Ο Νικολά Σαροζί επανέρχεται σήμερα, σε συνέντευξή του που δημοσιεύεται από τη Le Monde, στη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 και αναφέρεται λεπτομερώς στις σχέσεις του με την Γερμανίδα καγκελάριο στη διάρκεια της προεδρικής θητείας του.
«Μπορούν να με κατηγορήσουν για πολλά, όχι όμως ότι δεν είχα προβλέψει την κρίση», δηλώνει ο πρώην αρχηγός του γαλλικού κράτους, ο οποίος εξηγεί πως είχε γράψει στην Άνγκελα Μέρκελ ήδη από τον Αύγουστο του 2007 για να περιλάβει στην ημερήσια διάταξη της Ομάδας των 8 (G8) τα χρηματοπιστωτικά προβλήματα.
«Έναν χρόνο πριν από τη Lehman, ήμουν πεπεισμένος πως οι υπερβολές της τιτλοποίησης θα έσκαγαν στα χέρια μας», συνεχίζει.
Το 2008, «με ξύπνησαν στις 2 ή 3 το πρωί. Οι αγορές θα ανοίξουν στην Ασία, μου εξήγησαν, και έχουμε ένα γιγάντιο πρόβλημα με την Dexia», μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο.
«Πρέπει να πάρουμε μια απόφαση διάσωσης κόστους 6,4 δισ. ευρώ. Σηκώνομαι αμέσως. Φθάνω στο πράσινο σαλόνι. Είναι εκεί ο Ξαβιέ Μισκά, η οικονομική ομάδα μου και η Κριστίν Λαγκάρντ (τότε υπουργός Οικονομίας), στην οποία θέλω να αποτίσω ιδιαίτερο φόρο τιμής για τη νηφαλιότητα και το θάρρος της», προσθέτει.
«Καταλαβαίνω γιατί δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να σώσουμε την Dexia», εξηγεί.
«Μια άλλη φορά, το 2009, οι επικεφαλής της Renault και της PSA ήρθαν να με δουν στο Ελιζέ: ελλείψει τραπεζικών πιστώσεων, σε δύο μήνες δεν θα μπορούσαν πια να πληρώσουν τους μισθούς. Αποφάσισα να τους δανείσει το κράτος 3 δισ. ευρώ με 7%, πράγμα που τους έσωσε», λέει.
Αφηγείται επίσης πως τον Απρίλιο 2009, στη διάρκεια μιας δεύτερης συνόδου κορυφής της G20, ενώ η Κίνα «μπλόκαρε» τη δημοσιοποίηση μιας λίστας φορολογικών παραδείσων, «πήγαμε σε μια γωνιά, ο Χου Τζιντάο, ο τότε κινέζος πρόεδρος, ο Μπαράκ Ομπάμα και εγώ».
«Ο Αμερικανός πρόεδρος μου ζήτησε να μην επιμείνω. Απέσυρα την πρότασή μου. Ο Χου Τζιντάο κατέληξε να την δεχθεί», αφηγείται.
Ο Σαρκοζί επαναλαμβάνει τις επικρίσεις που είχε διατυπώσει τότε εναντίον του Ζαν-Κλοντ Τρισέ που ήταν επικεφαλής της ΕΚΤ.
«Με την καγκελάριο, η κοινή ζωή ήταν στην αρχή περίπλοκη. Η Άνγκελα Μέρκελ είναι θεμελιωδώς επιφυλακτική: δεν εμπιστεύεται τις καινούριες ιδέες και την εκ των προτέρων ανάληψη δράσης», εξηγεί.
«Είναι μια αξιόλογη ηγέτης, αλλά έχει την τάση να περιμένει μέχρι το τελευταίο δευτερόλεπτο του τελευταίου λεπτού», λέει εξηγώντας πως την «εκτιμά πολύ».
«Στη διάρκεια της ελληνικής κρίσης, για παράδειγμα, η Γερμανία δεν ήθελε πρόγραμμα αρωγής. “Σου άρεσε η Lehman; Θα λατρέψεις την Ελλάδα”, είπα στην καγκελάριο για να επιχειρήσω να την πείσω πως, όσο περισσότερο περιμένουμε για να βοηθήσουμε την Αθήνα, τόσο πιο δαπανηρό θα είναι», αφηγείται.