Το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ έχει συγκεντρώσει αρκετά στοιχεία προκειμένου να απαγγείλει κατηγορίες σε βάρος μελών της ρωσικής κυβέρνησης για την πειρατεία στους υπολογιστές της Εθνικής Επιτροπής των Δημοκρατικών (DNC) πριν από τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 2016, αναφέρει σήμερα η Wall Street Journal, επικαλούμενη ανθρώπους που πρόσκεινται στην έρευνα.
Ομοσπονδιακοί πράκτορες και εισαγγελείς στην Ουάσινγκτον, στη Φιλαδέλφεια, στο Πίτσμπουργκ και στο Σαν Φρανσίσκο συνεργάζονται με την έρευνα για τη DNC και οι εισαγγελείς μπορεί να οδηγήσουν την υπόθεση στα δικαστήρια τον επόμενο χρόνο, σύμφωνα με την εφημερίδα.
Ταυτοποιώντας μεμονωμένους χάκερ του ρωσικού στρατού και των ρωσικών υπηρεσιών πληροφοριών και απαγγέλλοντάς τους κατηγορίες, οι αρχές των ΗΠΑ θα καταστήσουν δύσκολο γι’ αυτούς να ταξιδεύουν στο εξωτερικό, όμως συλλήψεις και φυλακίσεις δεν είναι πιθανές, σύμφωνα με την εφημερίδα.
Η έρευνα για το χάκινγκ, που πραγματοποιούν ειδικοί στην κυβερνοασφάλεια, ξεκίνησε πριν από τον διορισμό τον Μάιο του ομοσπονδιακού ειδικού εισαγγελέα Ρόμπερτ Μιούλερ ως επικεφαλής της έρευνας για τη φερόμενη ρωσική ανάμιξη στις εκλογές του 2016 και πιθανή σύγκρουση συμφερόντων με την προεκλογική εκστρατεία του Ντόναλντ Τραμπ.
Ο Μιούλερ και το υπουργείο Δικαιοσύνης συμφώνησαν να επιτρέψουν στην τεχνική έρευνα στον κυβερνοχώρο να συνεχιστεί υπό την αρχική ομάδα πρακτόρων και εισαγγελέων ανέφερε η WSJ.
Οι υπηρεσίες πληροφοριών των ΗΠΑ υποστηρίζουν πως ρωσικές υπηρεσίες πληροφοριών βρίσκονται πίσω από αυτές τις κυβερνοεπιθέσεις, οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα τη δημοσιοποίηση χιλιάδων email και άλλων εγγράφων από τα Wikileaks πέρυσι. Η κοινότητα των υπηρεσιών πληροφοριών κατέληξε τον Ιανουάριο πως ο ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πόυτιν είχε δώσει την εντολή για τις κυβερνοεπιθέσεις ώστε να επηρεάσει το αποτέλεσμα των εκλογών υπέρ του Τραμπ.
Όπως μετέδωσε το Αθηναϊκό Πρακτορείο, η Ρωσία υποστηρίζει ότι δεν είχε οποιαδήποτε ανάμειξη και ο Τραμπ αρνείται ότι η εκστρατεία του συνεργάστηκε με τη ρωσική κυβέρνηση.