Την ανανέωση της εντολής της αποστολής των παρατηρητών στη Συρία (UNSMIS) αλλά και τον «αναπροσανατολισμό» της, προκειμένου να αποκτήσει έναν πιο πολιτικό ρόλο, να περιοριστεί η στρατιωτική συνιστώσα της και να προωθήσει μια λύση στη σύγκρουση στη χώρα, πρότεινε ο γενικός γραμματέας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών Μπαν Γκι-μουν στο Συμβούλιο Ασφαλείας.
Σε έκθεσή του προς το ΣΑ, αντίγραφο της οποίας περιήλθε στην κατοχή του Γαλλικού Πρακτορείου και του Γερμανικού Πρακτορείου, ο Μπαν προτείνει να ανανεωθεί πριν από τη λήξη της την 20ή Ιουλίου η εντολή της ομάδας, παρά την κλιμάκωση των συγκρούσεων ανάμεσα στον τακτικό στρατό της Συρίας και τους αντάρτες της αντιπολίτευσης.
Οι άοπλοι στρατιωτικοί παρατηρητές που είχαν αναπτυχθεί για να επαληθεύσουν την τήρηση της εκεχειρίας που είχε κηρυχθεί την 12η Απριλίου ανέστειλαν τον περασμένο μήνα την δράση τους λόγω της κλιμάκωσης της βίας στη Συρία.
Το 15μελές Συμβούλιο Ασφαλείας συναντάται την Τρίτη και την Τετάρτη για να συζητήσει σχετικά με την εντολή της UNSMIS και την κατάσταση στη χώρα.
«Η αποστολή μπορεί να διαδραματίσει έναν πολύτιμο ρόλο στην υποστήριξη του πολιτικού διαλόγου και της οικοδόμησης εμπιστοσύνης, διακριβώνοντας γεγονότα στο πεδίο, και αναφέροντας με σαφήνεια και με αντικειμενικότητα στην διεθνή κοινότητα» σημειώνει ο Μπαν στην αναφορά του.
Ακόμα, εκφράζει την επιθυμία να μεγιστοποιηθούν οι δυνατότητες της UNSMIS, με στόχο να διευκολυνθεί ο πολιτικός διάλογος μεταξύ της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης, και να αναδιπλωθούν τα μέλη της αποστολής προς την πρωτεύουσα Δαμασκό, προκειμένου να ελαχιστοποιηθούν οι κίνδυνοι.
Οι 15 χώρες-μελών του ΣΑ θα πρέπει μέχρι τις 20 Ιουλίου να αποφασίσουν αν θα παρατείνουν ή θα διακόψουν την αποστολή.
Ο Μπαν ανέφερε ότι ο κοινός ειδικός απεσταλμένος του ΟΗΕ και του Αραβικού Συνδέσμου Κόφι Ανάν πρόκειται να επισκεφτεί ξανά τη Συρία “σύντομα”, όπως και χώρες που συμμετέχουν στην λεγόμενη Ομάδα Δράσης για τη Συρία.
Εκτίμησε ότι η αποστολή των παρατηρητών μπορεί να υποστηρίξει το σχέδιο Ανάν, αλλά για την ώρα τα μέρη στη Συρία «μοιάζουν να έχουν επιλέξει μια στρατιωτική απάντηση στη σύγκρουση, περιορίζοντας τα περιθώρια για έναν συνεκτικό διάλογο για το μέλλον της χώρας και το πώς μπορεί να επιτευχθεί».