Με ένα άρθρο της σε επτά ευρωπαϊκές εφημερίδες η βρετανίδα πρωθυπουργός Τερέζα Μέι δίνει εξηγήσεις για το διαζύγιο της χώρας της με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, η Μέι επέλεξε την ιρλανδική εφημερίδα The Irish Times, την πολωνική Rzeczpospolita, τη σουηδική Dagens Nyheter, την ισπανική El Pais, την ιταλική La Repubblica, τη γαλλική Le Parisien και τη γερμανική Frankfurter Allgemeine Zeitung για να επαναλάβει ότι η Βρετανία αποχωρεί «από την ΕΕ, αλλά δεν εγκαταλείπουμε την Ευρώπη».
«Θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι αυτή η απόφαση δεν σημαίνει με κανέναν τρόπο ότι απορρίπτουμε τις κοινές μας αξίες ως Ευρωπαίοι», τονίζει η Βρετανίδα πρωθυπουργός, επαναλαμβάνοντας σε αυτό το άρθρο τα βασικά επιχειρήματα που παρουσίασε και στην επίσημη επιστολή που επέδωσε χθες στον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ, με την οποία ξεκίνησε η διαδικασία του Brexit.
«Δεν πρόκειται ούτε για μια προσπάθεια να πλήξουμε την ΕΕ», προσθέτει η Μέι, διαβεβαιώνοντας ότι η Βρετανία «επιθυμεί η ΕΕ να πετύχει και να ευημερήσει».
«Θέλουμε να παραμείνουμε στενοί σύμμαχοι και εταίροι της Γαλλίας και όλων των φίλων μας στην ήπειρο», σημειώνει η Μέι στο άρθρο της στην Le Parisien, απευθύνοντας σε κάθε χώρα αυτή τη διαβεβαίωση πίστης.
Στην Frankfurter Allgemeine Zeitung η Βρετανίδα πρωθυπουργός χαιρετίζει «τη δυνατή φωνή» με την οποία η χώρα της και η Γερμανία έχουν συχνά μιλήσει στη διεθνή σκηνή, κυρίως υπέρ «της εδαφικής ακεραιότητας και της κυριαρχίας της Ουκρανίας» ή «υπέρ της παροχής βοήθειας σε εκατομμύρια ανθρώπους στη Συρία». «Γνωρίζουμε πόσο σημαντική θεωρείται αυτή η βιώσιμη συνεργασία και φιλία μεταξύ των δύο χωρών μας», διαβεβαιώνει.
Στη φιλία μεταξύ Βρετανίας και Ιταλίας αναφέρεται η Μέι και στο άρθρο της στην La Repubblica, υπενθυμίζοντας ότι 600.000 Ιταλοί ζουν στη Βρετανία, αλλά και τη συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών «σε πολλά ζητήματα της επικαιρότητας, από τη μάχη κατά του Ντάες ως τη διαχείριση της μεταναστευτικής κρίσης στη Μεσόγειο».
Η Μέι αναφέρεται επίσης στις ειδικές οικονομικές σχέσεις μεταξύ της χώρας της και των ευρωπαϊκών χωρών, σημειώνοντας για παράδειγμα ότι 400.000 Βρετανοί εργάζονται σε γερμανικές επιχειρήσεις και ότι 250.000 Γερμανοί σε βρετανικές.
Η Βρετανίδα πρωθυπουργός εκφράζει την επιθυμία να διαμορφωθεί «μια στενή και ειδική σχέση με το σύνολο της ΕΕ», διότι «αυτό είναι προς το συμφέρον του Ηνωμένου Βασιλείου, της Γαλλίας, της ΕΕ και όλου του κόσμου».
«Η δημιουργία ανώφελων εμπορικών εμποδίων θα ήταν αντίθετη προς τα κοινά μας συμφέροντα», προειδοποιεί.
Αναφέρεται επίσης στην ανάγκη «της στενότερης δυνατής συνεργασίας στον τομέα της ασφάλειας», τονίζοντας ότι Ευρωπαίοι και Βρετανοί «αντιμετωπίζουν τις ίδιες παγκόσμιες απειλές της τρομοκρατίας και του εξτρεμισμού».
Τέλος, η Μέι επισημαίνει ότι επιθυμεί «να διασφαλίσει τα δικαιώματα των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που ζουν στη Βρετανία και αυτά των Βρετανών πολιτών που ζουν σε άλλες χώρες μέλη το συντομότερο δυνατό».
Οι Lloyd’s ανοίγουν θυγατρική με έδρα τις Βρυξέλλες
Την ίδια ώρα οι Lloyd’s του Λονδίνου, η μεγαλύτερη εξειδικευμένη ασφαλιστική αγορά του κόσμου, ανακοίνωσε ότι ανοίγει θυγατρική με έδρα τις Βρυξέλλες ώστε να διατηρήσει την πρόσβαση στην ηπειρωτική Ευρώπη και να αντιμετωπίσει την αβεβαιότητα που δημιουργεί η έναρξη της διαδικασίας του Brexit.
«Υπό το φως της απόφασης του Ηνωμένου Βασιλείου να αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση, μία θυγατρική να ανοίξει στις Βρυξέλλες με στόχο να καταστεί λειτουργική την 1η Ιανουαρίου 2019», εξηγεί ο όμιλος σε ανακοίνωση που εξέδωσε μία ημέρα μετά την εκκίνηση της διαδικασίας αποχώρησης της χώρας από την Ε.Ε.
«Οι Βρυξέλλες πληρούν τα σημαντικά κριτήρια της παροχής ισχυρού ρυθμιστικού πλαισίου σε μία κεντρική περιοχή της Ευρώπης και θα δώσουν την δυνατότητα στους Lloyd’s να συνεχίσουν να προσφέρουν εξειδικευμένες ασφαλιστικές υπηρεσίες στους πελάτες μας», αναφέρει η επικεφαλής Ίνγκα Μπιλ στην ανακοίνωση.
Οι Lloyd’s ήταν ο πρώτος όμιλος προσφοράς χρηματοοικονομικών υπηρεσιών που ανέδειξε την ανάγκη λειτουργίας θυγατρικής στην Ευρωπαϊκή Ένωση για τη περίπτωση που η Βρετανία δεν θα έχει πρόσβαση στην ενιαία αγορά μετά την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων για την έξοδό της από το ευρωπαϊκό μπλοκ.