Η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων που έρχονται στην Ευρώπη δεν είναι οικονομικοί μετανάστες, αλλά άνθρωποι που αναζητούν καταφύγιο από τον πόλεμο, ανέφερε ο επικεφαλής του ευρωπαϊκού γραφείου της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ Βενσάν Κοστέλ μιλώντας σε δημοσιογράφους και επέκρινε τους ηγέτες της ΕΕ για τη ρητορική τους να παροτρύνουν τους μετανάστες να μην έρχονται στην Ευρώπη.
«Η άβολη αλήθεια είναι ότι οι άνθρωποι εξακολουθούν να έρχονται στην Ευρώπη, επειδή πόλεμοι είναι ακόμη σε εξέλιξη», σημείωσε ο ίδιος. Οι Σύροι αποτελούν το 48% των αφίξεων στην Ελλάδα, ενώ 26% είναι Αφγανοί και 17% Ιρακινοί. Συνολικά, το 91% είναι πρόσφυγες από τρεις μεγάλες εμπόλεμες συγκρούσεις, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του ΟΗΕ.
Αναφερόμενος στους πρόσφυγες και μετανάστες που έχουν εγκλωβιστεί στην Ελλάδα, ο Κοστέλ σημείωσε ότι η άφιξη 30.000 ατόμων σε ένα κράτος μέλος της ΕΕ δε θα πρέπει να αποτελεί κρίση. «Δε βλέπω γιατί η Ευρώπη δεν μπορεί να διαχειριστεί την κατάσταση αυτή», ανέφερε. Ο ίδιος χαρακτήρισε ευπρόσδεκτο το σχέδιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για καταβολή 300 εκατ. ευρώ φέτος ως έκτακτη βοήθεια σε κράτη που πλήττονται από την κρίση, με κύριο αποδέκτη την Ελλάδα. Ο ίδιος σημείωσε ότι οι ελληνικές αρχές θα είναι υπεύθυνες για τη δημιουργία των κέντρων υποδοχής, ενώ ο ΟΗΕ και άλλες ανθρωπιστικές οργανώσεις θα λάβουν μέρος της χρηματοδότησης για να βοηθήσουν στη διαχείριση αυτών. Η Ύπατη Αρμοστεία βοηθά επίσης μέσω προσλήψεων του απαραίτητου προσωπικού, καθώς οι ελληνικές αρχές δεν μπορούν να προσλάβουν προσωπικό λόγω των όρων του ελληνικού προγράμματος διάσωσης.
Ο αξιωματούχος του ΟΗΕ προειδοποίησε επίσης ότι χρειάζονται διαβεβαιώσεις ότι όσοι χρήζουν διεθνούς προστασίας θα την έχουν και στην Τουρκία, εφόσον η ΕΕ ξεκινήσει να επιστρέφει αιτούντες άσυλο σε μεγάλους αριθμούς. «Το νομικό πλαίσιο για τους Σύρους εφαρμόζεται, αλλά μη Σύροι δεν απολαμβάνουν τα ίδια δικαιώματα», προειδοποίησε ο Κοστέλ, σημειώνοντας: «Ας δούμε τι θα αποφανθούν τα ευρωπαϊκά δικαστήρια για το θέμα αυτό». Ο ίδιος πρόσθεσε ότι το πρόβλημα στην Τουρκία δεν είναι τόσο η νομοθεσία, αλλά η εφαρμογή αυτής.