Ένα συγκλονιστικό νέο ντοκιμαντέρ ρίχνει φως στην τραγωδία του πυρηνικού υποβρυχίου Κ-141 Κουρσκ, μια από τις μεγαλύτερες στρατιωτικές αποτυχίες της Ρωσίας, και στον τρόπο με τον οποίο επηρέασε την εικόνα του Βλαντιμίρ Πούτιν ως ηγέτη που δίνει προτεραιότητα στη μυστικότητα και τον έλεγχο, ακόμα και εις βάρος της ανθρώπινης ζωής.

Στις 12 Αυγούστου 2000, μόλις τρεις μήνες μετά την ανάληψη της προεδρίας από τον Πούτιν, το Κουρσκ υπέστη μια καταστροφική έκρηξη κατά τη διάρκεια ναυτικής άσκησης στη Θάλασσα του Μπάρεντς, με αποτέλεσμα τον θάνατο 118 ναυτών.

Η παγκόσμια κοινότητα παρακολουθούσε με φρίκη, καθώς το Κρεμλίνο δίσταζε να αποδεχτεί διεθνή βοήθεια για ημέρες, την ώρα που τα εγκλωβισμένα μέλη του πληρώματος πάλευαν να επιβιώσουν.

Το ντοκιμαντέρ «Kursk: 10 Days That Shaped Putin», μια παραγωγή της εταιρείας HiddenLight των Χίλαρι και Τσέλσι Κλίντον, αποκαλύπτει νέες λεπτομέρειες για τη συγκάλυψη της τραγωδίας, συμπεριλαμβανομένου ενός συγκλονιστικού ισχυρισμού του Μπιλ Κλίντον: ότι ο Πούτιν επέλεξε να αφήσει τους άνδρες του να πεθάνουν, για να προστατεύσει τα ρωσικά πυρηνικά μυστικά.

Το υποβρύχιο εξερράγη στις 11:28 π.μ., με την καταστροφή του να καταγράφεται από αμερικανικά υποβρύχια που περιπολούσαν στην περιοχή. Μέσα σε λίγες ώρες, οι ΗΠΑ γνώριζαν ότι κάτι δεν πήγαινε καλά και προσφέρθηκαν αμέσως να βοηθήσουν.

Όμως η Μόσχα, προσπαθώντας να διατηρήσει μια εικόνα ισχύος, παρέμεινε σιωπηλή. Χρειάστηκαν τρεις ημέρες για να δεχτεί τη διεθνή βοήθεια, όμως ήταν ήδη αργά.

Ακόμη και όταν η Ρωσία επέτρεψε απρόθυμα σε νορβηγούς δύτες να συνδράμουν, το ρωσικό ναυτικό παρεμπόδιζε τη διάσωση, παρέχοντας ασαφείς, χειρόγραφους χάρτες της θυρίδας διαφυγής και αποκλείοντας βρετανούς ειδικούς από την ανάπτυξη κρίσιμου εξοπλισμού.

Όταν οι δύτες έφτασαν στο ναυάγιο στις 20 Αυγούστου, όλοι οι ναύτες ήταν νεκροί.

Για πρώτη φορά, ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπιλ Κλίντον, μίλησε δημόσια για την τραγωδία, αποκαλύπτοντας ότι είχε καλέσει προσωπικά τον Πούτιν, παρακαλώντας τον να δεχτεί βοήθεια.

Σύμφωνα με τον Κλίντον, ο ρώσος ηγέτης ήταν πιο ανήσυχος για το ενδεχόμενο ξένοι να δουν τη στρατιωτική του τεχνολογία παρά για τη διάσωση των ναυτών.

«Ο Πούτιν ήξερε ότι, αν κατεβαίναμε εκεί, θα μαθαίναμε πράγματα που δεν θα μπορούσαν να ξεχαστούν», είπε ο Κλίντον, κατηγορώντας τον ότι θυσίασε τους άνδρες του για να προστατεύσει τα στρατιωτικά μυστικά της Ρωσίας.

Ο Κλίντον παραδέχτηκε ότι κάποτε ήλπιζε πως ο Πούτιν θα οδηγούσε τη Ρωσία σε μια νέα εποχή συνεργασίας με τις ΗΠΑ, αλλά γρήγορα συνειδητοποίησε ότι ο πρώην αξιωματικός της KGB ενδιαφερόταν περισσότερο για την εξουσία παρά για τη δημοκρατία.

«Ήταν προφανές ότι ήταν αποφασισμένος να αποκαταστήσει το μεγαλείο της Ρωσίας. Ανησυχούσα ότι αυτό σήμαινε πως θα βλέπαμε μια νέα μορφή σκληρότητας», δήλωσε ο Κλίντον.

Σύμφωνα με την Daily Mail, η καταστροφή του Κουρσκ δεν ήταν απλώς μια στρατιωτική αποτυχία, ήταν ένα πολιτικό σημείο καμπής.

Η κακοδιαχείριση της κρίσης από τον Πούτιν προκάλεσε εθνική οργή, με τις οικογένειες των θυμάτων να απαιτούν απαντήσεις. Όμως, αντί να αναλάβει ευθύνη, το Κρεμλίνο πέρασε στην αντεπίθεση.

Ο Πούτιν διέδωσε παραπληροφόρηση, κατηγορώντας τους ολιγάρχες για την αποδυνάμωση του ρωσικού στρατού και χρησιμοποιώντας την τραγωδία, για να δικαιολογήσει την καταστολή της ελεύθερης ενημέρωσης.

Μία από τις πιο ανατριχιαστικές στιγμές ήταν η αντίδραση της Ναντέζντα Τίλικ, μητέρας ενός νεκρού ναύτη, η οποία τόλμησε να αντιπαρατεθεί δημόσια με έναν αξιωματούχο σε συνέντευξη Τύπου.

Καθώς οι κάμερες κατέγραφαν, μια άγνωστη γυναίκα με πολιτικά τη νάρκωσε με ένεση και την απομάκρυνε λιπόθυμη – ένα σκηνικό που μεταδόθηκε σε όλο τον κόσμο.

Ο Κλίντον πιστεύει ότι η λαϊκή κατακραυγή άφησε βαθύ αποτύπωμα στον Πούτιν, οδηγώντας τον σε ακόμα πιο αυταρχικές τακτικές.

«Νομίζω ότι τραυματίστηκε από τη δυσφήμιση που υπέστη», είπε ο Κλίντον. «Αυτό ενίσχυσε την αποφασιστικότητά του να ελέγξει ακόμη περισσότερο τα μέσα ενημέρωσης», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Ανατρέχοντας στο παρελθόν, ο Κλίντον θεωρεί ότι η καταστροφή του Κουρσκ ήταν προάγγελος όσων θα ακολουθούσαν.

«Πίστευα ότι είχε τεράστιες δυνατότητες να οδηγήσει τη Ρωσία σε έναν πιο ανοιχτό κόσμο. Και δεν το έκανε», ανέφερε χαρακτηριστικά.