Ο γάλλος πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί μειώνει σταδιακά την διαφορά στα προεκλογικά ποσοστά από τον σοσιαλιστή αντιπάλου του στις επερχόμενες προεδρικές εκλογές Φρανσουά Ολάντ, ωστόσο η ανάκαμψή του δεν είναι τόσο ικανή ώστε να του εξασφαλίζει μία πιθανότητα επανεκλογής στον β’ γύρο του Μαΐου.
Η σφυγμομέτρηση που πραγματοποιήθηκε από την εταιρεία OpinionWay και την Fiducial δείχνει πως ο Ολάντ θα επικρατούσε του Σαρκοζί στον β’ γύρο με ποσοστό 55% έναντι 45%, παρόλο που τα ποσοστά του προέδρου εμφανίζονται αυξημένα κατά 2% σε σχέση με την προηγούμενη μέτρηση τον Δεκέμβριο.
Στη δημοσκόπηση, στην οποία συμμετείχαν 1.060 ενήλικοι κατά το διάστημα 10-11 Ιανουαρίου, οι Σαρκοζί και Ολάντ φέρονται ως οι πιθανότεροι να επικρατήσουν στον πρώτο γύρο της 22ας Απριλίου, με 25 και 27% αντίστοιχα και να περάσουν στην τελική αναμέτρηση του Μαΐου.
Παρά την εκτίναξη της ανεργίας στα υψηλότερα επίπεδα την τελευταία 12ετία και την επιβράδυνση των ρυθμών της οικονομίας, ο Σαρκοζί έχει κερδίσει εκλογικό έδαφος τελευταίως, χάρις στην προσπάθειά του να παρουσιαστεί ως ο μόνος ικανός και έμπειρος πολιτικός που δύναται να οδηγήσει τη Γαλλία έξω από τη δίνη της κρίσης, σε αντιδιαστολή με τον σχετικώς άπειρο Ολάντ.
Η ακροδεξιά υποψήφια Μαρίν Λεπέν εμφανίζεται να κατατάσσεται στην τρίτη θέση με 17%, ποσοστό κατά 1% υψηλότερο από τα επίπεδα του Δεκεμβρίου, ενώ αμέσως μετά ακολουθεί ο κεντρώος υποψήφιος Φρανσουά Μπαϊρού με 15%.
Σε σφυγμομέτρηση που πραγματοποίησε η εφημερίδα Λε Μοντ, το ένα τρίτο των ψηφοφόρων εμφανίζεται να συμφωνεί με τις προτάσεις του ακροδεξιού κόμματος της Λε Πεν, του «Εθνικού Μετώπου», που διακηρύττει την έξοδο από την ευρωζώνη και την εφαρμογή προστατευτικής πολιτικής για να ενισχυθεί η γαλλική βιομηχανία.
«Το Εθνικό Μέτωπο εισέρχεται κι αυτό στην κύρια τάση της πολιτικής, όταν προηγουμένως ήταν το ασχημόπαπο», τονίζει στα συμπεράσματά του ο Εντουάρ Λεσέρφ, διευθυντής της εταιρείας δημοσκοπήσεων, TNS Sofres, πιστώνοντας στη Λεπέν την επιτυχία της διεύρυνσης της απήχησης των θέσεων του κόμματος σε μεγαλύτερο φάσμα ακροατηρίου, ιδιαίτερα στους νέους – περισσότερο απ’ όσο το κατόρθωνε ο πατέρας της Ζαν-Μαρί.