Τον φόβο ότι οι εθνικιστικές και ευρωσκεπτικιστικές δυνάμεις θα αυξήσουν τα ποσοστά τους στις επόμενες ευρωεκλογές, καθώς δεν υπάρχει ένας προοδευτικός συνασπισμός, που θα μπορέσει να τους αντιταχθεί, εκφράζει σε κύριο άρθρο της η αμερικανική Washington Post.
«Κατά κάποιο τρόπο, πρόκειται για την «επιστροφή της ιστορίας», παρά το τέλος της. Πρόκειται για συνέπειες του Ψυχρού Πολέμου αλλά και της αποτυχίας της νεοφιλελεύθερης σκέψης που κυριάρχησαν τρεις δεκαετίες μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου. Με αυτό το δεδομένο, η σύγκρουση μεταξύ των δυνάμεων που θα ήθελαν ένα κλειστό εθνικιστικό σύστημα και εκείνων που επιδιώκουν να υπερασπιστούν τις ανοιχτές δημοκρατίες είναι ασύμμετρη καθώς οι προοδευτικές ελίτ του τέλους της ιστορίας φαίνεται να είναι απροετοίμαστες και να μην διαθέτουν την κουλτούρα ώστε να αντιμετωπίσουν τον αναζωπυρωμένο ακροδεξιό, αντιφιλελεύθερο εθνικισμό και αυταρχισμό, εκτιμά η Washington Post, όπως αναμεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Η αμερικανική εφημερίδα σημειώνει ότι η φετινή χρονιά σηματοδοτεί την 30η επέτειο από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, η οποία συμβολίζει την κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων της Ευρώπης και το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Για πολλούς, αυτή η στιγμή συνιστούσε τη νίκη της ελευθερίας, την εξάπλωση της φιλελεύθερης δημοκρατίας και τις πιο ειρηνικές διεθνείς σχέσεις στο μεγαλύτερο μέρος του Δυτικού κόσμου. Αυτό αποδείχτηκε και στη συνέχεια καθώς πολλές πρώην κομμουνιστικές χώρες προσχώρησαν στην Ε.Ε. Οι φιλελεύθερες αξίες φαινόταν ότι θα ξεπεράσουν τις δικτατορίες και τις αυτοκρατορίες. Αποκαλώντας την κατάσταση αυτή «τέλος της ιστορίας», ο Φρανσις Φουκουγιάμα αγνοούσε τις μακροπρόθεσμες συνέπειες των αλλαγών αυτών. Αυτές περιελάμβαναν τον εθνικισμό, ο οποίος επέστρεψε με σθένος σε νέες δημοκρατίες όπως η Ουγγαρία, η Πολωνία αλλά και σε ήδη εδραιωμένες δημοκρατίες όπως οι ΗΠΑ και η Βρετανία, με τη μορφή ακροδεξιού σωβινισμού με το πρόσχημα της αντιμεταναστευτικής στάσης, γράφει η Washington Post.