Επικυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο της Ινδίας η θανατική καταδίκη του μοναδικού επιζώντα από τους δράστες των επιθέσεων στη Βομβάη, που προκάλεσαν το θάνατο 166 ανθρώπων και τον τραυματισμό περισσότερων από 300, το 2008.
«Δεν έχουμε άλλη εναλλακτική λύση από το να επικυρώσουμε την ποινή του θανάτου», δήλωσε ένας από τους δύο δικαστές του δικαστηρίου.
Ο 24χρονος Πακιστανός Μοχάμεντ Κασάμπ είχε καταδικαστεί σε θάνατο το Μάιο του 2010 όταν κρίθηκε ένοχος για τις κατηγορίες της ανθρωποκτονίας, των πράξεων πολέμου κατά της Ινδίας, της συνωμοσίας και της τρομοκρατίας. Τα άλλα εννιά μέλη της ομάδας που πραγματοποίησε τις πολύνεκρες επιθέσεις σκοτώθηκαν στη διάρκεια της επέμβασης των δυνάμεων της τάξης.
Η πρώτη έφεση του Κασάμπ ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου του κρατιδίου Μαχαράστρα απορρίφθηκε τον Φεβρουάριο του 2011, το δικαστήριο επικύρωσε την ενοχή του και την καταδίκη του σε θάνατο.
Ο Κασάμπ, ο οποίος έχει καταγγείλει πως δεν είχε το δικαίωμα σε μια δίκαιη δίκη, μπορεί πλέον μόνο να ζητήσει χάρη από τον πρόεδρο της χώρας.
Από τις 26 ως τις 29 Νοεμβρίου 2008, δεκαμελής ομάδα έσπειρε το θάνατο σε πολυτελή ξενοδοχεία, εστιατόρια, στον κεντρικό σταθμό και σε εβραϊκό πολιτιστικό κέντρο της Βομβάης. Ο Κασάμπ παραδέχτηκε την ενοχή του στην επίθεση εναντίον του σιδηροδρομικού σταθμού που στοίχισε τη ζωή σε 52 ανθρώπους.
Σε όλη τη δίκη, η κατηγορούσα αρχή παρουσίασε ατράνταχτες αποδείξεις για τη συμμετοχή του στις επιθέσεις -αποτυπώματα, δείγματα DNA, αλλά και μαρτυρίες ανθρώπων που τον είδαν να ανοίγει πυρ και να πετά χειροβομβίδες εναντίον του πλήθους. Οι συνήγοροι του Κάσαμπ από την πλευρά τους ισχυρίστηκαν πως τα αποδεικτικά στοιχεία ήταν κατασκευασμένα και οι μάρτυρες είχαν χειραγωγηθεί.
Η Ινδία κατηγόρησε την οργάνωση Λασκάρ-ι-Τάιμπα, που έχει έδρα το Πακιστάν, ότι οργάνωσε τις επιθέσεις με τη στήριξη στοιχείων του πακιστανικού στρατού, ισχυρισμούς που απορρίπτει κατηγορηματικά το Ισλαμαμπάντ.