«Τον περασμένο Μάρτιο η ΕΕ γιόρτασε την 60ή της επέτειο. Η ημερομηνία αυτή στάθηκε η αφορμή για να κάνουμε έναν απολογισμό των επιτευγμάτων της Ένωσής μας, αλλά και για να σκεφτούμε τον τρόπο με τον οποίο η Ευρώπη μπορεί να τηρήσει τις υποσχέσεις της για τις επόμενες γενιές», γράφει ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ σε άρθρο του στην Les Echos.
«Θα πρέπει να δούμε πώς θα αντλήσουμε μαζί τα διδάγματα από την τελευταία δεκαετία. Η χρηματοπιστωτική κρίση που ξέσπασε πριν από δέκα χρόνια δεν ξεκίνησε στην Ευρώπη, αλλά έφερε στο φως σημαντικές αδυναμίες στη λειτουργία του χρηματοπιστωτικού μας συστήματος και στη δομή των θεσμών της ευρωζώνης. Το αποτέλεσμα ήταν η πιο ισχυρή και η πιο μακρά ύφεση που καταγράφηκε ποτέ.
Ακριβώς τώρα οφείλουμε να στρωθούμε στη δουλειά» γράφει σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Ο κ. Γιούνκερ αναφέρεται και στο Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο σημειώνοντας: «Το ευρώ είναι ανέκαθεν ένα σχέδιο που ενώνει. Είναι το ενιαίο νόμισμα της ΕΕ και το δεύτερο νόμισμα σε χρήση στον κόσμο. Όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ, εκτός από δύο, είναι νομικά δεδομένο ότι θα υιοθετήσουν το ευρώ μόλις εκπληρώσουν τα κριτήρια που απαιτούνται.
Εξάλλου με την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου, οι οικονομίες της ευρωζώνης θα αντιπροσωπεύουν το 85% της οικονομίας της ΕΕ. Οφείλουμε επομένως να σχεδιάσουμε το μέλλον μας συμπεριλαμβάνοντας όλον τον κόσμο.
Στο πλαίσιο του οδικού χάρτη, παρουσιάσαμε ήδη τις προτάσεις μας για να ολοκληρωθεί η τραπεζική ένωση και η ένωση των κεφαλαιαγορών, προκειμένου να μειωθούν οι κίνδυνοι που υπάρχουν στον τραπεζικό τομέα, να διευρυνθούν οι πηγές χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας και να διασφαλιστεί μια καλύτερη κατανομή των ιδιωτικών κεφαλαίων επιχειρηματικού κινδύνου.
Στις 6 Δεκεμβρίου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε νέες πρωτοβουλίες που παγιώνουν τις δεσμεύσεις που έλαβα τον Σεπτέμβριο με την ομιλία μου για την κατάσταση της Ένωσης. Θέλουμε την δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου, το οποίο θα είναι σε θέση να προσφέρει στήριξη στην χρηματοπιστωτική σταθερότητα των χωρών που αντιμετωπίζουν μια επείγουσα ανάγκη και θα εγγυάται ότι οι φορολογούμενοι δεν θα χρηματοδοτούν τη διάσωση των τραπεζών».