Δηλώνει θαυμαστής του Ντόναλντ Τραμπ και του Βλαντίμιρ Πούτιν και έχει κατηγορηθεί για σεξισμό εξαιτίας δηλώσεών του του τύπου: Οι γυναίκες «γενικά δεν τα πάνε καλά σε πολλά επαγγέλματα και έχουν έλλειμμα φιλοδοξίας». Είναι ο ηγέτης ενός νέου ακροδεξιού κόμματος που εξέλεξε μέλη στο δημοτικό συμβούλιο του Άμστερνταμ.
Το λεγόμενο Φόρουμ για τη Δημοκρατία (FvD), το οποίο έκανε εκστρατεία επικεντρωμένη στην «ανωτερότητα» του ολλανδικού πολιτισμού και γενικά καταγγέλλει την Ευρωπαϊκή Ένωση, εξασφάλισε το 4,9% των ψήφων, και ανέδειξε δύο στελέχη του στο 45μελές δημοτικό συμβούλιο της μεγαλύτερης ολλανδικής πόλης. Το κόμμα εμφανίστηκε ως think tank το 2015 και μετεξελίχθηκε σε πολιτικό κόμμα μόλις έξι μήνες πριν από τις εκλογές του Μαρτίου 2017.
Μέσα σε λιγότερο από έναν χρόνο το κόμμα του Μποντέ αριθμούσε περισσότερα από 20.000 μέλη που πληρώνουν συνδρομή και ένα όλο και αυξανόμενο αριθμητικά κίνημα νεολαίας. Μάλιστα οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι αν διενεργούνταν σήμερα εκλογές ο Μποντέ θα εξασφάλιζε μέχρι και 15 έδρες. Επιπλέον, παρότι το κόμμα του συμμετείχε στις εκλογές μόνο στο Άμστερνταμ, οι δημοσκοπήσεις το θέλουν να κατατάσσεται τρίτο σε δημοτικότητα σε εθνικό επίπεδο.
Ο Τιέρι Χένρι Μποντέ αποσπά ψήφους από τον Γκέρτ Βίλντερς, τον ακροδεξιό λαϊκιστή και αρχηγό του κόμματος της Ελευθερίας που βρίσκεται στο προσκήνιο από το 2006.
Συγγραφέας, 36 ετών, ο Μποντέ μπήκε στην ολλανδική Βουλή όταν το κόμμα του κέρδισε δύο έδρες στις βουλευτικές εκλογές του 2017, απηχώντας την υπόσχεση του Τραμπ ότι θα «αποξηράνει τον βάλτο». Και ο ίδιος στην παρθενική του ομιλία στο κοινοβούλιο απευθύνθηκε στους συναδέλφους του βουλευτές στα λατινικά.
Ενδεικτικός είναι ο τίτλος πρόσφατου άρθρου του αμερικανικού εντύπου The Nation: «Είναι το κακό παιδί της Ολλανδίας: Τιερί Μποντέ το νέο πρόσωπο της ευρωπαϊκής Alt-Right;» (Σ.τ.Σ: το alt-right είναι ένα κίνημα που ιδρύθηκε από ανθρώπους που πιστεύουν ότι η λευκή φυλή είναι ανώτερη από τη μαύρη. Πρόκειται για ένα κίνημα που ήρθε στο φως με την εκλογική νίκη του Τραμπ).
Λίγο μετά την εκλογή του στη Βουλή ο Μποντέ είχε ζητήσει την άδεια να αποχωρήσει για λίγο από συνεδρίαση του Σώματος για να επιβλέψει ο ίδιος την μεταφορά…του πιάνου του από το διαμέρισμά του στο Άμστερνταμ στο νέο του γραφείο στη Χάγη. Το πιάνο–όπως εξήγησε στη συνέχεια–ήταν αναπόσταστο τμήμα της ”συνοδείας” του και θα του επέτρεπε να χαλαρώνει ανάμεσα στις συνεδριάσεις παίζοντας Σούμπερτ ή Μπραμς.
Το Nation τον χαρακτηρίζει διανοούμενο, ο οποίος ισχυρίζεται ότι μισεί την πολιτική, τη σύγχρονη τέχνη και την ποπ κουλτούρα.
