Τις περιοχές που είναι πιθανόν να «χτυπήσουν» κλέφτες θα υπολογίζει μια μαθηματική εξίσωση, στην οποία κατέληξαν επιστήμονες του αμερικανικού πανεπιστημίου UCLA.
Το μαθηματικό – στατιστικό μοντέλο αναλύει χωρικά και χρονολογικά δεδομένα από τις έως τώρα κλοπές σε μία πόλη προκειμένου να εντοπιστούν «καυτά» σημεία εγκληματικότητας. Έτσι οι επιστήμονες μπορούν να εκτιμήσουν κατά προσέγγιση σε ποιες περιοχές ή γειτονιές είναι πιθανότερο να συμβούν τα επόμενα κρούσματα κλοπών. Η πρόβλεψη αυτή θα μπορούσε μελλοντικά να βοηθήσει την αστυνομία να επικεντρώσει καλύτερα την αστυνόμευση.
Το νέο μοντέλο πρόβλεψης βασίζεται στην ανάλυση -με μαθηματικά «εργαλεία»- προτύπων και τάσεων σε σειρές δεδομένων, μία δραστηριότητα που μελετάται εδώ και δεκαετίες όχι μόνο στα φυσικά και βιολογικά συστήματα, αλλά και στα κοινωνικά, ώστε να προβλεφθούν μελλοντικές συμπεριφορές και συμβάντα.
Αυτή η αξιοποίηση των μαθηματικών, έχει ενταθεί τελευταία στο πεδίο της εγκληματικότητας, καθώς έχει εμπειρικά παρατηρηθεί ότι οι κλοπές κι άλλες μορφές παρανόμων δραστηριοτήτων συγκεντρώνονται σε συγκεκριμένες περιοχές στο χώρο και σε συγκεκριμένες περιόδους στο χρόνο.
Η μαθηματική ανάλυση -που βασίζεται σ’ ένα σύστημα παραβολικών διαφορικών εξισώσεων και στη λεγόμενη «θεωρία διακλάδωσης»- επιδιώκει ν’ αποκαλύψει τέτοια «κρυφά» πρότυπα στις κλοπές. Το νέο μαθηματικό μοντέλο συνδυάζει τα δημογραφικά, οικονομικά, οικολογικά κ.α. χαρακτηριστικά των γειτονιών μίας πόλης με τις κλοπές που έχουν ήδη γίνει, για να προβλέψει ποιες γειτονιές κινδυνεύουν περισσότερο στο μέλλον.
Τα μέχρι τώρα στατιστικά στοιχεία, για παράδειγμα, δείχνουν ότι οι νέες κλοπές τείνουν να συμβαίνουν συχνότερα είτε σε σπίτια που έχουν ήδη αποτελέσει στόχο των ληστών, είτε που γειτνιάζουν με σπίτια όπου έχουν γίνει ήδη κλοπές. Ως βασικό κριτήριο για τους υπολογισμούς λαμβάνεται η εκτίμηση ότι οι κλέφτες «χτυπάνε» ανάλογα με την λεγόμενη «αξία ελκυστικότητας» που θεωρούν ότι έχουν τα σπίτια μιας γειτονιάς. Αυτή η αξία, κατά τους ερευνητές, μετριέται με βάση το πόσο εύκολα ένας κλέφτης πιστεύει πως μπορεί να κλέψει ένα σπίτι, κατάστημα, γραφείο κλπ., χωρίς να συλληφθεί ή να έχει άλλες αρνητικές συνέπειες κατά την πράξη του.
Ένας χώρος που έχει ήδη γίνει στόχος κλοπής (όπως και τα γειτονικά οικήματα), έχει αυξημένη «αξία ελκυστικότητας» στα μάτια πολλών κλεφτών. Όσο πιο πολλές κλοπές συμβαίνουν σε μία περιοχή, τόσο αυτή γίνεται πιο ελκυστική στα μάτια των κλεφτών. Αν σε μία γειτονιά ή ευρύτερη περιοχή, για κάποιο λόγο, δεν σημειωθούν απανωτές κλοπές, τότε η ελκυστικότητά της στα μάτια των επίδοξων κλεφτών μειώνεται, σύμφωνα με τους επιστήμονες.