Ο Ντόναλντ Τραμπ αναγνώρισε την Τετάρτη την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του κράτους του Ισραήλ, προκαλώντας την οργή των Παλαιστίνιων και ένα κύμα αγανάκτησης και κατακραυγής πολύ πέρα από τη Μέση Ανατολή.
Με αυτή του την απόφαση, που θα σημαδέψει ανεξίτηλα τη θητεία του, ο 45ος πρόεδρος των ΗΠΑ τερματίζει τις δεκαετίες αμερικανικής αμφισημίας και εφαρμόζει μια από τις πιο εμβληματικές υποσχέσεις της προεκλογικής εκστρατείας του.
Ταυτόχρονα διεθνή media εκτιμούν ότι απομονώνεται στη διεθνή σκηνή ενώ παίρνει το ρίσκο να διαγράψει τις όποιες αχνές ελπίδες υπήρχαν για την επανέναρξη των ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων και να προκαλέσει αναβρασμό στην περιοχή.
Ο πρόεδρος της Παλαιστινιακής Αρχής κατήγγειλε την «οικτρή» επιλογή που έκανε ο αμερικανός πρόεδρος και συμπλήρωσε ότι η Ουάσινγκτον δεν μπορεί πλέον να συνεχίσει να διαδραματίζει τον ιστορικό ρόλο της, αυτόν του διαπραγματευτή στις ειρηνευτικές συνομιλίες με τους Ισραηλινούς. Το ισλαμιστικό κίνημα Χαμάς από την πλευρά του έκρινε ότι με αυτή την ανακοίνωση ανοίγουν «οι πύλες της κόλασης» για τα αμερικανικά συμφέροντα στην περιοχή.
Οι Παλαιστίνιοι θέλουν η Ανατολική Ιερουσαλήμ, την οποία κατέλαβε το Ισραήλ στον πόλεμο του 1967 και κατόπιν προσάρτησε, να γίνει πρωτεύουσα του ανεξάρτητου κράτους που οραματίζονται. Το Ισραήλ χαρακτηρίζει όλη την Ιερουσαλήμ «αιώνια και αδιαίρετη» πρωτεύουσά του.
Η Ιορδανία, η Τουρκία, αλλά και η Γαλλία, η Βρετανία, η Γερμανία και η Ευρωπαϊκή Ένωση εξέφρασαν ανοικτά τη διαφωνία και τη λύπη τους για την απόφαση του Τραμπ.
«Είναι καιρός να αναγνωριστεί η Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ», είπε ο αμερικανός πρόεδρος στο διάγγελμά του, κατά τη διάρκεια του οποίου έκανε επίσης λόγο για μια «νέα προσέγγιση» στο ακανθώδες ζήτημα.
Έκτακτη σύγκληση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ
«Οι ΗΠΑ παραμένουν αποφασισμένες να συμβάλλουν για την επίτευξη μιας συμφωνίας ειρήνης που θα είναι αποδεκτή κι από τα δύο μέρη», συνέχισε ο Τραμπ.
«Έχω την πρόθεση να κάνω το παν εντός των δυνάμεών μου για να συμβάλω στην επίτευξη μιας τέτοιας συμφωνίας», είπε ακόμη, με φόντο ένα πορτρέτο του Τζορτζ Ουάσινγκτον, ο πρώην μεγιστάνας των ακινήτων ο οποίος επαίρεται συχνά για το ταλέντο του ως διαπραγματευτής.
Αλλά το καθήκον που έχει αναθέσει στον γαμπρό και σύμβουλό του Τζάρεντ Κούσνερ, το να αναζητηθεί δηλαδή ένας τρόπος να ξαναρχίσουν οι συνομιλίες, φαντάζει πλέον πιο δύσκολο από ποτέ.
Ο Τραμπ διέταξε να αρχίσουν προετοιμασίες για τη μεταφορά της πρεσβείας των ΗΠΑ από το Τελ Αβίβ στην Ιερουσαλήμ, χωρίς να ορίσει το χρονοδιάγραμμα, αφού αυτή η μετακόμιση αναμένεται να πάρει χρόνια. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ξεκινά «αμέσως» προετοιμασίες, ενώ εντείνει τα μέτρα ασφαλείας για την προστασία των Αμερικανών στη Μέση Ανατολή, ανακοίνωσε λίγο αργότερα ο επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας Ρεξ Τίλερσον.
