Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ βρίσκεται αντιμέτωπος με ένα πολύπλοκο νομικό πρόβλημα, που προκλήθηκε από την προσωρινή ανάκληση εφαρμογής του προεδρικού διατάγματός του για την απαγόρευση εισόδου στις ΗΠΑ ταξιδιωτών και προσφύγων από επτά μουσουλμανικές χώρες.
Κάθε προσφυγή κατά της απόφασης του δικαστή Τζέιμς Ρόμπαρτ στο Σιάλτ, που έλαβε την απόφαση ανάκλησης, εκδικάζεται σε περιφερειακό δικαστήριο, στο οποίο υπερτερούν προοδευτικοί δικαστές, οι οποίοι ίσως δε βλέπουν θετικά την επιχειρηματολογία του Τραμπ για την εφαρμογή της απαγόρευσης. Από την άλλη μεριά η κατάσταση γίνεται ακόμη πιο δύσκολη από την ισάριθμη 4-4 σύνθεση του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ μεταξύ προοδευτικών και συντηρητικών δικαστών.
Η απόφαση που εξέδωσε ο δικαστής Ρόμπαρτ στο Σιάτλ την Παρασκευή, αν και έχει προσωρινό χαρακτήρα, εφαρμόζεται σε παναμερικανικό επίπεδο. Παράλληλα ο δικαστής έχει στη διάθεσή του περισσότερο χρόνο προκειμένου να μελετήσει τις λεπτομέρειες της υπόθεσης, ενώ μπορεί να επιβάλλει τη μόνιμη εφαρμογή της απόφασης αυτής.
Ωστόσο, η κυβέρνηση Τραμπ άσκησε έφεση στην απόφαση αυτή. Το αρμόδιο δικαστήριο στο Σαν Φρανσίσκο αποφάσισε αργά το βράδυ του Σαββάτου ότι δε θα αποφασίσει σχετικά με το αν θα προχωρήσει στην άρση της εφαρμογής της απόφασης του δικαστή Ρόμπαρτ, όπως ζήτησε η αμερικανική κυβέρνηση, μέχρι να λάβει περισσότερες λεπτομέρειες για την επιχειρηματολογία των δύο πλευρών. Έτσι έδωσε χρονική προθεσμία μέχρι σήμερα. Τα αρμόδια για την εκδίκαση προσφυγών δικαστήρια στις ΗΠΑ είναι επιφυλακτικά ως προς την ανατροπή της παρούσας νομικής κατάστασης, που στην υπόθεση αυτή εντοπίζεται στην ανατροπή του περιορισμού, που επέβαλε το προεδρικό διάταγμα Τραμπ.
Η κατάσταση σύγχυσης που επικράτησε στα αμερικανικά αεροδρόμια, τα πρώτα 24ωρα της εφαρμογής του προεδρικού διατάγματος με την κράτηση ταξιδιωτών και προσφύγων αναμένεται ότι θα επαναληφθεί εάν ανατραπεί η απόφαση του δικαστή Ρόμπαρτ. Το αρμόδιο για τις προσφυγές δικαστήριο θα λάβει επίσης υπόψη του ότι υπάρχουν κι αρκετές άλλες δικαστικές υποθέσεις σε παναμερικανικό επίπεδο, οι οποίες αμφισβητούν τη νομιμότητα της εφαρμογής των περιορισμών.
Στην περίπτωση που η απόφαση του δικαστή Ρόμπαρτ ανατραπεί είναι πιθανό κάποιος άλλος δικαστής σε άλλη πολιτεία να εκδώσει απόφαση κατά του προεδρικού διατάγματος, πυροδοτώντας έναν φαύλο κύκλο νομικών προσφυγών.
Από την άλλη μεριά εάν το δικαστήριο διατηρήσει σε ισχύ την παραπάνω απαγορευτική απόφαση ως προς το προεδρικό διάταγμα του Τραμπ, τότε η αμερικανική κυβέρνηση μπορεί να ζητήσει άμεσα την παρέμβαση του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ. Ωστόσο, σύμφωνα με την άποψη νομικών αναλυτών, το ανώτατο δικαστήριο είναι γενικώς αρνητικό για την εμπλοκή του σε υποθέσεις που βρίσκονται σε προκαταρκτικό νομικό στάδιο.
Στο επίπεδο λήψης των αποφάσεων, το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ έχει ελλιπή σύνθεση κατά έναν δικαστή, αφήνοντας ένα κενό μεταξύ ίσου αριθμού 4 συντηρητικών και 4 προοδευτικών δικαστών. Ωστόσο, μία άμεση κίνηση από την αμερικανική κυβέρνηση για την εμπλοκή του ανώτατου δικαστηρίου στην υπόθεση θα απαιτήσει τουλάχιστον 5 θετικές ψήφους υπέρ του αιτήματος του Λευκού Οίκου. Αυτό σημαίνει ότι τουλάχιστον ένας προοδευτικός δικαστής θα πρέπει να ψηφίσει θετικά υπέρ της κυβερνητικής προσφυγής.
«Κατά την άποψή μου, το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ έχει κάθε λόγο να παραμείνει στο περιθώριο της υπόθεσης αυτής για όσο μεγαλύτερο χρονικό διάστημα μπορεί να το επιτύχει», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Στιβ Βλάντεκ, καθηγητής της Νομικής Σχολής στο Πανεπιστήμιο του Τέξας.
Ο Τραμπ επέλεξε την προηγούμενη εβδομάδα τον συντηρητικό δικαστή Νιλ Γκόρσατς προκειμένου να καλυφθεί το κενό θέσης και να συμπληρωθεί η σύνθεση των δικαστών στο ανώτατο δικαστήριο. Ωστόσο, η επικύρωση του διορισμού αυτού εκτιμάται ότι θα απαιτήσει χρονική περίοδο τουλάχιστον δύο μηνών. Η ψήφος του Γκόρσατς, εάν ο διορισμός του τελικά επικυρωθεί από τη Γερουσία των ΗΠΑ, αναμένεται ότι θα έχει το ρόλο της στην περίπτωση που η υπόθεση εισαχθεί στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ σε ένα μεταγενέστερο στάδιο των νομικών διεργασιών της.
Σύμφωνα με την άποψη που εκφράζουν νομικοί στις ΗΠΑ, στο μεσοδιάστημα η αμερικανική κυβέρνηση θα πρέπει να πείσει περιφερειακά δικαστήρια για την ορθότητα της εφαρμογής του προεδρικού διατάγματος του Τραμπ, επικαλούμενη λόγους που άπτονται άμεσα της αμερικανικής εθνικής ασφάλειας.