Νέα έκκληση να ψηφίσουν τον αντικαταστάτη του στο ψηφοδέλτιο του Κόμματος Εργαζομένων Φερνάντου Χαντάντ, για να αποτρέψουν τη «φασιστική περιπέτεια» που αντιπροσωπεύει ο ακροδεξιός υποψήφιος Ζαΐχ Μπολσονάρου, απηύθυνε στους Βραζιλιάνους ο πρώην πρόεδρος της χώρας Λούλα ντα Σίλβα, μέσα από τη φυλακή. Ο Μπόλσονάρου θεωρείται μεγάλο φαβορί κατά τις δημοσκοπήσεις ενόψει του δεύτερου γύρου των προεδρικών εκλογών, που θα διεξαχθεί την Κυριακή. «Είναι ώρα να ενωθούν ο λαός, οι δημοκράτες, οι πάντες γύρω από την υποψηφιότητα του Φερνάντου Χαντάντ» τόνισε ο Λούλα στην επιστολή του. «Αυτή τη στιγμή, που μια φασιστική απειλή επικρέμαται πάνω από τη Βραζιλία, θέλω να απευθύνω έκκληση προς όλους όσοι υπερασπίζονται τη δημοκρατία, να υπερασπιστούν το δημοκρατικό πολίτευμά μας και το κράτος του δικαίου». Ο Λούλα είχε προβάδισμα και μάλιστα με διαφορά, στις δημοσκοπήσεις ενόψει των φετινών εκλογών, αλλά του απαγορεύθηκε η συμμετοχή στη διαδικασία εξαιτίας της καταδίκης του για δωροληψία και νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα και της φυλάκισής του τον Απρίλιο. Πολύ καθυστερημένα, τον αντικατέστησε ο Χαντάντ, πρώην δήμαρχος στο Σαν Πάουλου και πρώην υπουργός Παιδείας. Ο άλλοτε συνδικαλιστής, φυλακισμένος πλέον στην Κουριτσίμπα, όπου εκτίει την ποινή 12 ετών κι ενός μήνα, παραμένει μια εμβληματική πολιτική μορφή που διχάζει τους Βραζιλιάνους—αντιμετωπίζεται με λατρεία από πολλούς, απέχθεια και μίσος από άλλους, όπως εξηγεί το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων. Το παρελθόν του Μπολσονάρου, πρώην λοχαγού του στρατού, το γεγονός πως δηλώνει ανοικτά νοσταλγός της στρατιωτικής δικτατορίας και διατηρεί στενές σχέσεις με αξιωματικούς των ένοπλων δυνάμεων, ένας από τους οποίους είναι άλλωστε υποψήφιος αντιπρόεδρός του, τα σεξιστικά, μισογυνικά και ρατσιστικά σχόλιά του έχουν προκαλέσει έντονη ανησυχία σε πολλούς στη Βραζιλία. Ο ίδιος ο Χαντάντ δεσμεύτηκε την Τρίτη ότι θα αγωνιστεί «μέχρι τέλους» για να αποτραπεί η επικράτηση «του φασισμού» στη Βραζιλία. Δημοσκόπηση που μεταδόθηκε την ίδια ημέρα φέρει τον Μπολσονάρου να οδεύει να κερδίσει στον δεύτερο γύρο των εκλογών την 28η Οκτωβρίου συγκεντρώνοντας το 57% των έγκυρων ψήφων έναντι 43% του Αντάτζι.