Η ανοιχτή συζήτηση, στο πλαίσιο της διαδικασίας δημόσιας διαβούλευσης για την τροποποίηση του Συντάγματος της πΓΔΜ βάσει των προβλεπόμενων από τη Συμφωνία των Πρεσπών, συνεχίζεται στα Σκόπια, με την κυβέρνηση της πΓΔΜ να ανακοινώνει πρόγραμμα με πέντε ανοιχτές συζητήσεις σε Σκόπια, Στιπ και Τέτοβο.
Κεντρικοί ομιλητές στην πρώτη συζήτηση ήταν ο πρωθυπουργός Ζόραν Ζάεφ και οι πανεπιστημιακοί καθηγητές Λιούμπομιρ Φρτσκόσκι και Βλάντο Πόποφσκι.
Όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, σύμφωνα με τα ΜΜΕ, στην ομιλία του ο πρωθυπουργός της πΓΔΜ αναφέρθηκε αρχικά στη Συμφωνία των Πρεσπών, τονίζοντας ότι με αυτήν η πΓΔΜ και η Ελλάδα «κατάφεραν κάτι που έμοιαζε σχεδόν αδύνατο», κατέληξαν δηλαδή σε μία δίκαιη και αξιοπρεπή λύση για ένα πρόβλημα που επιβάρυνε τις μεταξύ τους σχέσεις επί σχεδόν τρεις δεκαετίες. Ανέφερε, ακόμα, ότι επιδίωξη της κυβέρνησης είναι η ευρεία συμμετοχή πολιτικών δυνάμεων και κοινωνικών παραγόντων στην εν εξελίξει διαδικασία συνταγματικής τροποποίησης, προκειμένου να καθησυχαστούν οι όποιοι φόβοι των πολιτών σχετικά με αν το οι αλλαγές στο Σύνταγμα θα επηρεάσουν ζητήματα που είναι ευαίσθητα γι’ αυτούς, αλλά και για να εξηγηθεί η προοπτική που ανοίγεται για την πΓΔΜ σε ό,τι αφορά την προοπτική ένταξής της στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ, την οικονομική ανάπτυξη και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής.
Επίσης, ο Ζάεφ σημείωσε ότι οι τέσσερις συνταγματικές τροπολογίες που θα καταθέσει η κυβέρνηση μετά την ολοκλήρωση της δημόσιας διαβούλευσης θα πρέπει να εγκριθούν από το Κοινοβούλιο με πλειοψηφία δύο τρίτων. Επισήμανε ότι η διαδικασία θα ολοκληρωθεί με απόφαση που θα λάβει το Κοινοβούλιο με πλειοψηφία δύο τρίτων, η οποία θα αναφέρει ότι οι εν λόγω τροπολογίες αποτελούν συστατικό στοιχείο του Συντάγματος και τίθενται σε ισχύ την ημέρα που θα τεθεί σε ισχύ η Συμφωνία των Πρεσπών, που σημαίνει πρακτικά ότι θα τεθούν σε ισχύ όταν η Βουλή των Ελλήνων κυρώσει τη Συμφωνία και το Πρωτόκολλο Προσχώρησης της πΓΔΜ στο ΝΑΤΟ. Πρόσθεσε ότι αυτό αποτελεί μία πρόσθετη εγγύηση για την πΓΔΜ και ότι ήταν κάτι που ζήτησαν βουλευτές από το βήμα της Βουλής και η κυβέρνηση δεν είχε πρόβλημα να το αποδεχθεί, γιατί συνάδει με το πνεύμα της Συμφωνίας των Πρεσπών. Ανέφερε ότι η απόφαση αυτή θα ενσωματωθεί στον Συνταγματικό Νόμο, όπως και οι λεπτομέρειες για τη σταδιακή εφαρμογή του νέου ονόματος για εσωτερική χρήση, «στο πνεύμα ασφαλώς της Συμφωνίας των Πρεσπών».
Ακολούθως, ο πρωθυπουργός της πΓΔΜ παρουσίασε τα σχέδια τροπολογιών (draft amendments) που έχει καταθέσει η κυβέρνησή του και τα οποία εγκρίθηκαν από την Ολομέλεια του Κοινοβουλίου και αναφέρθηκε σε ορισμένες προτάσεις που κατατέθηκαν από βουλευτές κατά τη διάρκεια της συζήτησης στην Επιτροπή Συνταγματικών Υποθέσεων και στην Ολομέλεια της Βουλής.
