Ενώπιον της Γερουσίας παρουσιάστηκε σήμερα η πρόεδρος της Βραζιλίας Ντίλμα Ρουσέφ για να υπερασπιστεί τον εαυτό της, σε μια ύστατη παρέμβασή της πριν από την πιθανή καθαίρεσή της με τις κατηγορίες ότι παραποίησε τα στοιχεία για το δημόσιο έλλειμμα και ενέκρινε με διατάγματα δημόσιες δαπάνες χωρίς την έγκριση του Κογκρέσου.
Η Ρουσέφ στην ομιλία της χαρακτήρισε την παραπομπή της «πραξικόπημα» από μια «κυβέρνηση σφετεριστών» και τόνισε ότι δεν υπήρχε καμία δικαιολογία για την απομάκρυνσή της από την προεδρία. Επανέλαβε ότι δεν διέπραξε κανένα από τα αδικήματα για τα οποία κατηγορείται και υποστήριξε ότι οι κατηγορίες που της αποδόθηκαν ήταν ένα πρόσχημα για να την καθαιρέσουν, κατά παράβαση του συντάγματος.
Με τις ενέργειες αυτές η δημοκρατία στη Βραζιλία τέθηκε σε κίνδυνο για να προστατευθούν τα συμφέροντα μιας οικονομικής ελίτ, συνέχισε, υποστηρίζοντας ότι κινδυνεύει επίσης η κοινωνική πρόοδος που επιτεύχθηκε τα τελευταία 13 χρόνια στη χώρα.
Σύμφωνα με τη Ρουσέφ, η μεγαλύτερη απειλή που τίθεται για τους Βραζιλιάνους από την προσωρινή κυβέρνηση είναι ο περιορισμός στις δημόσιες δαπάνες.
Μετά την ομιλία της και τις ερωτήσεις που θα της θέσουν οι γερουσιαστές –εφόσον δεχτεί να τις απαντήσει– θα ακολουθήσει μια μακρά συζήτηση στο Σώμα και η τελική ψηφοφορία αναμένεται διεξαχθεί αύριο ή την Τετάρτη. Προκειμένου να καθαιρεθεί η πρόεδρος, κάτι που θα συμβεί για πρώτη φορά στην ιστορία της Βραζιλίας, απαιτείται πλειοψηφία των δύο τρίτων των γερουσιαστών, δηλαδή 54 ψήφοι σε σύνολο 81.
Εάν οι γερουσιαστές αποφασίσουν να απομακρύνουν τη Ρουσέφ από την εξουσία, τότε δεν θα έχει το δικαίωμα να κατέχει ή να διεκδικήσει δημόσιο αξίωμα για τα επόμενα οκτώ χρόνια. Αν την αθωώσουν, θα επανέλθει στα καθήκοντά της.
Πολλές εκατοντάδες υποστηρικτές της είχαν συγκεντρωθεί από νωρίς έξω από το κτίριο της Γερουσίας για να την υποδεχτούν κατά την άφιξή της. Ορισμένοι φώναζαν συνθήματα όπως «Ντίλμα, η πολεμίστρια της βραζιλιάνικης πατρίδας» ή κρατούσαν πανώ του Κόμματος των Εργατών (PT) ενώ άλλοι της έδιναν λουλούδια σε ένδειξη συμπαράστασης.
«Ελπίζαμε ότι δεν θα έφταναν τόσο μακριά τα πράγματα, γι’ αυτόν τον λόγο αισθάνομαι αγανακτισμένη» είπε μια διαδηλώτρια, η 65χρονη συνταξιούχος καθηγήτρια Μαρλένε Μπάστος.