Ένας ομογενής προστέθηκε στον κατάλογο των νεκρών του τυφώνα Σάντι, οι συνέπειες του οποίου συνεχίζουν ακόμη να ταλαιπωρούν κατοίκους περιοχών της Νέας Υόρκης και του Νιου Τζέρσεϊ, ενώ μια τριμελής ελληνική οικογένεια στο Κουίνς γλίτωσε από πνιγμό όταν πλημμύρισε το σπίτι τους.
Ο άτυχος ομογενής που έχασε τη ζωή του είναι ο 66χρονος Νικόλας Λουρίκας, ο οποίος στην προσπάθειά του να καθαρίσει ξεριζωμένο δέντρο σε εστιατόριο στο Λονγκ ‘Αιλαντ καταπλακώθηκε από το κορμό του.
Ο αριθμός των θυμάτων στην πόλη της Νέας Υόρκης ανήλθε στους 43 και συνολικά στις βορειοανατολικές πολιτείες στους 121. Το συνολικό κόστος των ζημιών εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει τα 80 με 100 δισεκατομμύρια δολάρια.
Δυο εβδομάδες μετά το καταστροφικό χτύπημα του τυφώνα και της χιονοθύελλας που ακολούθησε, εντείνονται οι αντιδράσεις για προβλήματα στην αποκατάσταση των πληγέντων, στην παροχή ηλεκτροδότησης, στον ανεφοδιασμό πρατηρίων καυσίμων, στον καθαρισμό καταστραμμένων περιοχών και στον έλεγχο χιλιάδων δέντρων που ξεριζώθηκαν από τους ισχυρούς ανέμους και πολλά αποτελούν θανάσιμο κίνδυνο γιατί μπορεί να πέσουν πάνω σε ανθρώπους, στέγες και αυτοκίνητα.
Στο μεταξύ, η τριμελής οικογένεια του ομογενούς Ηλία Ζαρακώστα, η οποία ζούσε στην χερσόνησο Ράκγουέι στην περιφέρεια του Κουίνς της Νέας Υόρκης, γλίτωσε από πνιγμό όταν το σπίτι πλημμύρισε από τα ορμητικά νερά του Ατλαντικού.
«Από τη Δευτέρα το απόγευμα (29 Οκτωβρίου) δεν είχαμε ηλεκτρισμό, αλλά δεν υπολογίσαμε ότι προμηνυόταν ένα τέτοιο μεγάλο κακό» δήλωσε στο ΑΜΠΕ ο κ. Ζαρακώστας που κατάγεται από τον Πειραιά και το Λεωνίδιο Αρκαδίας, επισημαίνοντας ότι «πέρσι, πριν τον τυφώνα Αϊρίν, μας καλούσε η αστυνομία να εγκαταλείψουμε τα σπίτια μας. Φέτος, δεν έγινε κάτι τέτοιο, παρά μονάχα νωρίτερα υπήρξε η έκκληση του δημάρχου από την τηλεόραση».
Ο κ. Ζαρακώστας, η σύζυγός του Ανθούλα Κωνσταντάκη από το Ρέθυμνο της Κρήτης και η 10χρονη κόρη τους Αγγελική, εκτός από το γεγονός ότι διέμεναν στο δεύτερο όροφο και ευελπιστούσαν ότι δεν θα διέτρεχαν άμεσο κίνδυνο, είχαν ένα άλλο επιπρόσθετο σοβαρό λόγο για να μη μετακινηθούν από το σπίτι τους. Πριν τέσσερα χρόνια, ο κ. Ζαρακώστας είχε υποστεί εγκεφαλικό επεισόδιο, με αποτέλεσμα, παρά την πρόοδο που σημείωσε η κατάσταση της υγείας του, αντιμετώπιζε ακόμη σοβαρό κινητικό πρόβλημα. Επομένως, ήταν πολύ δύσκολη η μετακίνησή του.
«Γύρω στις 11 το βράδυ, το σπίτι άρχισε να πλημμυρίζει» ανέφερε ο κ. Ζαρακώστας, προσθέτοντας ότι «όλα συνέβησαν τόσο ξαφνικά που δεν μπορέσαμε να αντιδράσουμε. Η στάθμη του νερού ανέβηκε απότομα. Όταν εργαζόμουν σε καράβια και έτυχε να βρεθώ σε ναυάγιο, έπεσα μαζί με άλλους στην Καραϊβική θάλασσα και δεν είχα φοβηθεί. Μέσα στο σπίτι μου όμως, ένιωσα ανήμπορος να σώσω τον εαυτό μου και τα αγαπημένα μου πρόσωπα λόγω του εγκεφαλικού που είχα πάθει».
