Οι ταραχές συνεχίζονται στην παράκτια πόλη Μομπάσα της Κένυας για δεύτερη συνεχόμενη ημέρα σήμερα, την επομένη της δολοφονίας του ριζοσπάστη μουσουλμάνου ιεροκήρυκα Άμπουντ Ρόγκο Μοχάμεντ, ο οποίος είχε κατηγορηθεί για σχέσεις με τους ισλαμιστές αντάρτες της οργάνωσης Σεμπάμπ στην Σομαλία.
Εκατοντάδες νέοι, που ξεκίνησαν από τη συνοικία όπου βρίσκεται το τέμενος στο οποίο κήρυττε ο Ρόγκο, κατευθύνθηκαν σήμερα το πρωί προς το κέντρο της ιδιαίτερα πολυσύχναστης και τουριστικής περιοχής της λιμανιού στην Μομπάσα, δεύτερη μεγαλύτερη πόλη στην Κένυα, μετέδωσε ανταποκριτής του Γαλλικού Πρακτορείου.
Πέταξαν πέτρες προκαλώντας ζημιές σε οχήματα και καταστήματα. Μονάδες αντιμετώπισης ταραχών της αστυνομίας έκαναν χρήση δακρυγόνων για να τους απωθήσουν.
«Οι νεαροί πετούν πέτρες, αλλά οι αστυνομικοί μας βρίσκονται εκεί για να θέσουν υπό έλεγχο την κατάσταση», είπε ο επικεφαλής της αστυνομίας στην παράκτια πόλη, ο Άγκρεϊ Έιντολι.
Πολλές μουσουλμανικές οργανώσεις κατήγγειλαν την δολοφονία του Άμπουντ Ρόγκο Μοχάμεντ κάνοντας λόγο για μια νέα εξωδικαστική εκτέλεση ενός μουσουλμάνου πνευματικού στην Μομπάσα. Το κενυατικό Κέντρο της Μουσουλμανικής Νεολαίας (MYC), του οποίου ο Ρόγκο ήταν ένας από τους ηγέτες, ανακοίνωσε ότι θεωρεί τις κενυατικές αρχές «υπεύθυνες» για την δολοφονία.
Η αστυνομία ανέφερε ότι διεξάγει έρευνα. «Δεν έχουμε ακόμη συλλάβει κανέναν αλλά οι αστυνομικοί μας αναζητούν (τους δράστες)», διαβεβαίωσε ο Έιντολι.
Χθες, οι ταραχές ξέσπασαν αμέσως μετά την δολοφονία του Ρόγκο, ο οποίος σκοτώθηκε από σφαίρες ενώ βρισκόταν μέσα στο αυτοκίνητό του με την οικογένειά του. Μια γυναίκα σκοτώθηκε στα επεισόδια ενώ στο μεγαλύτερο νοσοκομείο της Μομπάσα διακομίστηκαν 14 τραυματίες. Πέντε εκκλησίες πυρπολήθηκαν, υπέστησαν καταστροφές ή συλήθηκαν.
Οι χριστιανοί εκκλησιαστικοί ηγέτες απείλησαν από την πλευρά τους να προσφύγουν στη δικαιοσύνη κατά της κυβέρνησης εάν αυτή δεν «δράσει ταχύτερα για να σταματήσουν οι ταραχές», ενώ απαίτησε να ζητήσουν συγγνώμη οι μουσουλμάνοι πνευματικοί.
«Απαιτούμε από τους μουσουλμάνους πνευματικούς να ζητήσουν δημόσια συγγνώμη από τους χριστιανούς, ειδικά για τις εμπρησμούς και τις επιθέσεις σε ιερούς χώρους», δήλωσε ο Λόρενς Ντίνα, αντιπρόεδρος του εκκλησιαστικού συμβουλίου στην Μομπάσα.
Σε βάρος του Ρόγκο ίσχυαν κυρώσεις από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ που τον κατηγορούσαν ότι απειλούσε «την ειρήνη, την ασφάλεια και τη σταθερότητα στη Σομαλία και παρείχε οικονομική, υλική, επιμελητειακή και τεχνική υποστήριξη στη Σεμπάμπ», μια οργάνωση η οποία θεωρείται συνδεδεμένη στην αλ Κάιντα.
Είχε κατηγορηθεί ότι στρατολογούσε «πρόσωπα στη Μομπάσα (. . .) για να τα στείλει στη Σομαλία ώστε να διαπράξουν τρομοκρατικές ενέργειες», αλλά και ότι «το Σεπτέμβριο του 2008, είχε οργανώσει μια συνάντηση για τη συγκέντρωση κεφαλαίων στη Μομπάσα για να χρηματοδοτήσει τις δραστηριότητες της Σεμπάμπ», σύμφωνα με τον ΟΗΕ και την κυβέρνηση των ΗΠΑ. Είχε επίσης κατηγορηθεί από τον ΗΠΑ ότι ήταν ο «κύριος ιδεολογικός ηγέτης» του MYC.
Ακόμα, ο Ρόγκο υπήρχαν υποψίες πως σχετιζόταν με τον Φαζούλ Αμπντουλάχ Μοχάμεντ, έναν επικεφαλής πυρήνα της αλ Κάιντα ο οποίος απεβίωσε την περασμένη χρονιά.
Τον Ιανουάριο του 2012 είχε συλληφθεί από την αστυνομία στην διάρκεια έρευνας στο σπίτι του, όταν οι αρχές είχαν ανακοινώσει ότι βρήκαν όπλα, πυρομαχικά και πυροκροτητές. Είχε απελευθερωθεί με περιοριστικούς όρους.
Τέλος, είχε κατηγορηθεί για συμμετοχή σε μια επίθεση το 2002 σε ένα ξενοδοχείο κοντά στην Μομπάσα υπό την διεύθυνση Ισραηλινών που είχε αποτέλεσμα 18 άνθρωποι να χάσουν τη ζωή τους.
Η Σεμπάμπ σήμερα κάλεσε τους Κενυάτες μουσουλμάνους να «προστατεύσουν την θρησκεία τους και την τιμή τους» με «κάθε κόστος», ενώ καταδίκασε το «κυνήγι μαγισσών» από τις κενυατικές αρχές.
«Οι μουσουλμάνοι πρέπει να πάρουν τα πράγματα στα χέρια τους, να σταθούν ενωμένοι απέναντι στον Άπιστο, και να λάβουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να προστατεύσουν την θρησκεία τους, την τιμή τους, την ιδιοκτησία τους και τις ζωές τους από τους εχθρούς του Ισλάμ», ανέφερε η οργάνωση.