Ο ισραηλινός πρωθυπουργός Βενιαμίν Νετανιάχου, επικεφαλής της πιο δεξιάς κυβέρνησης στην ιστορία του Ισραήλ, χαιρέτισε την απόφαση του Τραμπ κάνοντας λόγο για μια «ιστορική» ημέρα, ενώ δεσμεύθηκε ότι δεν αλλάζει το status quo των ιερών τόπων στην Ιερουσαλήμ.
Κατόπιν αιτήματος οκτώ χωρών, συμπεριλαμβανομένων της Αιγύπτου, της Γαλλίας και της Βρετανίας, προγραμματίστηκε μια έκτακτη συνεδρίαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών το πρωί της Παρασκευής. Το καθεστώς της Ιερουσαλήμ, υπενθύμισε ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, δεν μπορεί να διευθετηθεί παρά μόνο μέσω μιας «απευθείας διαπραγμάτευσης» των Ισραηλινών και των Παλαιστίνιων.
Η Ιορδανία, κράτος-θεματοφύλακας των μουσουλμανικών ιερών τόπων στην Ιερουσαλήμ, κατήγγειλε μια «παραβίαση του διεθνούς δικαίου» και του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ. Η Τουρκία, όπως και η Σαουδική Αραβία, καταδίκασαν μια «ανεύθυνη» απόφαση. Το Ιράν, μαύρο πρόβατο για τον Τραμπ, προέβλεψε ότι η απόφαση του αμερικανού προέδρου θα προκαλέσει μια «νέα Ιντιφάντα».
Ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν χαρακτήρισε «λυπηρή» την απόφαση του Τραμπ και απηύθυνε έκκληση να αποφευχθεί πάση θυσία η βία. «Δεν συμφωνούμε με την αμερικανική απόφαση», είπε η πρωθυπουργός της Βρετανίας Τερέζα Μέι, ταυτόσημη άποψη εξέφερε η καγκελάριος της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ, ενώ η ΕΕ εξέφρασε την «σοβαρή ανησυχία της».
Πριν από την ομιλία του, πολλοί ηγέτες είχαν απευθύνει έκκληση στον Τραμπ να ζυγίσει τα λόγια του και να μετρήσει τις συνέπειες που θα έχουν οι πράξεις του, καθώς η Ιερουσαλήμ είναι ένα διπλωματικό καζάνι που βράζει.
«Δεν μπορώ να κρύψω τη βαθιά ανησυχία μου», είπε ο πάπας Φραγκίσκος, ο οποίος δεν μπορεί παρά να δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την πόλη όπου βρίσκονται οι ιερότεροι χώροι λατρείας των τριών μεγαλύτερων μονοθεϊστικών θρησκειών, ανάμεσά τους κι ο Ναός της Αναστάσεως.
Στη Λωρίδα της Γάζας, εκατοντάδες Παλαιστίνιοι διαδήλωσαν κι έκαψαν αμερικανικές σημαίες και φωτογραφίες του Τραμπ. Παλαιστινιακές πολιτικές οργανώσεις κάλεσαν σε γενική απεργία και κινητοποιήσεις στη Ραμάλα, στη Γάζα και στην Ιερουσαλήμ.
Αναγνωρίζοντας ότι η ανακοίνωση του θα προκαλούσε αντιδράσεις, ο Τραμπ απηύθυνε στην ομιλία του έκκληση για «ηρεμία και μετριοπάθεια» και εξέφρασε την ελπίδα ότι «οι φωνές της λογικής θα επικρατήσουν έναντι εκείνων που κηρύσσουν το μίσος».
Για τον Ρίτσαρντ Χάας, τον πρόεδρο του Council on Foreign Relations, ο κίνδυνος που εγείρει η αναγνώριση της Ιερουσαλήμ ως της πρωτεύουσας του Ισραήλ δεν σχετίζεται τόσο με μια ειρηνευτική διαδικασία ήδη ούτως ή άλλως ετοιμοθάνατη, αν όχι κλινικά νεκρή. «Ο κίνδυνος είναι ότι θα αυξήσει τις εντάσεις και θα οδηγήσει σε βία τη στιγμή που έχουμε ήδη αρκετή ένταση και βία στον κόσμο», σχολίασε.