Η ηγεσία του αντάρτικου κινήματος Επαναστατικές Ένοπλες Δυνάμεις της Κολομβίας (FARC) ζήτησαν χθες από την κυβέρνηση να αναγνωρίσει το δικό της μερίδιο «ευθύνης» στην αιματηρή σύγκρουση που σπαράσσει την Κολομβία για σχεδόν μισόν αιώνα, αντιδρώντας στο κυβερνητικό αίτημα για μία αποσαφήνιση της υπάρχουσας κατάστασης στο θέμα των ομήρων που κρατούν οι αντάρτες.
Οι FARC «απαιτούν από οποιονδήποτε μας καλεί να δώσουμε διευκρινήσεις για το σημαντικό θέμα των ομήρων να δώσει έναν απολογισμό στη χώρα για τη δική της απαράγραπτη ευθύνη στην πολεμική τραγωδία που έχει βυθίσει την Κολομβία σε μία βαθιά ανθρωπιστική κρίση», ανέφερε σε ανακοίνωσή της η οργάνωση, η οποία αναγνώστηκε από στέλεχός της που συμμετέχει στις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις που συνεχίζονται στην Αβάνα.
«Όπως ακριβώς συμβαίνει και για τις σφαγές και τις εξαφανίσεις, υπάρχει μία άρνηση για την ύπαρξη περίπου 8.000 αιχμαλώτων πολέμου και πολιτικών κρατουμένων», στις φυλακές της Κολομβίας, υπογραμμίζεται στην ανακοίνωση των FARC.
Όπως πράττει αφότου ξεκίνησαν οι διαπραγματεύσεις, στις 19 Νοεμβρίου, το κυβερνητικό κλιμάκιο στις ειρηνευτικές συνομιλίες απέφυγε να κάνει δηλώσεις στους δημοσιογράφους.
Ο επικεφαλής του κυβερνητικού κλιμακίου, πρώην αντιπρόεδρος Ουμβέρτο ντε λα Κάγιε, ζήτησε από τους αντάρτες να αποσαφηνίσουν εάν υπάρχουν ακόμη όμηροι στα χέρια τους, ενώ από τον περασμένο Φεβρουάριο το κίνημα είχε ανακοινώσει πως σταματά τη σύλληψη ομήρων. Το θέμα ανακινήθηκε μετά τη δήλωση της χήρας του ιδρυτή των FARC Σάνδρα Ραμίρες πως οι αντικαθεστωτικοί αντάρτες κρατούν ακόμη «αιχμαλώτους πολέμου».
Η δήλωση διαψεύσθηκε αμέσως από την ηγεσία των FARC, η οποία διαβεβαίωσε πως δεν κρατά κανέναν όμηρο αφότου ξεκίνησαν οι ειρηνευτικές συνομιλίες–τον ισχυρισμό διαψεύδει η κυβέρνηση και οργανώσεις οικείων των ομήρων.
Έπειτα από μία ανάπαυλα πέντε ημερών, οι αντάρτες και η κυβέρνηση ξεκίνησαν ξανά χθες τις διαπραγματεύσεις τους για τον τερματισμό της πλέον μακρόχρονης σύρραξης στην αμερικανική ήπειρο, που στις σχεδόν πέντε δεκαετίες της διεξαγωγής της έχει προκαλέσει περίπου 600.000 νεκρούς, 15.000 εξαφανισθέντες και 4 εκατ. εκτοπισμένους, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία.