Σε κατ’ οίκον περιορισμό ζει ουσιαστικά η ποιήτρια και καλλιτέχνης Λιου Σιά, χήρα του αντιφρονούντα, βραβευμένου με Νόμπελ Ειρήνης, Λιου Σιαομπό, που πέθανε τον Ιούλιο.
Σύμφωνα με φίλο της, που είχε πρόσφατα τηλεφωνική επικοινωνία μαζί της, χάνει κάθε ελπίδα ότι θα φύγει από τη χώρα και λέει ότι πιθανόν να πεθάνει εκεί.
Ο Λιου Σιαομπό πέθανε τον Ιούλιο έπειτα από πολυοργανική ανεπάρκεια, εξαιτίας του καρκίνου στο ήπαρ που τον είχε προσβάλει. Οι κινεζικές αρχές του είχαν αρνηθεί τη μετάβαση στο εξωτερικό με σκοπό τη θεραπεία, προκαλώντας διεθνείς αντιδράσεις. Είχε συλληφθεί το 2008 για υπονομευτική δράση.
Η καθυστέρηση στις συνομιλίες ανάμεσα στην Κίνα και τις δυτικές κυβερνήσεις σχετικά με το ενδεχόμενο να φύγει από τη χώρα η χήρα του, η οποία πάσχει από κατάθλιψη, έχουν προκαλέσει ανησυχία τις τελευταίες εβδομάδες ότι το Πεκίνο δεν θα της το επιτρέψει, όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων επικαλούμενο δήλωση στο Reuters δυτικού διπλωμάτη, που εμπλέκεται στην υπόθεση.
«Τώρα δεν έχω τίποτα να φοβηθώ. Αν δεν μπορώ να φύγω, θα πεθάνω στο σπίτι μου» είπε τη Δευτέρα η Λιου Σιά σε τηλεφωνική επικοινωνία με τον Λιαο Γιβού, Κινέζο συγγραφέα ο οποίος ζει στη Γερμανία. «Το να αψηφήσω τον θάνατο δεν θα μπορούσε να είναι ευκολότερο για μένα» φέρεται να είπε η 57χρονη Λιου Σιά.
Σύμφωνα με τον Λιαο, τόσο ο ίδιος όσο και άλλοι φίλοι της προετοίμαζαν την άφιξή της στη Γερμανία, για να λάβει θεραπεία.
Ερωτηθείσα για την υπόθεση η εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών Χούα Τσουνγίνγκ είπε ότι δεν γνωρίζει την υπόθεση, αλλά ότι η Λιου Σιά είναι Κινέζα πολίτης και ότι οι αρμόδιες αρχές θα «χειριστούν το ζήτημα σύμφωνα με τον νόμο». Παλιότερα η Κίνα είχε δηλώσει ότι η Λιου Σιά είναι ελεύθερη να κάνει ό,τι θέλει και ότι οι λεπτομέρειες της υπόθεσης παραμένουν εσωτερικό ζήτημα.
Όπως υπενθυμίζει το ΑΜΠΕ, στο παρελθόν έχει επιτραπεί σε Κινέζους αντιφρονούντες να φύγουν από τη χώρα και να εγκατασταθούν σε κάποια χώρα της Δύσης που τους δέχεται. Ωστόσο, από το 2013 που ανήλθε στην εξουσία ο πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ, υπάρχει εκστρατεία καταστολής των αντιφρονούντων προχωρώντας σε προσαγωγές εκατοντάδων ακτιβιστών για τα ανθρώπινα δικαιώματα και δικηγόρων, πολλοί από τους οποίους καταλήγουν στη φυλακή.