Η Βικτουάρ Ινγκάμπιρε, ηγετικό στέλεχος της αντιπολίτευσης στη Ρουάντα καταδικάστηκε σε οκτώ χρόνια κάθειρξη για δύο από τις οκτώ κατηγορίες που αντιμετώπιζε (συνωμοσία για να πληγεί η χώρα μέσω πολέμου και τρομοκρατίας και άρνηση της γενοκτονίας) σε μια υπόθεση που είχε χαρακτηριστεί δοκιμασία για την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης.
Η Ινγκάμπιρε, η οποία δηλώνει αθώα, είχε κατηγορηθεί ότι συνέβαλε στη χρηματοδότηση των ανταρτών Χούτου της παράταξης FDLR και ότι ρωτούσε γιατί δεν αναφέρονταν τα θύματα μεταξύ των Χούτου σε ένα μνημείο για τη γενοκτονία του 1994.
Πάνω από 800.000 άνθρωποι είχαν σκοτωθεί στη χώρα της κεντρικής Αφρικής όταν η υπό την ηγεσία των Χούτου κυβέρνηση και παραστρατιωτικές ομάδες αποδύθηκαν σε μια σφαγή που διήρκεσε 100 ημέρες τον Απρίλιο εκείνης της χρονιάς, κατακρεουργώντας αδιακρίτως Τούτσι και μετριοπαθείς Χούτου.
Η Ινγκάμπιρε, που ανήκει στην εθνοτική ομάδα των Χούτου, επέστρεψε στη Ρουάντα τον Ιανουάριο του 2010 από την εξορία στην Ολλανδία για να λάβει μέρος στις προεδρικές εκλογές, αλλά αυτό της απαγορεύθηκε αφού της απαγγέλθηκαν κατηγορίες που σχετίζονται με την άρνηση της γενοκτονίας. Στις εκλογές είχε κερδίσει ο πρόεδρος Πολ Καγκάμε.
Στα μέσα Απριλίου φέτος η Ινγκάμπιρε άρχισε να απέχει από την διαδικασία της δίκης της, λέγοντας ότι η «εμπιστοσύνη της προς το δικαστικό σώμα έσβησε».
Ο Ίαν Έντουαρντς, ο Βρετανός δικηγόρος της πολιτικού, υποστήριξε ότι τα στοιχεία σε βάρος της είναι κατασκευασμένα και ότι ορισμένες από τις κατηγορίες που της απαγγέλθηκαν έρχονται σε αντίθεση με το σύνταγμα της χώρας. Πρόσθεσε ότι η Ινγκάμπιρε θα ασκήσει έφεση.
«Δεν εξεπλάγην (αλλά) απογοητεύτηκα. Πιστεύω ακλόνητα ότι θα έπρεπε να αθωωθεί από όλες τις κατηγορίες», δήλωσε ο Έντουαρντς. «Αλλά θα ασκήσουμε έφεση σε ό,τι κι αν είναι αυτό για το οποίο καταδικάστηκε», πρόσθεσε.
Η πολιτικός είχε συλληφθεί από την αστυνομία την 14η Οκτωβρίου.
Η θητεία του Καγκάμε, η τελευταία που δικαιούται, λήγει το 2017. Παραμένει πρόεδρος καθ’ όλο το διάστημα μετά την γενοκτονία του 1994 και έχει επαινεθεί για τις προσπάθειές του να μεταμορφώσει τη χώρα σε μια σύγχρονη οικονομία. Όμως οι επικριτές του τον κατηγορούν ότι είναι αυταρχικός και ποδοπατά τις ελευθερίες της έκφρασης, τις πολιτικές ελευθερίες και ότι επιβάλλει στυγνή λογοκρισία.