις του μεγάλου αφεντικού θα τον ξελασπώνουν ωστόσο κάθε φορά.
Με το που εγκαταλείπει τη χώρα ο Torrio, ο Καπόνε βρίσκεται ξαφνικά να ελέγχει ένα σημαντικό μέρος της παράνομης διακίνησης αλκοόλ στην πόλη, μια νέα «επιχειρηματική δραστηριότητα» που επέβαλε η Ποτοαπαγόρευση: οι πολίτες του Σικάγο δεν υπάκουαν στον νόμο και ήταν έτοιμοι να τον παραβούν για ένα ποτηράκι αλκοόλ. Ο Αλ θα εκμεταλλευτεί στο έπακρο την κοινωνική αυτή ανάγκη και θα λειτουργήσει τις παράνομες δραστηριότητές του ανοιχτά. Όπως θα δηλώσει κατόπιν στον δημοσιογράφο Damon Runyon: «Έβγαλα λεφτά ανταποκρινόμενος σε μια κοινωνική απαίτηση. Αν είμαι παράνομος, τότε και οι πελάτες μου … κάποιοι από τους καλύτερους ανθρώπους του Σικάγο, είναι τόσο ένοχοι όσο κι εγώ».
Ο Καπόνε θα προστατεύσει με πυγμή τις άνομες δραστηριότητές του, που περιλάμβαναν πλέον και αίθουσες τζόγου, κηρύσσοντας τον πόλεμο σε αντίπαλες συμμορίες. Κατά τη διάρκεια της περίφημης σφαγής της μέρας του Αγίου Βαλεντίνου το 1929, εφτά μέλη της αντίπαλης μαφίας του George «Bugsy»Moran θα εκτελεστούν σε ένα γκαράζ της πόλης.
Η προστασία της εγκληματικής του οργάνωσης περιλάμβανε φυσικά τη δωροδοκία κυβερνητικών αξιωματούχων ή ακόμα και τον ξυλοδαρμό τους. Η δύναμη και το κύρος που προσέδωσαν στον Καπόνε τα απίστευτα κέρδη του θα τον κάνουν προοδευτικά να συμπεριφέρεται σαν να επρόκειτο για αξιοσέβαστο και επιφανή επιχειρηματία, παρά ως στυγνός εγκληματίας που ήταν.
Δεν ήταν εξάλλου λίγοι αυτοί που τον θαύμαζαν, περιλαμβανομένων αστυνομικών διοικητών και δημοτικών αξιωματούχων, ανεβάζοντάς τον στον θρόνο της πόλης: μεταξύ 1927-1931 ήταν ο αδιαμφισβήτητος «ηγεμόνας» του Σικάγο!
Η πραγματικότητα βέβαια απείχε παρασάγγας από τη δημόσια εικόνα: ο Καπόνε ήταν εντελώς ανάξιος για θαυμασμό. Ο στυγνός εγκληματίας είχε ξεπαστρέψει εκατοντάδες ανθρώπους χωρίς δεύτερη σκέψη, είχε δωροδοκήσει δημάρχους, κυβερνήτες και άλλους εκλεγμένους για να λάβει την πολυπόθητη «ασυλία» τους. Και ήταν ακριβώς ο τρόμος που έφερε στην πόλη και τα αδίστακτα ένστικτά του που θα στοίχειωναν το Σικάγο για χρόνια, κάνοντάς το συνώνυμο της διαφθοράς και των μαφιόζικων εκτελέσεων. Η φήμη της πόλης είχε αμαυρωθεί μια για πάντα…
Απειλή για την κοινωνία
Έξω από το Σικάγο βέβαια η φήμη του Καπόνε είχε τη σωστή της διάσταση: ήταν ένας «νονός» της μαφίας και αποτελούσε απειλή για την κοινωνική συνοχή. Στα τέλη της δεκαετίας του ’20, ο ίδιος ο αμερικανός πρόεδρος Χούβερ παρήγγειλε στον υπουργό Οικονομικών του να βρει τρόπο να κλείσει τον «αρχινονό» πίσω από τα κάγκελα. Παρά τις πολλαπλές του συλλήψεις, ο Καπόνε πάντα έβρισκε τρόπο να τη σκαπουλάρει και ο χρόνος που είχε περάσει στη φυλακή ήταν… μηδενικός.
Η αποφασιστικότητα της κυβέρνησης να «καθαρίσει» το Σικάγο από τον Καπόνε ήρθε να προστεθεί στα προβλήματα που άρχισαν να τον κυκλώνουν: η Ποτοαπαγόρευση είχε φτάσει στο τέλος της και το παράνομο αλκοόλ δεν είχε πια θέση στην αγορά. Τα κέρδη από τη λαθραία πώληση έπεσαν κατακόρυφα, την ίδια στιγμή που η μεγάλη κρίση του 1929 (που έμελλε να κρατήσει 10 χρόνια) βρήκε το μισό εργατικό δυναμικό της χώρας να χάνει τις δουλειές του. Η οικονομική ύφεση επηρέασε αποφασιστικά και τις παράνομες δραστηριότητας του «Σημαδεμένου».
Εν τω μεταξύ, οι ενδελεχείς έρευνες του υπουργείου Οικονομικών άρχισαν να αποδίδουν καρπούς και σύντομα η αστυνομία θα συνελάμβανε τον Καπόνε για φορολογικές ατασθαλίες. Υποχρεωμένος να υπερασπιστεί τον εαυτό του στο δικαστήριο ταυτόχρονα με άλλη ανοιχτή δικαστική υπόθεση εναντίον του, ο Αλ απέτυχε να παράσχει ικανοποιητικά στοιχεία για τη φορολογική του δήλωση, γεγονός που θα οδηγούσε στην καταδίκη του για φορολογική απάτη.
Τον Οκτώβριο του 1931 θα καταδικαζόταν σε 10 χρόνια καταναγκαστικής εργασίας, τα οποία και θα περνούσε σε φυλακές της Ατλάντα και κατόπιν στο περίφημο Αλκατράζ στον κόλπο του Σαν Φρανσίσκο.
Ο Καπόνε έπασχε από σύφιλη και η πλημμελής φαρμακευτική αντιμετώπισή της στη φυλακή επιδείνωσε την υγεία του. Θα γίνει αδύναμος και ανόρεχτος, την ίδια στιγμή που θα επηρεαστεί και ο νους του. Ως άμεσο αποτέλεσμα, η ηγεμονία του στο οργανωμένο έγκλημα της χώρας θα έληγε τελεσίδικα, αφήνοντάς τον εκτός «συστήματος».
Ο Καπόνε θα αποφυλακιστεί το 1939 και θα περάσει το υπόλοιπο της ζωής του στην αφάνεια, αποσυρόμενος στην αγροικία του στο Palm Island της Φλόριντα, όπου και θα πεθάνει λίγα χρόνια αργότερα, στις 25 Ιανουαρίου 1947…