Σάλο προκάλεσε για άλλη μια φορά η χήρα του Έριχ Χόνεκερ, του ηγέτη της πρώην Ανατολικής Γερμανίας, χαρακτηρίζοντας «ηλίθιους» τους 136 ανθρώπους που σκοτώθηκαν προσπαθώντας να περάσουν στη Δυτική Γερμανία σκαρφαλώνοντας στο Τείχος του Βερολίνου κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου.
Η Μάργκοτ Χόνεκερ, 84 ετών, η αποκαλούμενη και «Πορφυρή Μάγισσα» λόγω της απόχρωσης των μαλλιών της, υπήρξε για πολλά χρόνια υπουργός Παιδείας στην Ανατολική Γερμανία. Σε μια από τις σπάνιες συνεντεύξεις που παραχωρεί τα τελευταία χρόνια, είπε στο γερμανικό τηλεοπτικό κανάλι ARD ότι τόσο η ίδια όσο και άλλοι Ανατολικογερμανοί ηγέτες δεν κατάλαβαν ποτέ γιατί τόσοι πολλοί άνθρωποι ήθελαν να φύγουν στη Δύση πηδώντας το Τείχος, αφού δεκάδες ήταν αυτοί που σκοτώθηκαν ενώ το προσπαθούσαν. Περίπου 5.000 άνθρωποι κατάφεραν να περάσουν στο Δυτικό Βερολίνο.
«Το ερώτημα που πάντα μας απασχολούσε ήταν: γιατί το ρίσκαρε; Γιατί; Δεν υπήρχε ανάγκη να το κάνει, δεν ήταν ανάγκη να σκαρφαλώσει στο Τείχος. Είναι σίγουρα πικρό που πλήρωσαν με τη ζωή τους αυτήν την ηλιθιότητα», είπε.
Η Χόνεκερ ζει στη Χιλή και σπανίως μιλά σε Γερμανούς δημοσιογράφους. Όμως όποτε το κάνει, τα σχόλιά της γίνονται πρωτοσέλιδα στο γερμανικό Τύπο.
«Δεν υπήρχε ανάγκη να σκαρφαλώσουν στο Τείχος», επέμεινε. «Δεν υπήρχε άμεση εντολή να τους πυροβολούν στην Ανατολική Γερμανία αλλά ένας κώδικας για τη χρήση των όπλων, που δεν διέφερε απ’ ότι γίνεται σε άλλες χώρες», πρόσθεσε.
Ο Χόνεκερ αναγκάστηκε να παραιτηθεί λίγο προτού πέσει το Τείχος, στις 9 Νοεμβρίου 1989. Το 1991, μετά την ένωση της Ανατολικής με τη Δυτική Γερμανία, το ζευγάρι έφυγε στη Μόσχα για να αποφύγει την ποινική δίωξη αλλά έφυγαν και από εκεί με τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης. Εκδόθηκε τελικά στη Γερμανία το 1992 και κατηγορήθηκε για εγκλήματα που διέπραξε κατά την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου. Ωστόσο το 1993 ασθένησε από καρκίνο στο ήπαρ και αφέθηκε ελεύθερος. Έζησε για μικρό χρονικό διάστημα με τη σύζυγό του στο Σαντιάγο της Χιλής και πέθανε το 1994, σε ηλικία 81 ετών.
Η Μάργκοτ Χόνεκερ, που παραπονέθηκε γιατί λαμβάνει μηνιαίως σύνταξη 1.500 ευρώ από το γερμανικό κράτος, χαρακτήρισε «αντεπανάσταση» τη διάλυση της Ανατολικής Γερμανίας και την πτώση του Τείχους, υπερασπιζόμενη το κομμουνιστικό κράτος. «Ποιό ήταν το έγκλημα στην Ανατολική Γερμανία; Ήταν εγκληματικό που οι άνθρωποι ζούσαν ειρηνικά; Ότι είχαν προοπτικές; Ότι μπορούσαν να συντηρηθούν δουλεύοντας τίμια;» κατέληξε.