Κατά τη σημερινή δίκη ενός 30χρονου Γερμανού στο περιφερειακό δικαστήριο της αυστριακής πόλης Κλάγκενφουρτ, το οποίο τον καταδίκασε τελικά σε διετή φυλάκιση με την κατηγορία ότι χαιρετούσε χιτλερικά, παρευρισκόμενος φίλος του, επίσης Γερμανός υπήκοος, συνελήφθη στην αίθουσα του δικαστηρίου από αστυνομικά όργανα γιατί έφερε τατουάζ με απαγορευμένα στην Αυστρία σύμβολα που χρησιμοποιούνταν από κάποιες μονάδες των ναζιστικών «SS».
Ο 30χρονος καταδικάστηκε γιατί στη διάρκεια ποδοσφαιρικού αγώνα ανάμεσα σε μία τουρκική και μία γερμανική ομάδα τον Ιούλιο του 2017 στην αυστριακή πόλη Φέλντεν, είχε προβεί σε χιτλερικούς χαιρετισμούς και στην εκτόξευση ναζιστικών συνθημάτων, ενώ ο συλληφθείς σήμερα φίλος του πρόκειται να προσαχθεί προσεχώς σε δίκη, επίσης με την ίδια κατηγορία, της ναζιστικής δραστηριοποίησης.
Το ναζιστικού περιεχομένου τατουάζ που έφερε στο σώμα του ο συλληφθείς, αντιλήφθηκε στη διάρκεια της δίκης εισαγγελέας της Κλάγκενφουρτ, που βρισκόταν εκτός υπηρεσίας στο ακροατήριο στην αίθουσα του δικαστηρίου, ο οποίος και κάλεσε τα αστυνομικά όργανα για την σύλληψη και την προσαγωγή του στον ανακριτή.
Η σημερινή καταδίκη του 30χρονου κατηγορούμενου από το Περιφερειακό Δικαστήριο της Κλάγκενφουρτ, έγινε για παραβίαση του αποκαλούμενου «Νόμου Απαγόρευσης», ο οποίος είχε ψηφιστεί αμέσως μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, στις 8 Μαΐου του 1945, από την πρώτη αυστριακή κυβέρνηση, και με αυτόν απαγορευόταν το ναζιστικό κόμμα και ρυθμιζόταν νομικά η αποναζιστικοποίηση της Αυστρίας.
Ο νόμος, που είναι ενσωματωμένος στο αυστριακό Σύνταγμα και είχε τροποποιηθεί το 1947 και τελευταία το 1992, προβλέπει, σύμφωνα με τον ανταποκριτή του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων, την επιβολή αυστηρών ποινών για οποιαδήποτε δράση σχετιζόμενη με τον εθνικοσοσιαλισμό (σ.σ. από «απλή» συνθηματολογία, σύμβολα και εμβλήματα) και εφαρμόζεται αμείλικτα σχεδόν πάντα από τα αυστριακά δικαστήρια σε τέτοιες περιπτώσεις.
Με βάση αυτό το νόμο είχαν διαλυθεί επίσημα και είχαν απαγορευτεί μετά τον πόλεμο όλες οι ναζιστικές ή «συγγενείς»οργανώσεις και είχαν κατασχεθεί υπέρ του αυστριακού κράτους οι περιουσίες τους, ενώ απαγορεύεται μια επανίδρυση ή δραστηριοποίηση για εθνικοσοσιαλιστικούς σκοπούς.