Η πρώτη πρόταση, όπως είπε, κατατέθηκε από τον βουλευτή της αντιπολίτευσης Πάντσο Μίνοφ και αφορά τη σταδιακή εφαρμογή του νέου ονόματος για εσωτερική χρήση. Σημείωσε πως αυτό θα πρέπει να διατυπωθεί σε ένα λεπτομερές κείμενο, που θα κινείται στο πνεύμα της Συμφωνίας των Πρεσπών. Ανέφερε ότι αρκετές προτάσεις κατατέθηκαν από βουλευτές της αντιπολίτευσης – σλαβικής και αλβανικής – σχετικά με την τροποποίηση του Προοιμίου του Συντάγματος.
Ο Ζάεφ σχολίασε ότι η συμπερίληψη στο Προοίμιο ιστορικών αναφορών όπως οι Κανόνες της Επαναστατικής Επιτροπής της Κρέσνα και το πρώτο Καταστατικό της TMORO είναι περιττή και, επιπλέον, μπορούν να προκαλέσουν νέα προβλήματα στις σχέσεις της πΓΔΜ με τις γειτονικές χώρες. Αντίθετα, πρόσθεσε, η συμπερίληψη αναφοράς στο Σύνταγμα του 1991 δεν προκαλεί τέτοια προβλήματα.
Σημείωσε ότι από την πλευρά της η αλβανική αντιπολίτευση («Συμμαχία για τους Αλβανούς», κίνημα BESA) έχει ζητήσει οι διατυπώσεις που χρησιμοποιούνται στο Προοίμιο του Συντάγματος να κατοχυρώνουν και να απεικονίζουν την ισότητα μεταξύ όλων των εθνοτικών κοινοτήτων της χώρας.
Ο πρωθυπουργός της πΓΔΜ ανέφερε ότι μία άλλη κατηγορία προτάσεων αφορά την τροπολογία XXXVI, που αναδιατυπώνει το Άρθρο 49 του Συντάγματος. Ειδικότερα, έκανε μνεία στην πρόταση του βουλευτή Πάντσο Μίνοφ, ο οποίος ζήτησε το πρώτο σημείο της τροπολογίας, «Η Πολιτεία προστατεύει, εγγυάται και καλλιεργεί την ιστορική και την πολιτιστική κληρονομιά του “μακεδονικού” λαού» να αναδιατυπωθεί ως εξής: «Η Πολιτεία προστατεύει, εγγυάται και καλλιεργεί την ιστορική και πολιτιστική κληρονομιά και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του “μακεδονικού” λαού», με το επιχείρημα της «πρόσθετης ενίσχυσης της ταυτότητας».
Ο Ζάεφ σημείωσε ότι ο ίδιος είναι ανοιχτός σε διατυπώσεις που συνεισφέρουν στην ενίσχυση της ταυτότητας, προειδοποίησε όμως πως «όλη αυτή η προσπάθεια ανάδειξης της ταυτότητας δεν πρέπει να μας οδηγεί στο άλλο άκρο».
Πρόσθεσε ότι για την ίδια τροπολογία (XXXVI) η αλβανική αντιπολίτευση έχει ζητήσει να υπάρξει αναδιατύπωση, ώστε να διασφαλίζεται ότι η Πολιτεία μεριμνά ισότιμα για όλους τους πολίτες της χώρας που ζουν στο εξωτερικό, ανεξάρτητα εθνοτικής προέλευσης.
Όπως αναφέρουν τα ΜΜΕ, ο πρωθυπουργός της πΓΔΜ σημείωσε ότι ο ίδιος, τα μέλη της κυβέρνησής του και μεγάλο μέρος της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας είναι θετικοί για αρκετές από αυτές τις προτάσεις και υπογράμμισε ότι γι’ αυτήν τη διαδικασία «ασφαλώς, συμβουλευόμαστε την Ελλάδα», όπως και η Ελλάδα συμβουλεύεται την πΓΔΜ όταν πρόκειται για δηλώσεις κ.λπ., διότι, όπως είπε, «αυτό είναι το πνεύμα της φιλίας που θέλουμε να χτίσουμε».
Από την πλευρά του, ο καθηγητής Λιούμπομιρ Φρτσκοσκι σημείωσε ότι τα σχέδια τροπολογιών που κατέθεσε η κυβέρνηση είναι γενικώς αποδεκτά για διάφορους λόγους: Πρώτον, υλοποιούν τη Συμφωνία των Πρεσπών και ανοίγουν τον δρόμο για ένταξη στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ. Δεύτερον, δεν απειλούν τον χαρακτήρα της χώρας ως κράτος πολιτών, δεν αλλοιώνουν το πολιτικό σύστημα και δεν θίγουν τις διεθνοτικές σχέσεις. Τρίτον, δεν θίγουν ζητήματα ταυτότητας. Τέταρτον, είναι σωστά από νομοτεχνική άποψη.
