Η αεροπορική επιδρομή που εξαπέλυσε ο συνασπισμός υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας στις 24 Ιουλίου, η οποία είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο 65 αμάχων στη Μόχα, στη νοτιοδυτική Υεμένη, μπορεί να συνιστά έγκλημα πολέμου, σύμφωνα με το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Human Rights Watch – HRW).
«Με την προφανή απουσία στρατιωτικού στόχου, αυτή η επίθεση μοιάζει με έγκλημα πολέμου», γράφει σε ανακοίνωση ο Όλε Σόλβανγκ, υπεύθυνος της HRW για τις καταστάσεις έκτακτης ανάγκης. Η HRW ανέφερε πως επισκέφθηκε το σημείο της επίθεσης μιάμιση μέρα μετά την επιδρομή και δεν διαπίστωσε την ύπαρξη καμίας στρατιωτικής θέσης εκεί κοντά.
Η επιδρομή είχε ως στόχο μία συνοικία όπου κατοικούν οι υπάλληλοι ενός ηλεκτρικού σταθμού. Ιατρικές πηγές της Υεμένης είχαν κάνει λόγο για 35 νεκρούς αμάχους, ενώ τα μέσα ενημέρωσης των ανταρτών σιιτών Χούτι είχαν μεταδώσει δύο ημέρες μετά την επιδρομή πως ο απολογισμός ανέρχεται σε περίπου 70 νεκρούς μεταξύ των αμάχων.
Το HRW ανέφερε πως εξασφάλισε από τον διευθυντή του ηλεκτρικού σταθμού Μπατζίλ Τζάφαρ Κάσιμ έναν κατάλογο 65 αμάχων που σκοτώθηκαν κατά την επίθεση, ανάμεσά τους δέκα παιδιά.
Η οργάνωση για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που έχει την έδρα της στη Νέα Υόρκη, εξέφρασε τη λύπη της γιατί ο συνασπισμός δεν διεξήγαγε έρευνα έπειτα από την επιδρομή αυτή και από άλλες επιθέσεις που προκάλεσαν θύματα αμάχους στην Υεμένη. «Αν τα μέλη του συνασπισμού αρνούνται να ερευνήσουν (τις επιδρομές που σκοτώνουν αμάχους), θα πρέπει να το κάνει ο ΟΗΕ», υπογράμμισε ο Όλε Σόλβανγκ.
Περισσότεροι από τους μισούς από τους 3.700 ανθρώπους που σκοτώθηκαν στη σύγκρουση αυτή η οποία διαρκεί περισσότερους από τέσσερις μήνες, ήταν άμαχοι, σύμφωνα με τον ΟΗΕ.
Το HRW δήλωσε επίσης πως οι αντάρτες Χούτι και οι δυνάμεις που είναι πιστές στην κυβέρνηση του προέδρου Αμπντ Ράμπο Μανσούρ Χάντι, εξόριστου στη Σαουδική Αραβία, παραβίασαν από την πλευρά τους τούς νόμους για την προστασία των αμάχων σε περίοδο πολέμου.
Στο μεταξύ, η χθεσινή παραβίαση της ανθρωπιστικής εκεχειρίας στην Υεμένη έχει ως αποτέλεσμα 25.000 άνθρωποι επιπλέον να αντιμετωπίζουν κάθε μέρα το φάσμα της πείνας, καθώς ο αποκλεισμός και οι μάχες περιορίζουν τον εφοδιασμό σε τρόφιμα και άλλα ζωτικά αγαθά, δήλωσε ο διευθυντής της Oxfam για την Υεμένη Φίλιπ Κλερκ σε ανακοίνωση που εξέδωσε σήμερα.
Στις 25 Ιουλίου, ο υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας συνασπισμός ανακοίνωσε την τρίτη ανθρωπιστική εκεχειρία, διάρκειας πέντε ημερών, με τους αντάρτες Χούτι στην Υεμένη προκειμένου να καταστεί δυνατή η διανομή βοήθειας στους τραυματίες και τους εκτοπισμένους. Η υπό την αιγίδα του ΟΗΕ εκεχειρία τέθηκε σε ισχύ στις 20:59 ώρα Γκρίνουιτς (23:59 ώρα Ελλάδας) της 26ης Ιουλίου, αλλά παραβιάστηκε από δύο αεροπορικές επιδρομές που πραγματοποιήθηκαν νωρίς χθες το πρωί από την υπό τη Σαουδική Αραβία συμμαχία.
«Από την έναρξη της σύγκρουσης, κάθε μέρα που περνάει χωρίς κατάπαυση του πυρός και πλήρη επανάληψη των εισαγωγών έχει ως αποτέλεσμα άλλοι 25.000 άνθρωποι να πεινούν στην Υεμένη. Καθώς τα εμπόλεμα μέρη εξακολουθούν να αγνοούν τις εκκλήσεις για εκεχειρία, η μέση οικογένεια στην Υεμένη αναρωτιέται πότε θα φάει το επόμενο γεύμα και αν θα επιβιώσει από τις βόμβες. Τώρα τους τελειώνουν τα τρόφιμα», είπε ο Κλερκ.
Σύμφωνα με στοιχεία της φιλανθρωπικής οργάνωσης, το κυβερνείο της Σαάντα, στο βόρειο τμήμα της χώρας, έχει πληγεί περισσότερο με σχεδόν το 50% του πληθυσμού να βρίσκεται σε κρίσιμο επίπεδο λιμού.
Ο Κλερκ κάλεσε τις Ηνωμένες Πολιτείες , τη Βρετανία και το Ιράν να ασκήσουν την επιρροή τους στα εμπόλεμα μέρη προκειμένου να διευθετήσουν τη σύγκρουση μετά τις αποτυχημένες ανθρωπιστικές εκεχειρίες.
Η Υεμένη βρίσκεται σε κατάσταση αναταραχής από το 2014, όταν οι αντάρτες Χούτι πήραν τον έλεγχο μεγάλων τμημάτων της χώρας, οδηγώντας τον πρόεδρο Αμπντ Ράμπο Μανσούρ Χάντι στην εξορία.
Στα τέλη Μαρτίου, ο υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας συνασπισμός αραβικών κρατών ξεκίνησε τις αεροπορικές επιδρομές εναντίον των Χούτι στην πρωτεύουσα της Υεμένης έπειτα από αίτημα του Χάντι.
Σύμφωνα με την Oxfam και εκτιμήσεις του ΟΗΕ, περισσότεροι από 50.000 άνθρωποι στην Υεμένη έχουν εκτοπιστεί από τον Μάρτιο. Περισσότεροι από 12 εκατομμύρια άνθρωποι στη χώρα αγωνίζονται να εξασφαλίσουν αρκετά τρόφιμα ώστε να επιβιώσουν.