Τόσο η ξαφνική άνοδός του όσο και το στυλ και η εικόνα του θυμίζουν τον Πιμ Φόρτουιν, τον ομοφυλόφιλο λαϊκιστή, ο οποίος έκανε πόλεμο εναντίον των μουσουλμάνων μεταναστών και δολοφονήθηκε από έναν ακτιβιστή για το περιβάλλον τον Μάιο του 2002, στην πρώτη πολιτική δολοφονία στη χώρα μετά τον 17ο αιώνα.
Δύο χρόνια αργότερα, ένας ριζοσπαστικοποιημένος ολλανδο-μαροκινός μουσουλμάνος δολοφόνησε τον προοδευτικό σκηνοθέτη Τέο βαν Γκογκ υπό το φως της ημέρας σε έναν πολυσύχναστο δρόμο του Άμστερνταμ. Και οι δύο δολοφονίες άλλαξαν το πρόσωπο της πολιτικής στη χώρα. Έκτοτε, το ζήτημα του κινδύνου της εθνικής ταυτότητας και της ενσωμάτωσης των μεταναστών κυριαρχούν στον δημόσιο διάλογο και διχάζουν τη χώρα σε δύο εξίσου παθιασμένα αντίπαλα στρατόπεδα.
Ο Μποντέ είναι πεπεισμένος ότι η χώρα του βρίσκεται στο χείλος της καταστροφής. Θεωρεί ότι η ελίτ στον χώρο της ολλανδικής πολιτικής και της διανόησης χαρακτηρίζεται από ένα παθολογικό μίσος για την ίδια την εθνική της κουλτούρα, αυτό που ο ίδιος αποκαλεί «φόβο της πατρίδας», ο οποίος έχει απομυζίσει τους αμυντικούς μηχανισμούς της χώρας αφήνοντάς την ανοχύρωτη απέναντι στην εισβολή μη δυτικών αξιών. Οι απειλές αυτές εκφράζονται κυρίως από τους μουσουλμάνους μετανάστες και πρόσφυγες, ισχυρίζεται.
«Η Δύση πάσχει από μια αυτοάνοση διαταραχή», έλεγε ο Μποντέ απευθυνόμενος στο συνέδριο του κόμματός του τον Ιανουάριο του 2017. «Τμήμα του οργανισμού μας–ένα σημαντικό τμήμα–το ανοσοποιητικό μας σύστημα, αυτό που πρέπει να μας προστατεύει, έχει στραφεί εναντίον μας. Έχουμε αποδυναμωθεί, υπονομευθεί, παραδοθεί από κάθε άποψη. Κακόβουλα, επιθετικά στοιχεία εισάγονται λαθραία στο κοινωνικό μας σώμα σε αριθμούς χωρίς προηγούμενο ενώ οι αληθινές αιτίες και συνέπειες παραμένουν κρυφές. Οι ανακοινώσεις της αστυνομίας για τα βίαια περιστατικά που σημειώνονται σε κέντρα φιλοξενίας μεταναστών δεν δίνονται στη δημοσιότητα. Το γραφείο του γενικού εισαγγελέα κάνει τα στραβά μάτια όταν συναντάει δικαστήρια της σαρία», όπως αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ
Αντίθετα, ο Μποντέ υπερηφανεύεται ότι προασπίζεται τις δυτικές αξίες. Το κόμμα του έχει προτείνει έναν «Νόμο για την Υπεράσπιση των Ολλανδικών Αξιών», ο οποίος μεταξύ άλλων θα απαγορεύει όλα τα καλύμματα προσώπου σε δημόσιους χώρους, ανάμεσά τους και νικάμπ και μπαλακλάβα.
Ευρωσκεπτικιστής όπως και ο Βίλντερς, ο Μποντέ θεωρεί ότι η μετανάστευση και η πολυπολιτισμικότητα «διαβρώνουν» από την βάση τις εθνικές αξίες, ενώ η εθνική κυριαρχία της Ολλανδίας έχει υπονομευθεί περαιτέρω από την υποταγή της στην ΕΕ και σε άλλους διεθνείς οργανισμούς.