Τα τρομοκρατικά χτυπήματα στο Παρίσι προκάλεσαν την έντονη ανησυχία σε ολόκληρο τον κόσμο, ενώ ανησύχησαν ιδιαίτερα και πάρα πολλοί ‘Έλληνες που έχουν δικούς τους ανθρώπους στο Παρίσι. Είναι εξάλλου μακρά η παράδοση της ελληνικής κοινότητας στο Παρίσι και μεγάλος ο αριθμός των Ελλήνων που φοιτούν κι εργάζονται στην Γαλλία.
Το ΑΠΕ-ΜΠΕ επικοινώνησε με δύο νεαρούς εργαζόμενους στο Παρίσι, οι οποίοι παραθέτουν τη δική τους μαρτυρία για το πώς έζησαν τα τραγικά γεγονότα της τρομακτικής νύχτας που συγκλόνισε το Παρίσι και όλη την Ευρώπη.
«Ήμασταν σε ένα μικρό εστιατόριο που άνοιξε πριν λίγους μήνες ένας φίλος, σε μια απόσταση πεντακοσίων μέτρων από το Μπατακλάν» μας ανέφερε ο σκηνοθέτης Νίκος Πλουμπίδης. «Έτυχε να πάμε πρώτη φορά χθες βράδυ γύρω στις 9.30μ.μ.. Ένα μικρό εστιατόριο δέκα τραπεζιών, από αυτά που συνηθίζονται στο Παρίσι. Ξαφνικά την ώρα που τρώγαμε τηλεφώνησε ένας φίλος μας, γνωρίζοντας ότι κατοικούμε στην περιοχή του βορειανατολικού Παρισιού, και ότι συχνάζουμε στο καφέ Carillon. Ήθελε να μάθει πού βρισκόμασταν εκείνη τη στιγμή και να είμαστε προσεκτικοί γιατί ακούστηκαν εκρήξεις και πυροβολισμοί στην περιοχή. Εμείς δεν είχαμε αντιληφθεί κάτι ακόμα. Μιλώντας στο κινητό έστρεψα το βλέμμα μου και διαπίστωσα ότι ο εστιάτορας είχε κατεβάσει διακριτικά, χωρίς να σπείρει πανικό, τα ρολά του μαγαζιού. Βγήκαμε πίσω στην μικρή αυλή του εστιατορίου και συνειδητοποιήσαμε τι συμβαίνει. Αντηχούσαν οι σειρήνες από όλα τα περιπολικά του Παρισιού. Το μαγαζί που ήμασταν δεν είχε τηλεόραση, η ενημέρωση έγινε με κινητά, με συνδέσεις στο διαδίκτυο κι αρχίσαμε οι θαμώνες του εστιατορίου να
ανταλλάσσουμε πληροφορίες: οι νεκροί ανέβηκαν στους 30, μια άλλη ομάδα πυροβόλησε σε άλλη περιοχή κ.ο.κ. Απ το μυαλό μου πέρασε ένας φίλος που δούλευε στο Μπατακλάν, κι είχε απολυθεί τρεις εβδομάδες νωρίτερα. Η πιο τυχερή απόλυση σκέφτηκα. Περίπου στις 2 τα ξημερώματα ο εστιάτορας ανέβασε τα ρολά, ίσως με προσοχή μπορούσαμε να βγούμε έξω. Στον δρόμο δεν είδα αστυνομία, είχε λιγοστό κόσμο που γυρνούσε σπίτι, παντού κατεβασμένα ρολά. Ένιωθες ότι κυκλοφορούν ασυνήθιστα λίγοι άνθρωποι, αφού περίμεναν να ηρεμήσουν τα πράγματα για να βγουν από μπαρ, ή από σπίτια φίλων, ή όπου αλλού βρισκόταν ο καθένας . Αισθανόσουν σαφώς ότι η νύχτα ήταν διαφορετική. Μια φίλη που μου τηλεφώνησε εκείνη τη στιγμή και μένει δίπλα από το Μπατακλάν, είπε ότι γινόταν χαμός από περιπολικά και στρατό. Όταν φτάσαμε στο σπίτι επικρατούσε ηρεμία .Τα γεγονότα είχαν γίνει πια γνωστά αλλά στο κινητό μου τηλεφωνούσαν συνέχεια φίλοι ακόμα και στο skype γνωστοί που είχαμε χαθεί τα τελευταία τα χρόνια Οι άνθρωποι με τους οποίους ήμασταν στο εστιατόριο ήταν ψύχραιμοι. Δεν έχω ανοίξει ακόμα όλες τις εφημερίδες θα το κάνω βέβαια αναπόφευκτα αλλά δεν θέλω να ξαναμπώ στο κλίμα απότομα. Ζήσαμε το Σαρλί Εμπντό όμως αυτό είναι χειρότερο γιατί χτυπά στην καθημερινότητα».
«Γυρίζαμε σπίτι μας από μια παράσταση στο Οdeon. Επιστρέφαμε με μοτοσικλέτα και στο ύψος της Bastille ο αέρας μύριζε έντονα εκρηκτικά, στον δρόμο είχε πολύ αστυνομία και στρατό, ρωτήσαμε να μάθουμε τι συμβαίνει, δεν είχαμε καμία πληροφόρηση», μας ανέφερε ο φυσικός Δημοσθένης Μητροσύλης. «Οι αστυνομικοί μας έστελναν από άλλους δρόμους. Ήταν περίπου 10.30 το βράδυ, όλα ήταν ακόμα σε εξέλιξη . Βλέπαμε μια κατάσταση και μετά μαθαίναμε τα νέα. Φτάσαμε σπίτι, είδαμε ειδήσεις. Οι δρόμοι ήταν πολύ πιο άδειοι, άλλοι κλεισμένοι στα σπίτια τους, άλλοι είχαν αποκλειστεί εκεί όπου βρίσκονταν. Ο κόσμος είναι ήρεμος, διατηρεί την ψυχραιμία του. Είναι βέβαια μια κατάσταση άγρια, πολύ πιο άγρια από την επίθεση στο Σαρλί Εμπντό γιατί χτυπάει την καθημερινότητα. Στο Μπατακλάν, που είναι ένας ωραιότατος χώρος, θα μπορούσε να βρίσκεται οποιοσδήποτε από εμάς για μια συναυλία, ακόμα και να παίζαμε μουσική με την μπάντα μας. Παρόλαυτά αυτό που έχω να πω είναι ότι δεν αντιδράσαμε συλλογικά όπως στο Σαρλί Εμπντό, να βγούμε δηλαδή εκείνη των ώρα όλοι μαζί, να διαδηλώσουμε, όλος ο κόσμος. Απλά παρακολουθήσαμε τις ειδήσεις, είδαμε και τον Ολάντ. Μα γιατί ξαφνιαζόμαστε; Ο πολιτικός λόγος της Γαλλίας είναι ισχνός, πολύ λίγος. Αντί να κάνει κάτι πολιτιστικό η Γαλλία και να εμπνεύσει τον κόσμο να ονειρευτεί, το παράδοξο είναι ότι οι τζιχαντιστές παίρνουν πολλούς με το μέρος τους, ακόμα και Γάλλους που δεν είναι μουσουλμάνοι».