Σε βάρος του Αλεξάντρ Μπεναλά, μέχρι πρότινος στενού συνεργάτη του προέδρου της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν, ασκήθηκαν την Κυριακή κατηγορίες για «βιαιότητες» κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων της Πρωτομαγιάς—πράξεις «απαράδεκτες» κατά τον ίδιο τον γάλλο πρόεδρο, σύμφωνα με το περιβάλλον του—καθώς ο ένοικος του Ελιζέ μοιάζει πλέον να βρίσκεται αντιμέτωπος με την πιο σοβαρή πολιτική κρίση από την ανάδειξή του στο ανώτατο γαλλικό κρατικό αξίωμα.
Ο πρόεδρος Μακρόν ήλπιζε ότι θα καβάλαγε το κύμα της εθνικής ανάτασης μετά τον θρίαμβο των «Μπλε» στο παγκόσμιο κύπελλο του ποδοσφαίρου, αλλά αντ’ αυτού μοιάζει σαν να χτυπήθηκε από τσουνάμι μετά την δημοσιοποίηση από την εφημερίδα Le Monde ενός βίντεο που είχε τραβηχτεί την ημέρα της Εργατικής Πρωτομαγιάς.
Ο Αλεξάντρ Μπεναλά, τότε αναπληρωτής επικεφαλής του γραφείου του προέδρου, κι ο Βενσάν Κραζ, έφεδρος της χωροφυλακής όπως και ο πρώτος, που εργαζόταν για το κόμμα του προέδρου, το LREM, καταγράφηκαν να χτυπούν και να κακομεταχειρίζονται διαδηλωτές στο Παρίσι ενώ συνόδευαν άνδρες των δυνάμεων επιβολής της τάξης ως «παρατηρητές».
Αν και επιβλήθηκε διακριτικά στον Μπεναλά ένα πειθαρχικό μέτρο, απαλλάχθηκε από τα καθήκοντά του για 15 ημέρες τον Μάιο, η δικαιοσύνη δεν είχε ακόμη τότε επιληφθεί και ο πρώην στενός συνεργάτης του προέδρου δεν απολύθηκε παρά την Παρασκευή.
Έπειτα από τρεις ημέρες προκαταρκτικής έρευνας, η εισαγγελία του Παρισιού άσκησε το βράδυ της Κυριακής δίωξη στους Μπεναλά και Κραζ για «ομαδική βία».
Ο Μπεναλά κατηγορείται επίσης για «παρέμβαση» στην άσκηση του καθήκοντος δημοσίων λειτουργών, ότι έφερε «χωρίς να έχει το δικαίωμα» διακριτικά αστυνομικού, για «κλεπταποδοχή εικόνων ενός συστήματος βιντεοεπιτήρησης» και «αποδοχή της παραβίασης του επαγγελματικού απορρήτου». Ο Κραζ κατηγορείται για «παράνομη κατοχή όπλου δεύτερης κατηγορίας».
Τρεις ανώτεροι αξιωματικοί της αστυνομίας, που ήδη ετέθησαν σε διαθεσιμότητα διότι παρέδωσαν στον Μπεναλά το επίμαχο απόσπασμα του βίντεο, αντιμετωπίζουν επίσης δίωξη για «κατάχρηση συστήματος βιντεοεπιτήρησης» και «παραβίαση του επαγγελματικού απορρήτου», όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Παρά τις αποκαλύψεις για την υπόθεση, ο αρχηγός του Κράτους, αντιμέτωπος πλέον με την πιο σοβαρή πολιτική κρίση μετά την εκλογή του τον Μάιο του 2017, συνεχίζει να σιωπά. Πάντως θεωρεί τις πράξεις για τις οποίες κατηγορείται ο Μπεναλά «απαράδεκτες» και υπόσχεται ότι «δεν θα υπάρξει ατιμωρησία», όπως τόνισε μια πηγή προσκείμενη στο περιβάλλον του έπειτα από μια συνεδρίαση στο Ελιζέ με τη συμμετοχή πολλών μελών της κυβέρνησής του, συμπεριλαμβανομένων των υπουργών Εσωτερικών και Δικαιοσύνης.
Ο Μακρόν θα μιλήσει δημόσια για την υπόθεση «όταν θα κρίνει ότι είναι ωφέλιμο», σύμφωνα με την πηγή στη γαλλική προεδρία. Ο πρόεδρος ζήτησε επίσης από τον γενικό γραμματέα του Ελιζέ να φροντίσει να υπάρξει «αναδιοργάνωση» του γραφείου του, για να αποφευχθεί η επανεμφάνιση τέτοιας «δυσλειτουργίας».
Κατά ένα πρόσωπο που πήρε μέρος στη συνεδρίαση, ο Μακρόν «καταδίκασε» τόσο τη συμπεριφορά των Μπεναλά και Κραζ, όσο και τις «δυσλειτουργίες» οι οποίες «επέτρεψαν» στον Μπεναλά να κάνει όλ’ αυτά. Εξέφρασε πάντως την «εμπιστοσύνη» του στις διαδικασίες που βρίσκονται σε εξέλιξη.
Αν και ο εκπρόσωπος της γαλλικής προεδρίας Μπρουνό Ροζέρ-Πετί διαβεβαίωνε την Πέμπτη πως ο Μπεναλά είχε απαλλαγεί από όλα τα καθήκοντά του όσον αφορά «την οργάνωση της ασφάλειας των μετακινήσεων του προέδρου» μετά την Πρωτομαγιά, σε πολλά φωτογραφικά στιγμιότυπα, ο κατηγορούμενος εικονίζεται στο πλευρό του Μακρόν ή του προεδρικού ζεύγους.
Η αντιπολίτευση απαιτεί από τον πρόεδρο να «δώσει εξηγήσεις», ιδίως ο Λοράν Βοκιέ (Οι Ρεπουμπλικάνοι, δεξιά), ενώ για τον Ζαν-Λικ Μελανσόν (Ανυπότακτη Γαλλία, ριζοσπαστική αριστερά), η υπόθεση είναι «επιπέδου Γουότεργκεϊτ».
Ο πρώτος που αναμένεται να δώσει κάποιες εξηγήσεις θα είναι ο υπουργός Εσωτερικών Ζεράρ Κολόμπ, ο οποίος αναμένεται να παρουσιαστεί σήμερα στις 11:00 (ώρα Ελλάδας) ενώπιον της νομοθετικής επιτροπής της γαλλικής εθνοσυνέλευσης. Οι βουλευτές της αντιπολίτευσης, οι οποίοι τον κατηγορούν ότι την Πέμπτη είπε ψέματα στη Γερουσία, αναμένεται να τον σφυροκοπήσουν και να απαιτήσουν την παραίτησή του.