Δικαστήριο της αυστριακής πόλης Λιντς καταδίκασε σήμερα σε φυλάκιση 18 μηνών, με την κατηγορία της ναζιστικής δραστηριότητας και της υποδαύλισης μίσους, έναν 45χρονο κάτοικο της πόλης, ο οποίος παραδέχθηκε την ανάρτηση στον λογαριασμό του στον ιστότοπο κοινωνικής δικτύωσης Facebook, τραγουδιών με ναζιστικό περιεχόμενο και την διάδοση ναζιστικής προπαγάνδας, έχοντας πετύχει παράνομη πρόσβαση στην ιστοσελίδα του δημάρχου της πόλης Ανσφέλντεν.
Ο πρόεδρος του δικαστηρίου αναγνώρισε μία σειρά ελαφρυντικών, λόγω προτέρου εντίμου βίου του κατηγορουμένου, επιβάλλοντας τελικά μία ιδιαίτερα χαμηλή ποινή, καθώς στον σχετικό νόμο, προβλέπονται για τέτοια αδικήματα συνήθως ποινές έως και δέκα χρόνια κάθειρξης.
Η σημερινή καταδικαστική απόφαση για τη λεγόμενη «ναζιστική επαναδραστηριοποίηση», έγινε στο πλαίσιο του αποκαλούμενου «Νόμου Απαγόρευσης», ο οποίος είχε ψηφιστεί αμέσως μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, στις 8 Μαΐου του 1945, από την πρώτη (προσωρινή) αυστριακή κυβέρνηση και με τον οποίο απαγορευόταν το ναζιστικό κόμμα και ρυθμιζόταν νομικά η αποναζιστικοποίηση της Αυστρίας.
Ο νόμος, που είναι ενσωματωμένος στο αυστριακό Σύνταγμα και είχε τροποποιηθεί το 1947 και τελευταία το 1992, προβλέπει την επιβολή αυστηρών ποινών για οποιαδήποτε δράση σχετιζόμενη με τον εθνικοσοσιαλισμό (σ.σ. από «απλή» συνθηματολογία, σύμβολα και εμβλήματα) και εφαρμόζεται απαρέγκλιτα σχεδόν πάντα από τα αυστριακά δικαστήρια σε τέτοιες περιπτώσεις.
Με βάση αυτό το νόμο είχαν διαλυθεί επίσημα και είχαν απαγορευτεί μετά τον πόλεμο όλες οι ναζιστικές ή «συγγενείς» οργανώσεις και είχαν κατασχεθεί υπέρ του αυστριακού κράτους οι περιουσίες τους, ενώ απαγορεύεται από τότε μια επανίδρυση ή επαναδραστηριοποίηση για εθνικοσοσιαλιστικούς σκοπούς.