Επίσης, ο Φρτσκοσκι ανέφερε ότι η εξαίρεση του ‘Αρθρου 36 του Συντάγματος από την τροπολογία ΧΧΧΙΙΙ που αφορά την αλλαγή του ονόματος μπορεί να έχει συνέπειες, καθώς μπορεί να θεωρηθεί ότι στο συγκεκριμένο άρθρο ο όρος «Μακεδονία», που διατηρείται, «περιλαμβάνει επίσης την “Μακεδονία του Αιγαίου” και την “Μακεδονία του Πιρίν”». Σε αυτό το πλαίσιο, πρότεινε το συγκεκριμένο άρθρο να αναδιατυπωθεί ως εξής: «Η Πολιτεία εγγυάται ιδιαίτερα κοινωνικά δικαιώματα στους αγωνιστές του Αντιφασιστικού πολέμου και όλων των εθνικοαπελευθερωτικών αγώνων για ανεξάρτητο “μακεδονικό” κράτος».
Σε σχέση με την τροπολογία ΧΧΧVI, που αναδιατυπώνει το ;Aρθρο 49 του Συντάγματος, ο Φρτσκοσκι πρότεινε: Στο πρώτο σημείο («Η Πολιτεία προστατεύει, εγγυάται και καλλιεργεί την ιστορική και την πολιτιστική κληρονομιά του “μακεδονικού” λαού») να προστεθεί ρητή αναφορά στην ταυτότητα («Η Πολιτεία προστατεύει και εγγυάται την ταυτότητα και καλλιεργεί την ιστορική και την πολιτιστική κληρονομιά του “μακεδονικού” λαού»). Επίσης, στο τρίτο σημείο της εν λόγω τροπολογίας («Η Πολιτεία μεριμνά για τους ανήκοντες στον “μακεδονικό” λαό που ζουν στο εξωτερικό») η φράση «ανήκοντες στον “μακεδονικό” λαό που ζουν στο εξωτερικό» να αντικατασταθεί από τη λέξη «διασπορά».
Συναφώς, η εν λόγω πρόταση συζητήθηκε και κατά τη δεύτερη ημέρα της ανοιχτής δημόσιας διαβούλευσης και ο τ/σ «TELMA» σχολιάζει ότι από τη συζήτηση φάνηκε ότι η είναι πολύ πιθανό το σημείο 3 της τροπολογίας XXXVI «Η Πολιτεία μεριμνά για τους ανήκοντες στον “μακεδονικό” λαό που ζουν στο εξωτερικό» να αναδιατυπωθεί ως «Η Πολιτεία μεριμνά για την διασπορά της», προκειμένου να μην γίνεται διάκριση εις βάρος των άλλων εθνοτικών κοινοτήτων. Εξέλιξη οποία, εφόσον ευοδωθεί, θα καλύψει τις όποιες σχετικές ανησυχίες της ελληνικής πλευράς, σύμφωνα με ελληνικές πηγές. Την αλλαγή αυτή υποστήριξαν και πολλοί εκ των λοιπών παρεμβάντων στη δημόσια συζήτηση, όπως ο εκπρόσωπος της «Ένωσης Νέων Νομικών», ο καθηγητής Ντράγκαν Γκότσεφσκι, αλλά και ο καθηγητής Μέρσελ Μπιλιάλι, ο οποίος πρόσθεσε ότι οι προτεινόμενες αλλαγές στο Σύνταγμα προέρχονται από την ανάγκη να προχωρήσει η διαδικασία ένταξης της πΓΔΜ στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ, που σημαίνει ότι οι όποιες αλλαγές θα πρέπει να κινούνται στο γράμμα και στο πνεύμα της Συμφωνίας των Πρεσπών και άρα δεν υπάρχουν μεγάλα περιθώρια παρέμβασης.
Εντός δύο ημερών από την ολοκλήρωσή της, η κυβέρνηση της πΓΔΜ θα πρέπει να υποβάλει στο Κοινοβούλιο τα τελικά κείμενα των τροπολογιών, καθώς και μία έκθεση με τα συμπεράσματα της διαβούλευσης. Ακολούθως, η διαδικασία συνταγματικής τροποποίησης θα εισέλθει στην τελική της φάση, που αναμένεται να ολοκληρωθεί το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Ιανουαρίου 2019.