Οι υπέρμαχοι της οπλοκατοχής στις ΗΠΑ υποδεικνύουν συχνά την Ελβετία ως παράδειγμα για το πώς μπορείς να έχεις τόσα όπλα στον γενικό πληθυσμό σου και να επικρατεί μια σχετική κοινωνική ηρεμία. Και μιλάμε για μια χώρα που έχει πληθυσμό 8,3 εκατ. ανθρώπων και περισσότερα από 2 εκατ. όπλα να κυκλοφορούν ανάμεσά τους! Και παρόλα αυτά σχεδόν τίποτα δεν συμβαίνει. Το 2016, ας πούμε, έλαβαν χώρα μόλις 47 απόπειρες ανθρωποκτονίας με όπλο, παραμένοντας μια από τις χώρες της υφηλίου με τον μικρότερο δείκτη ανθρωποκτονιών. Και η Ελβετία έχει να δει μακελειό από το 2001, όταν ο Friedrich Leibacher σκότωσε 14 ανθρώπους πριν αυτοκτονήσει. Τι κάνει λοιπόν σωστό η Ελβετία και κρατά τον πληθυσμό της ικανό να φέρει όπλα και να τα χειρίζεται σωστά; Σύμφωνα με τη μελέτη του «Business Insider», όλα έχουν να κάνουν με τη μακρά ιστορία οπλοκατοχής της Ελβετίας, αλλά και τους αυστηρούς νόμους που έχουν να κάνουν με τη χρήση των όπλων. Η Ελβετία έχει όπως ξέρουμε πλούσια παράδοση πολεμικής ουδετερότητας, καθώς δεν έχει εμπλακεί σε διεθνή κρίση και πόλεμο από το 1815. Μόνο που ουσιαστικά είναι «ένοπλη ουδετερότητα», αυτό είναι το επίσημο δόγμα της Ελβετίας, καθώς η οπλοκατοχή είναι μια πατριωτική πράξη για την εθνική άμυνα, την ίδια ώρα που η στράτευση παραμένει υποχρεωτική. Οι περισσότεροι είναι εξάλλου πολιτοφύλακες, ένα εθνικό καθήκον απέναντι στην πατρίδα τους. Και η Ελβετία είναι παθιασμένη με το να μάθουν οι πολίτες της να χρησιμοποιούν σωστά τα όπλα τους, φιλοξενώντας ας πούμε κάθε χρόνο διαγωνισμούς σκοποβολής για παιδιά 13-17 ετών. Όσοι κρίνονται υγιείς μεταξύ 18-34 ετών υπηρετούν την κληρωτή τους θητεία και μπορούν να φέρουν μετά όπλο, αν πάρουν όμως επίσημη άδεια. Και πολλοί την παίρνουν, είναι η αλήθεια, καθώς το 2000 περισσότερο από το 1/4 του πληθυσμού έφερε όπλα για στρατιωτική ή αστυνομική χρήση. Στις αιματοβαμμένες ΗΠΑ το αντίστοιχο νούμερο (όπλων που φέρονται από αστυνομικούς και ένοπλους φρουρούς) κυμαίνεται μόλις στο 5%. Γι’ αυτό και τα μισά όπλα που βρίσκονται στα χέρια των πολιτών της Ελβετίας είναι στρατιωτικά τουφέκια και όχι πιστόλια. Αλλά και οι έμποροι όπλων υπόκεινται σε αυστηρούς περιορισμούς αναφορικά με τους πελάτες τους και οι άδειες που κατέχουν είναι αποκλειστικά τοπικές. Κάθε όπλο που πωλείται εγγράφεται στο μητρώο του καντονιού και όσοι το φέρουν μπορεί να υποβληθούν ακόμα και σε ψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη ή να ελεγχθούν με πολλούς ακόμα τρόπους, ανάλογα το καντόνι, για το καθεστώς της καταλληλότητάς τους. Ένα μοντέλο το οποίο κοιτούν πια αρκετές αμερικανικές πολιτείες. Με δυο λόγια, κάθε Ελβετός που έχει καταδικαστεί για έγκλημα, παλεύει με κάποιον εθισμό ή έχει «βίαιο και επικίνδυνο ιστορικό» δεν θα πιάσει ποτέ όπλο στα χέρια του. Κάθε κάτοχος πρέπει να περάσει από εξέταση για το αν ξέρει να γεμίζει και να πυροβολεί το όπλο του πριν ακόμα πάρει στα χέρια του οποιαδήποτε άδεια. Και όσοι έχουν βέβαια όπλο απαγορεύεται να το γυροφέρνουν ελεύθερα, εκτός και αν είναι αστυνομικοί ή πολιτοφύλακες σε υπηρεσία. Κυνηγοί και όσοι πάνε για σκοποβολή, ας πούμε, επιτρέπεται να φέρουν πάνω τους όπλο αποκλειστικά από το σπίτι τους ως το δάσος ή το πεδίο βολής. Ακόμα κι έτσι όμως, τα τελευταία χρόνια η Ελβετία περνά συνεχώς αυστηρότερους ομοσπονδιακούς νόμους αναφορικά με την οπλοκατοχή, που μειώνουν ακόμα περισσότερο τη βία που συνδέεται με τα όπλα. Και μειώνει ακόμα και τον αριθμό των ενόπλων δυνάμεών της. Εκεί λοιπόν που το 2007 η Ελβετία ήταν η τρίτη χώρα σε αναλογία πολιτικών όπλων (46 στους 100 κατοίκους), πίσω μόνο από τις ΗΠΑ (89) και την Υεμένη (55), το ποσοστό της εκτιμάται σήμερα σε 1 πολιτικό όπλο ανά 4 κατοίκους. Το παράδειγμά της δεν είναι φυσικά τέλειο, καθώς συνεχίζει να έχει έναν από τους υψηλότερους ευρωπαϊκούς δείκτες βίας που συνδέεται με τα όπλα, αν και η πλειονότητα αυτών των εγκλημάτων είναι αυτοκτονίες. Το 2015 η Ελβετία υπολόγισε πως μόλις το 11% των πολιτών της (πολιτοφυλάκων) κρατούν το στρατιωτικό τους όπλο στο σπίτι…