Η Σαουδική Αραβία κατηγορεί για κατασκοπεία υπέρ του Ιράν 32 συλληφθέντες, μεταξύ των οποίων και 30 μέλη της σιιτικής μουσουλμανικής μειονότητας, σύμφωνα με σημερινά δημοσιεύματα των εφημερίδων, αλλά και τηλεοπτικά ρεπορτάζ.
Μεταξύ των 32, συμπεριλαμβάνονται ένας Ιρανός και ένας Αφγανός, οι οποίοι συνελήφθησαν το 2013, με την κατηγορία της πρόκλησης ανησυχίας μεταξύ των σιιτών που είχαν μεγάλη επιρροή στην κοινότητά τους, αλλά δεν είχαν σχέση με την πολιτική στο σαουδαραβικό βασίλειο.
Πρόκειται για την πρώτη (πρόσφατη) δίκη Σαουδαράβων που κατηγορούνται για κατασκοπεία και ενδέχεται να προκαλέσει ένταση μεταξύ των σιιτών και των σουνιτών που ζουν στη Σαουδική Αραβία, αλλά και με το Ιράν, καθώς η Τεχεράνη απορρίπτει δυναμικά τους ισχυρισμούς του Ριάντ για την άσκηση κατασκοπείας.
Η σκληρή αντιπαράθεση μεταξύ του σουνιτικού σαουδαραβικού βασιλείου και του σιιτικά θεοκρατικού Ιράν έχει προκαλέσει πολέμους, αλλά και σοβαρές πολιτικές διαμάχες στη Συρία, στο Ιράκ, στο Λίβανο, στην Υεμένη, αλλά και στο Μπαχρέιν, ενώ αναλυτές τη θεωρούν ως μια βασική αιτία περιφερειακής αστάθειας.
Το κλίμα έντασης πυροδοτήθηκε ακόμη περισσότερο τον Ιανουάριο, όταν το Ριάντ διέκοψε τις διπλωματικές του σχέσεις με την Τεχεράνη, μετά τις καταστροφές που προκάλεσαν διαδηλωτές στην πρεσβεία της Σαουδικής Αραβίας, στην ιρανική πρωτεύουσα. Είχε προηγηθεί η εκτέλεση ενός σιίτη κληρικού στη Σαουδική Αραβία με την κατηγορία ότι είχε συμμετοχή στη δολοφονία αστυνομικών.
Η Εισαγγελία του Ριάντ παρουσίασε χθες τις κατηγορίες κατά των 32 στο ειδικό δικαστήριο εγκλημάτων, σύμφωνα με το σαουδαραβικής ιδιοκτησίας τηλεοπτικό κανάλι al-Arabiya.
Στις κατηγορίες συμπεριλαμβάνεται η συγκρότηση κατασκοπευτικής ομάδας με πράκτορες του Ιράν, αλλά και η διάθεση ευαίσθητων αμυντικών πληροφοριών, προκειμένου να διαταραχθούν τα οικονομικά συμφέροντα της Σαουδικής Αραβίας, αλλά και να υπονομευθεί η κοινωνική συνοχή του βασιλείου, μέσω του ξεσπάσματος ακραίας βίας.
Οι συλληφθέντες κατηγορούνται επίσης, για παροχή υποστήριξης στις διαδηλώσεις στην περιοχή Κατίφ, στην ανατολική επαρχία της Σαουδικής Αραβίας, όπου και πλειοψηφεί το σιιτικό στοιχείο, για τη στρατολόγηση άλλων σιιτών για τη διενέργεια κατασκοπείας, αλλά και την αποστολή κρυπτογραφημένων αναφορών μέσω ηλεκτρονικών μηνυμάτων στις ιρανικές μυστικές υπηρεσίες. Παράλληλα, κατηγορούνται και για εσχάτη προδοσία κατά του βασιλιά.
Οι 32 επίσης κατηγορούνται για την κατοχή απαγορευμένων βιβλίων και άλλων εκδόσεων, σύμφωνα με τις αναφορές του al-Arabiya, αλλά και άλλων μέσων ενημέρωσης σαουδαραβικής ιδιοκτησίας.
Μεταξύ αυτών που είχαν συλληφθεί το 2013, ήταν ένας γηραιός καθηγητής πανεπιστημίου, ένας παιδίατρος, ένας τραπεζίτης, αλλά και 2 κληρικοί. Οι περισσότεροι κατάγονται από την περιοχή αλ-Άχσα στην οποία κατοικούν σουνίτες και σιίτες, με ποσοστό περίπου 50% των σιιτών του βασιλείου, να κατοικούν σε αυτή.
Η Σαουδική Αραβία έχει πολλές φορές αποδώσει την κοινωνική αναταραχή στο Κατίφ, στο Ιράν, χωρίς ωστόσο να παρουσιάσει δημόσια αποδείξεις για άμεση διασύνδεση μεταξύ αυτών που συμμετείχαν στις ταραχές την περίοδο 2011-2013 και της Τεχεράνης, η οποία αρνείται κάθε ανάμειξη.
Το 2012, έγινε γνωστό ότι η ηλεκτρονική επίθεση που δέχθηκε τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου, το δίκτυο των υπολογιστών της κρατικής πετρελαϊκής εταιρίας (Saudi Aramco), προκλήθηκε από βάσεις ηλεκτρονικών δεδομένων σε άλλες χώρες. Μερικοί αναλυτές κατηγόρησαν το Ιράν, το οποίο και πάλι αρνήθηκε κάθε ανάμειξη.
Οι σχέσεις μεταξύ της Σαουδικής Αραβίας και του Ιράν επιδεινώθηκαν κατά το γενικότερο, μετά από την επανάσταση του 1979, που έφερε στην εξουσία σιίτες κληρικούς στην Τεχεράνη, καθώς η Σαουδική Αραβία ακολουθεί τη σκληροπυρηνική διδασκαλία των Ουαχαμπιτών του σουνιτικού Ισλάμ, που θεωρεί τους σιίτες αιρετικούς.
Οι σιίτες στην ανατολική επαρχία της Σαουδικής Αραβίας, υποστηρίζουν ότι γίνονται θύματα διακρίσεων, αναφορικά με τα εργασιακά τους δικαιώματα, την εκπαίδευσή τους, αλλά και το δικαίωμά τους, να προσεύχονται ελεύθερα. Τις καταγγελίες αυτές απορρίπτει το Ριάντ.