Συγκινημένος από την πρόσφατη δραματική περιπέτειά τους, συνέχισε την αφήγησή του, επισημαίνοντας ότι στην ατυχία τους, φάνηκαν πολύ τυχεροί, γιατί γλίτωσαν από βέβαιο θάνατο. «Τα έπιπλα, ακόμη και το ψυγείο, έπλεαν μέσα στο σπίτι. Το νερό είχε φτάσει λίγο πιο κάτω από το λαιμό μας», επισήμανε χαρακτηριστικά, συμπληρώνοντας: «Κάποια στιγμή, εκεί που αρχίσαμε να χάνουμε κάθε μας ελπίδα, ακούσαμε να φωνάζουν με μεγάφωνα αν υπήρχαν εγκλωβισμένοι και είδαμε αναμμένους φακούς, λες και βρισκόμασταν μέσα στη θάλασσα μετά από ναυάγιο. Τότε, η Ανθούλα κολύμπησε με δυσκολία μέχρι το μπροστινό δωμάτιο, όπου το παράθυρο είχε σπάσει από τα ορμητικά νερά, φωνάζοντας για βοήθεια. Αν αργούσαν λίγα λεπτά ακόμη, σήμερα δεν θα ήμασταν ζωντανοί. Όταν μας απομάκρυναν από τη γειτονιά μας, πρώτη φορά στη ζωή μου είδα τέτοια καταστροφή. Πλοία είχαν βγει στην στεριά και αυτοκίνητα έπλεαν μέσα στον ωκεανό. Πιο κάτω, σε μια άλλη γειτονιά, στο Μπρίζι Πόιντ, καίγονταν όλα τα σπίτια. Ήταν εικόνες βιβλικής καταστροφής».
Η τριμελής οικογένεια, η οποία για πέντε χρόνια ενοικίαζε το σπίτι από την πολιτεία, έχασε όλα τα προσωπικά αντικείμενα και έπιπλά της, παίρνοντας το δρόμο της προσφυγιάς, όπως και εκατοντάδες άλλες χιλιάδες οικογένειες. Τα σωστικά συνεργεία τους μετέφεραν στο γυμναστήριο του Κολεγίου Κουίνς, του Δημοτικού Πανεπιστημίου Νέας Υόρκης. Εκεί, παρέμειναν μερικές μέρες, μαζί με εκατοντάδες άλλα άτομα κάθε ηλικίας, μέχρι που βρέθηκαν φιλεύσπλαχνοι ομογενείς και τους αγκάλιασαν με αγάπη, προσφέροντάς τους προσωρινή στέγη, φαγητό και ένδυση. Άτομα των ελληνορθόδοξων κοινοτήτων του Τιμίου Σταυρού στο Γουάιτστοουν και του Αγίου Νικολάου στο Φλάσινγκ, αλλά και μέλη της Ομοσπονδίας Ελληνικών Σωματείων Νέας Υόρκης ανέδειξαν την ομορφιά της ελληνικής ψυχής, προσφέροντας φαγητό και είδη πρώτης ανάγκης και στους υπολοίπους άστεγους που εξακολουθούν να βρίσκονται στο γυμναστήριο του κολεγίου και σε άλλους χώρους-καταφύγια του Ερυθρού Σταυρού.
«Βιώσαμε αρκετές δυσκολίες στη ζωή μας» ανέφερε στο ΑΜΠΕ ο κ. Ζαρακώστας, επισημαίνοντας ότι «πριν μερικά χρόνια, είχα δική μου πιτσαρία, παλαιότερα δούλεψα σε εργαστήρια επιδιόρθωσης πλοίων. Εξαιτίας ορισμένων ατυχιών και κυρίως λόγω του εγκεφαλικού που έπαθα, βρεθήκαμε σε οικονομικό αδιέξοδο, αλλά ποτέ δεν βρεθήκαμε στο δρόμο, ποτέ δεν ζητήσαμε ελεημοσύνη, ποτέ δεν μείναμε χωρίς φαγητό. Τώρα, μέσα σε μια στιγμή, τα χάσαμε όλα. Είμαστε όμως ζωντανοί. Ευχαριστούμε από τα βάθη της καρδιάς μας όλους αυτούς τους πραγματικούς Έλληνες και Χριστιανούς, που μας στηρίζουν και μας βοηθούν σ’ αυτή την αναπάντεχη δοκιμασία μας».
Αξίζει να σημειωθεί ότι αρκετοί ομογενειακοί φορείς -όπως τμήματα της ΑΧΕΠΑ, σύλλογοι, ομοσπονδίες και ελληνορθόδοξες κοινότητες- παρέχουν υλική και ηθική συμπαράσταση σε πλημμυροπαθείς των δύο πολιτειών.
Επίσης, το Ίδρυμα “Σταύρος Νιάρχος” προσέφερε 750 χιλιάδες δολάρια για τις ανάγκες των πληγέντων του τυφώνα Σάντι, ενώ χθες, με εγκύκλιο του Αρχιεπισκόπου Αμερικής Δημητρίου, περιφέρθηκε σε όλες τις εκκλησίες ειδικός δίσκος για την ενίσχυση του ταμείου ανακουφίσεως των πληγέντων. Τέλος, η Ομοσπονδία Ελληνικών Σωματείων Νιού Τζέρσεϊ συγκρότησε ειδική επιτροπή, κινητοποιώντας φοιτητές και ομογενείς για να βοηθήσουν όπου υπάρχουν ανάγκες και δεκάδες Έλληνες εστιάτορες προσφέρουν δωρεάν φαγητό σε άστεγους.